Κορονοϊός: Η πρώτη αποτίμηση της πανδημίας στην Ελλάδα από τους επιστήμονες της πρώτης γραμμής

Πέντε χρόνια μετά το ξέσπασμα της covid-19 και την είσοδο της Ελλάδας στα μακροχρόνια λοκ-ντάουν, οι επιστήμονες επιχειρούν μια πρώτη αποτίμηση της αντίδρασης της χώρας μας. 

covid-19
Η κοινή διαπίστωση των επιστημόνων είναι ότι η χώρα μας αντέδρασε έγκαιρα
INTIME NEWS
5'

Την πρώτη δημόσια συζήτηση για την απόκριση της Ελλάδας στην πανδημία του κορονοϊού και τα διδάγματα για το μέλλον, πραγματοποίησε η Ελληνική Εταιρεία Λοιμώξεων (ΕΕΛ), με τη συμμετοχή επιστημόνων που είχαν ενεργή συμμετοχή στη διαχείριση της πανδημίας. Η συζήτηση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της τελετής έναρξης του 24ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Λοιμώξεων, το βράδυ της Παρασκευής (14/03/2025) και συμμετείχαν ο πρόεδρος της ΕΕΛ, καθηγητής Νίκος Σύψας, ο καθηγητής Παθογολίας-Λοιμωξιολογίας Σωτήρης Τσιόδρας, ο πρόεδρος του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ) καθηγητής Χρήστος Χατζηχριστοδούλου -μέλη και οι τρεις της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας- και η πνευμονολόγος-εντατικολόγος στο νοσοκομείο Σωτηρία, Μαρία Ντάγανου.

Η κοινή διαπίστωση των επιστημόνων είναι ότι η χώρα μας αντέδρασε έγκαιρα, τα αυστηρά περιοριστικά μέτρα που λήφθηκαν όπως τα οριζόντια λοκ-ντάουν και ο καθολικός εμβολιασμός -ακόμα και με τις ποινές- ήταν σωστά, γιατί έδωσαν τον χρόνο στο σύστημα υγείας να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες και να μην καταρρεύσει. Μάλιστα, το σύστημα υγείας της Ελλάδας ήταν σε χειρότερη κατάσταση σε σχέση με άλλες χώρες, καθώς ερχόταν από τη βαθιά δεκαετή κρίση, με την χρόνια υποχρηματοδότηση της υγείας. Το πρόβλημα που εντοπίζουν όλοι, ήταν η επικοινωνιακή διαχείριση των μέτρων, κυρίως από το δεύτερο κύμα της πανδημίας και μετά, καθώς οι επιστήμονες δεν απάντησαν αποτελεσματικά στην παραπληροφόρηση, υπήρχαν αδυναμίες επιστημονικής τεκμηρίωσης ενώ όσον αφορά στα εμβόλια, η συζήτηση επικεντρώθηκε στις παρενέργειες και όχι στην προστασία από βαριά νόσηση και θάνατο.

Ο πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Λοιμώξεων, Νίκος Σύψας (Παθολόγος-Λοιμωξιολόγος, Καθηγητής Παθολογικής Φυσιολογίας- Λοιμωξιολογίας, Ιατρική Σχολή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Πρόεδρος Επιτροπής Νοσοκομειακών Λοιμώξεων Επιστημονικός/Διοικητικός Υπεύθυνος Μονάδας Λοιμώξεων – COVID, ΓΝΑ «Λαϊκό»), είπε ότι «αντιδράσαμε έγκαιρα» και ήταν ορθό ότι «η πολιτεία αποφάσισε από πολύ νωρίς ότι θα απευθυνθεί στους επιστήμονες».

Ο πρόεδρος της ΕΕΛ τόνισε ότι θα πρέπει να γίνει μια οργανωμένη, επιστημονική συζήτηση ώστε να αποτιμηθούν ολοκληρωμένα τα μέτρα της πανδημίας, για να αποδειχτεί τι λειτούργησε σωστά και τι όχι. Η Ελληνική Εταιρεία Λοιμώξεων με τη συγκεκριμένη συζήτηση άνοιξε το διάλογο που πρεπει συνεχιστεί διεπιστημονικά, στα πρότυπα της Μεγάλης Βρετανίας που ξεκίνησε ήδη από το 2022 την αποτίμηση των δικών της μέτρων.

Πάντως, ο κ. Σύψας θεωρεί ότι τα λοκ-ντάουν είχαν αποτέλεσμα στη μείωση του ρυθμού μετάδοσης του ιού και ήταν σωστή επιλογή, αλλιώς η Ελλάδα θα βρισκόταν μπροστά από μια καταστροφή επικών διαστάσεων.

