Πού οφείλεται το «Κραχ» στα διεθνή χρηματιστήρια – Πόσο θα διαρκέσει
Οι μεγάλες απώλειες στα διεθνή χρηματιστήρια τις τελευταίες εβδομάδες δείχνουν πως οι επενδυτές προσπαθούν ακόμη να αποτιμήσουν το πόσο επιθετικές θα είναι τελικά οι αυξήσεις επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες, αλλά και το κατά πόσο οι οικονομίες κινδυνεύουν με τεχνητή ύφεση, καθώς ο ενεργειακός πόλεμος Δύσης - Ρωσίας βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.
Η πτώση για τον παγκόσμιο δείκτη μετοχών, τον MSCI World, ξεπερνά το 18%, ενώ ο δείκτης S&P 500 στην Wall Street σημειώνει από την αρχή του έτους απώλειες 17,25%. Ο ευρωπαϊκός δείκτης STOXX Europe 600 καταγράφει από την αρχή του έτους αθροιστικά πτώση 12,75%. Οι απώλειες του Γενικού Δείκτη στο Χρηματιστήριο Αθηνών από την αρχή του έτους κυμαίνονται στο 5,1%, αλλά από τα υψηλά του Φεβρουαρίου 2022 διαμορφώνονται στο 13%.
Πότε θα σταματήσει η πτώση; Τα χρηματιστήρια είναι προεξοφλητικοί μηχανισμοί και η πορεία τους προηγείται των αποφάσεων πολιτικής. Ωστόσο, στην τρέχουσα συγκυρία οι παράμετροι που επηρεάζουν την παγκόσμια οικονομία είναι πολλές και διαφορετικές.
Αρχικά η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) άργησε να λάβει μέτρα για να αναχαιτίσει τον πληθωρισμό και αυτό είχε και έχει μεγάλο αντίκτυπο στις μετοχές. Αλλά το ίδιο ισχύει και με την ΕΚΤ, η οποία ακόμη δεν έχει αυξήσει τα επιτόκια της, κάτι που αναμένεται να συμβεί τον Ιούλιο.
Οι κινήσεις των ισχυρών κεντρικών τραπεζών και οι προσπάθειες τους να τιθασεύσουν τον πληθωρισμό θα οδηγήσουν το επόμενο διάστημα στην εκτίναξη του κόστους δανεισμού σε όλον τον κόσμο. Αυτό ήδη επιφέρει τριγμούς στις αγορές, με τις αποδόσεις των ομολόγων να κινούνται σε πολυετή υψηλά. Μόλις το περασμένο καλοκαίρι το 67% των κρατικών ομολόγων στην ευρωζώνη, διαπραγματεύονταν με αρνητικές αποδόσεις, ενώ σήμερα, σύμφωνα με στοιχεία της πλατφόρμας συναλλαγών στο Tradeweb, το ποσοστό αυτό υποχώρησε πλέον στο 17%.
Παράλληλα, ο πόλεμος συνεχίζεται, το μακροοικονομικό περιβάλλον επιδεινώνεται και τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα οδηγούν σε ανατιμήσεις, που στην Ελλάδα είχαμε να δούμε από το 1995 και στις ΗΠΑ από το 1980!
Μέσα σε αυτό το τοπίο οι κυβερνήσεις εξαντλούν τα δημοσιονομικά περιθώρια για να στηρίξουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις από το ενεργειακό κόστος. Και εδώ υπάρχει ακόμη ένα πρόβλημα. Αν και ο αυξημένος πληθωρισμός οδηγεί ονομαστικά στη μείωση του δημοσίου χρέους, ωστόσο τα μεγάλα ελλείμματα οδηγούν τα κράτη σε πρόσθετο δανεισμό, με υψηλότερο κόστος σε σχέση με το παρελθόν.
Είναι ενδεικτικό πως εν μέσω τεράστιας ανησυχίας διεθνώς το δολάριο έχει εκτοξευθεί στα υψηλότερα επίπεδα από τον Οκτώβριο του 2002, καθώς τόσο οι φόβοι για υψηλότερα επιτόκια, όσο και οι φόβοι για την πορεία οικονομίων όπως της Κίνας, στρέφουν τους επενδυτές στο αμερικανικό νόμισμα.
Μέσα σε αυτό το κλίμα οι μετοχές θεωρούνται εξαιρετικά επισφαλείς ως assets και για αυτό οι επενδυτές ρευστοποιούν θέσεις που είχαν κτίσει όταν είχα καλύτερη ορατότητα.
Αυτή η ορατότητα θα βελτιωθεί μόνον όταν οι κεντρικές τράπεζες ολοκληρώσουν τις προσαρμογές της πολιτικής τους και βεβαίως εάν και εφόσον υπάρξει μια θετική εξέλιξη στην ουκρανική σύρραξη.