Μαργαρίτης: Η Ελλάδα επιλέγει πορεία προκλήσεων και αλλαγών
Η χώρα μας μπήκε σε μια επικίνδυνη πορεία με τράπεζες που υπολειτουργούν και δεν επιχορηγούν με δάνεια τις επιχειρήσεις, με ανεργία που εκτοξεύεται στα ύψη και με τη νέα γενιά να μεταναστεύει στο εξωτερικό.
Του Κωνσταντίνου Σ. Μαργαρίτη
Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προσπαθεί να βάλει προτεραιότητες, αλλά οι αναπάντεχες προκλήσεις εξοστρακίζουν κάθε πρωτοβουλία. Η πατρίδα πρέπει να κυβερνηθεί στο εσωτερικό της και να δοθεί έμφαση στη καθημερινότητα των πολιτών.
Τα δεδομένα αλλάζουν καθημερινά και δε μπορούν τα περισσότερα μέλη της κυβέρνησης να ανταποκριθούν στις υψηλές και επίμονες απαιτήσεις των ετααίρων μας. Απαιτείται σχεδιασμός που θα βασίζεται στην προσέλκυση νεών επενδύσεων και όχι στην επιβολή νέων φόρων.
Όπως προκύπτει από έρευνα της Τράπεζας της Ελλάδος οι παράγοντες που οδήγησαν σε πιο αυστηρά κριτήρια ήταν οι συνθήκες ρευστότητας που αντιμετωπίζουν τα πιστωτικά ιδρύματα, οι δυσκολίες πρόσβασής τους στις αγορές χρήματος και οι ανησυχίες τους για τους κινδύνους που δημιουργούνται λόγω της γενικής οικονομικής κατάστασης και των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας.
Τα κριτήρια αναμένεται να παραμείνουν στο ίδιο επίπεδο κατά τη διάρκεια του επόμενου τριμήνου. Συγκεκριμένα, τα κριτήρια χορήγησης δανείων προς νοικοκυριά έγιναν πιο αυστηρά σε σχέση με το β΄ τρίμηνο του 2015, ενώ οι προσδοκίες που είχαν διατυπωθεί το προηγούμενο τρίμηνο ήταν ότι τα κριτήρια δεν θα μεταβάλλονταν.
Όσον αφορά τις προσδοκίες για το τέταρτο τρίμηνο, τα κριτήρια αναμένεται να γίνουν ακόμα πιο αυστηρά για την περίπτωση των καταναλωτικών δανείων και να παραμείνουν αμετάβλητα για τα στεγαστικά δάνεια. Επίσης, μειωμένη ήταν και η ζήτηση για δάνεια τόσο από τις επιχειρήσεις όσο και από τα νοικοκυριά. Με τέτοιες προοπτικές δε μπορεί να λειτουργήσει η ελληνική οικονομία και θα αναζητούνται μόνο φορολογικές επιοβαρύνσεις και όχι αναπτυξιακές.
Οι πιστωτές της Ελλάδας όφειλαν να είχαν εξετάσει σοβαρά τα αποτελέσματα των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που εφαρμόστηκαν στην Λατινική Αμερική και στην Ανατολική Ευρώπη μετά το 1990. Τότε θα διαπίστωναν ότι οι ιδιωτικοποιήσεις, η απελευθέρωση και η απορρύθμιση των αγορών ενισχύουν την ανάπτυξη μακροπρόθεσμα, ενώ βραχυπρόθεσμα έχουν συχνά ακόμα και αρνητικές επιπτώσεις.
Μια γρήγορη αναπτυξιακή ώθηση μπορεί να προέλθει από την στοχευμένη και επιλεκτική απομάκρυνση φραγμών και ξεπερασμένων νοοτροπιών , παρά από μεταρρυθμιστικές προσπάθειες στο σύνολο της οικονομίας.
Το «παράθυρο» της οικονομίας στον ανταγωνισμό θα αυξήσει την αποτελεσματικότητα με την οποία κατανέμονται οι πόροι. Το άνοιγμα των επαγγελμάτων θα αναδείξει τις πιο παραγωγικές εταιρείες. Η ιδιωτικοποίηση των κρατικών επιχειρήσεων θα κάνει πιο δυναμική την παραγωγή και θα ενδυναμώσει τον πλουραλισμό.
Από το 2010 ως το 2015, η Ελλάδα έχει ανέβει κοντά στις 40 θέσεις στην κατάταξη της Παγκόσμιας Τράπεζας για τις επιχειρήσεις. Αντίθετα, το πρόβλημα έγκειται στην ίδια την λογική των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων: τα οφέλη εμφανίζονται αρκετά αργότερα, όχι όταν μια χώρα τα χρειάζεται πραγματικά.
Οι υπουργοί επικρατείας της κυβέρνησης οφείλουν να αναλάβουν το καθήκον να επικοινωνούν με δυνητικούς επενδυτές. Ο θεσμός πρέπει να έχει την εξουσία να απομακρύνει τα εμπόδια που εντοπίζει, αντί να βλέπει τις προτάσεις τους να κινούνται σε διάφορα υπουργεία και στο τέλος να χάνονται τεράστια κεφάλαια για τη χώρα μας.
Η καινοτομία, η ανάπτυξη και η στόχευση σε νέες πηγές εσόδων θα δώσουν τη δυναμική ευρωπαική πορεία που έχει ανάγκη ο τόπος μας.