Ο καθηγητής Παθολογίας-Λοιμωξιολογίας του ΕΚΠΑ, Σωτήρης Τσιόδρας, ο οποίος ήταν για μεγάλο διάστημα ο άνθρωπος που σήκωσε το βάρος της ενημέρωσης του κοινού για τον κορονοϊό εκ μέρους της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας, υπενθύμισε ότι η Ελλάδα στην πρώτη φάση της πανδημίας χαρακτηρίστηκε ως μία από τις καλύτερες χώρες του κόσμου. Γρήγορα αντανακλαστικά, επάρκεια σε αντίμετρα, ενότητα στο επίπεδο του κόσμου, ήταν τα χαρακτηριστικά της πρώτης φάσης, σύμφωνα με τον κ. Τσιόδρα. Αργότερα αναδείχτηκαν προβλήματα όπως η πόλωση, αλλά και προβλήματα στην επιστημονική τεκμηρίωση.

«Οποιοδήποτε περιοριστικό μέτρο έφερνε μια κόπωση. Η κούραση του κόσμου είναι ένα μάθημα για το μέλλον, ο κόσμος δεν αντέχει τον περιορισμό για μεγάλο διάστημα. Έχει σημασία το λοκ-ντάουν να γίνεται αναλογικά και με κριτήρια» ανέφερε.

Ο κ. Τσιόδρας τόνισε ότι η διαχείριση της πανδημίας είχε ανάγκη από μια στιβαρή ομάδα επικοινωνίας, ώστε να αντικρούονται τα ψευδή μηνύματα στα social media, αλλά και ο αντιεπιστημονικός λόγος από επιστημονικούς κύκλους -που υπήρξε-, να απαντάται με δεδομένα που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν.

Ελληνική Εταιρεία Λοιμώξεων

Ο πρόεδρος του ΕΟΔΥ, Χρήστος Χατζηχριστοδούλου, αναφέρθηκε στο γεγονός ότι τότε «δεν ήμασταν έτοιμοι ούτε από πλευρά δημόσιας υγείας, ούτε ο ΕΟΔΥ, δεν είχαμε σχέδια ετοιμότητας και απόκρισης. Υπήρχε μόνο σχέδιο για τη γρίπη από το 2009, που δεν είχε επικαιροποιηθεί ποτέ». Με τα μέσα που είχαμε τότε, όμως, η αντίδραση ήταν επιτυχημένη, εκτίμησε.

Το πρόβλημα έλλειψης σχεδίου και επικάλυψης αρμοδιοτήτων ανάμεσα στο υπουργείο Υγείας, τον ΕΟΔΥ και την πολιτική προστασία, κλήθηκε να λύσει η Επιτροπή των Εμπειρογνωμόνων.

Σύμφωνα με τον κ. Χατζηχριστοδούλου, ένα μάθημα που θα πρέπει να κρατήσουμε για το μέλλον, είναι να δούμε «τι ταιριάζει στον λαό μας». Για παράδειγμα ο περιορισμός της κινητικότητας θα μπορούσε να έχει κριτήρια και να μην είναι οριζόντιος. Στην Ελλάδα, οι ηλικίες που οδηγούσαν την πανδημία ήταν νέοι 19-30 ετών. Επομένως, «θα μπορούσαμε να μην κλείσουμε τα δημοτικά γιατί τελικά δεν είχαν μεγάλη συμμετοχή στην μετάδοση, αλλά π.χ. στοχευμένα τα λύκεια ή τα πανεπιστήμια, που μπορούν να κάνουν και τηλεκπαίδευση πιο αποτελεσματικά» ανέφερε.

Τέλος, η Μαρία Νταγάνου αναφέρθηκε στο βάρος που σήκωσαν οι Μονάδες Εντατικής Θεραπείας. Χαρακτήρισε «σωτήριο του λοκ-ντάουν, για να κερδίσουμε χρόνο και να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά την κρίση, στο επίπεδο της περίθαλψης». Στο τέλος του 2020, οι κλίνες ΜΕΘ είχαν φτάσει τις 1.200 -από σχεδόν 500- φτάνοντας στον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Σήμερα, μας έχουν μείνει περίπου 1.000 κλίνες ΜΕΘ ανεπτυχμένες, όμως «σε λίγο δεν θα έχουμε προσωπικό να τις λειτουργήσουμε» τόνισε η κυρία Νταγάνου. Οι λίστες εξειδίκευσης στην εντατικολογία είναι άδειες, πρόσθεσε, ενώ και τα προγράμματα εκπαίδευσης νοσηλευτών για τις ΜΕΘ είναι περιορισμένα -για παράδειγμα ένα τέτοιο πρόγραμμα χρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Η κυρία Νταγάνου έκλεισε την παρέμβασή της στέλνοντας μήνυμα για τη θεσμοθέτηση επαρκών κινήτρων -και οικονομικών- για το προσωπικό των ΜΕΘ.

Σχετικές ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων Δημοφιλή