Μικροβιακή αντοχή: 35.000 άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο από βακτήρια ανθεκτικά στα αντιβιοτικά
Ευρωπαϊκή εβδομάδα ενημέρωσης, 18-24 Νοεμβρίου, κατά της μικροβιακής αντοχής
Η μικροβιακή αντοχή αποτελεί αυξανόμενη απειλή για την ανθρώπινη υγεία, με τις καταστροφικές συνέπειες της ανθεκτικότητας στα αντιβιοτικά να γίνονται ολοένα και πιο εμφανείς. Κάθε χρόνο, περίπου 35.000 άνθρωποι πεθαίνουν από λοίμωξη που οφείλεται σε βακτήρια ανθεκτικά στα αντιβιοτικά. Αυτά είναι τα βασικά μηνύματα της Ευρωπαϊκής Ημέρας Ενημέρωσης κατά των Αντιβιοτικών που εορτάζεται κάθε χρόνο στις 18 Νοεμβρίου από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων ( ECDC) σε συνεργασία με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Η ανθεκτικότητα στα αντιβιοτικά δεν μπορεί να διορθωθεί με εύκολες τεχνικές παρεμβάσεις και το ζήτημα πρέπει να αντιμετωπιστεί σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας τονίζει ο κ. Στάθης Σκληρός, Γενικός Γιατρός και Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Έρευνας και Εκπαίδευσης στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας.
Κάθε χρήση αντιβιοτικών, είτε είναι κατάλληλη είτε όχι, μπορεί να προάγει την εμφάνιση ανθεκτικότητας στα βακτήρια. Δυστυχώς, η ακατάλληλη και υπερβολική χρήση αντιβιοτικών είναι κοινή τόσο στις χώρες υψηλού όσο και στις χώρες με χαμηλό εισόδημα, προσθέτει ο κ. Σκληρός. Η πρόληψη των λοιμώξεων, όπως η βελτίωση της υγιεινής, είναι η πρώτη γραμμή άμυνας κατά των ασθενειών και με τη σειρά της κατά της χρήσης αντιβιοτικών. Το ίδιο ισχύει και στον γεωργικό τομέα - τα υγιή ζώα δεν χρειάζονται αντιβιοτικά.
Η παγκόσμια εξάπλωση της ανθεκτικότητας στα αντιβιοτικά απαιτεί συντονισμό των προσπαθειών πέρα από τα εθνικά σύνορα, μέσω της συνεργασίας εντός και μεταξύ κυβερνήσεων, οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και διεθνών οργανισμών. Ωστόσο, μέχρι στιγμής η συνεργασία αυτή βρίσκεται συχνά μόνο στα αρχικά της στάδια, επισημαίνει ο κ. Αλέξης Σωτηρόπουλος, Ταμίας της Ελληνικής Εταιρείας Έρευνας και Εκπαίδευσης στην ΠΦΥ.
Παρά την αυξημένη συνειδητοποίηση της μικροβιακής αντοχής ως απειλής για τη δημόσια υγεία και τη διαθεσιμότητα τεκμηριωμένων οδηγιών για την πρόληψη και τον έλεγχο των λοιμώξεων, την αντιμικροβιακή διαχείριση και την επαρκή μικροβιολογική ικανότητα, η δράση της δημόσιας υγείας για την αντιμετώπιση του ζητήματος παραμένει ανεπαρκής. Χρειάζονται επειγόντως ισχυρότερες παρεμβάσεις και δράσεις για την αντιμετώπιση της μικροβιακής αντοχής, οι οποίες θα είχαν σημαντικό θετικό αντίκτυπο στην υγεία του πληθυσμού και στις μελλοντικές δαπάνες υγειονομικής περίθαλψης στην ΕΕ.
Οι επιστημονικές και διαρθρωτικές δυσκολίες στην ανακάλυψη νέων αντιβιοτικών άρχισαν να εκτιμώνται μόλις τα τελευταία χρόνια, ενώ οι συζητήσεις για το πώς θα ξεπεραστούν οι οικονομικές δυσχέρειες έχουν συγκεντρώσει μεγάλο ενδιαφέρον. Για να ξεπεραστούν αυτά τα επιστημονικά εμπόδια, ο δημόσιος τομέας πρέπει να εμπλακεί ώστε να αναπτυχθούν τα αντιβιοτικά, τα διαγνωστικά τέστ και τα εμβόλια ύψιστης προτεραιότητας. Επίσης, είναι σημαντικό να έχουμε στρατηγικές για την ελαχιστοποίηση της περιττής χρήσης, ώστε να διατηρηθεί η αποτελεσματικότητά τους για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και να διασφαλίσουμε ότι είναι προσιτά για όσους τα έχουν ανάγκη από την αρχή της διαδικασίας ανάπτυξης. Ωστόσο, θα χρειαστεί ισχυρή πολιτική βούληση και ηγεσία για την επίτευξη βιώσιμων λύσεων και τον συντονισμό μεταξύ των τοπικών, εθνικών, περιφερειακών και παγκόσμιων προσπαθειών. Όλοι μας πρέπει να αναλάβουμε δράση τώρα κατέληξε ο κ. Σωτηρόπουλος.