Τις εκλογές κερδίζει η «Ατρόμητη Ελλάδα»!
Όλη αυτή την περίοδο σκέφτομαι και ξανασκέφτομαι ένα πράγμα: Πώς είναι δυνατόν τα κόμματα να προσπαθούν να διαπραγματευτούν με τους πολίτες στη βάση του φόβου και της ανασφάλειας;
Του Μάκη Σεριάτου
Εκτός του ότι αυτή η λογική είναι μια λογική εκβιασμού και εξαγοράς της ψήφου, την οποία ούτως ή άλλως δεν την θέλουμε, είναι εντυπωσιακό πόσο αποδεικνύει την έλλειψη κοινής λογικής, στρατηγικής και στοιχειώδους παρατηρητικότητας των δεδομένων, από την πλευρά των διαφόρων ηγεσιών της κοινωνίας.
Πρώτον, τους έχει τελείως διαφύγει ότι η κατάσταση έφτασε εδώ που έφτασε γιατί κανείς δεν φοβόταν κανένα, πλην της αναποτελεσματικότητας και της ανικανότητας του όλου συστήματος.
Ώσπου κάποια στιγμή φτάσαμε και στον να μην πληρώνει κανείς κανένα.
Άρα αυτός ο φόβος που σήμερα επικαλούνται -που σημαίνει αφενός την επίγνωση του κινδύνου, αφετέρου την αίσθηση ότι αυτοί που τον επικαλούνται μπορούν και να τον αποσοβήσουν- είναι ένα αίσθημα, το οποίο σε επίπεδο κοινωνίας δεν είναι βιωμένο βαθιά, τουλάχιστον για τα θέματα που το ζητάει σήμερα το πολιτικό σύστημα.
Δεύτερον, δεν βλέπουν ότι αυτά για τα οποία ίσως να φοβότανε οι έλληνες μήπως χάσουν -το επίπεδο της ζωής τους, την σταθερότητα των εργασιακών σχέσεων, την ασφάλεια που προσφέρει να μπαίνει μια σύνταξη στο σπίτι και διάφορα άλλα- έχουν ήδη χαθεί.
Άρα είναι στα όρια του παράλογου να προσπαθείς να φοβήσεις κάποιον ότι θα πάθει κάτι το οποίο, δικαίως ή όχι δεν έχει σημασία, εκείνος αισθάνεται ότι έχει ήδη πάθει.
Τρίτον, ακόμη και να κάνω τελείως λάθος και να λειτουργεί ο φόβος, που δεν το νομίζω, υπάρχει ακόμη και σε αυτόν ένα όριο το οποίο όταν κάποιος το υπερβεί, φτάνει στην κατάσταση που πέφτουν τελείως οι ασφάλειες, σταματάει να ακούει και λέει την γνωστή φράση, την οποία για εύλογους λόγους δεν μπορώ να αποτυπώσω γραπτώς.
Άρα η συζήτηση τελειώνει αμέσως και χωρίς επιστροφή ανάμεσα στον υποτιθέμενα φοβισμένο και στον επίδοξο εκφοβιστή.
Τα πράγματα λοιπόν είναι απλά.
Αυτή τη στιγμή που όλοι, ο καθένας στη ζωή του και όλοι μαζί ως χώρα πρέπει να γίνουμε ξανά μάχιμοι και να συζητήσουμε σοβαρά, το μόνο που μπορεί να λειτουργήσει είναι μια ατζέντα προοπτικής, μια δελεαστική, ακόμη και ακραία, πρόταση για να ξαναμπεί κανείς στο «παιγνίδι».
Γιατί είναι πολύ μικρή η απόσταση που χωρίζει τον πολύ φοβισμένο από τον ατρόμητο και το ίδιο μικρή η απόσταση που χωρίζει τον ατρόμητο από τον αυτοκαταστροφικά ανεξέλεγκτο.