Δύο μήνες φυλάκιση με αναστολή στους 8 Τούρκους στρατιωτικούς
Δύο μήνες φυλάκιση με αναστολή για παράνομη είσοδο στη χώρα επέβαλε σήμερα, Πέμπτη (21/07/2016)το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Αλεξανδρούπολης στους 8 Τούρκους στρατιωτικούς, οι οποίοι στον ελληνικό εναέριο χώρο κατά την απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία.
Αθώους για την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας σε παράνομη πτήση και εκτέλεσης παράνομης πτήσης στον ελληνικό χώρο, έκρινε σήμερα το Μονομελές Πλημμελειοδικείο τους οκτώ κατηγορούμενους Τούρκους στρατιωτικούς, με το σκεπτικό ότι το ελικόπτερο στο οποίο επέβαιναν ήταν στρατιωτικό και ως εκ τούτου, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, δεν είχε υποχρέωση υποβολής σχεδίου πτήσης.
Ωστόσο, η πρόεδρος του δικαστηρίου τους έκρινε ενόχους για την κατηγορία της παράνομης εισόδου στη χώρα, αναγνωρίζοντάς τους το ελαφρυντικό της μη ύπαρξης δόλου (άρθρο 84 2β του Ποινικού Κώδικα) και καταδικάζοντάς τους σε ποινή φυλάκισης δύο μηνών έκαστος, με αναστολή.
Σημειώνεται, πως η εισαγγελέας εισηγήθηκε ποινή φυλάκισης τριών μηνών, οι τρεις συνήγοροι των κατηγορουμένων ποινή φυλάκισης τεσσάρων μηνών, προκειμένου να υπάρχει η δυνατότητα έφεσης, αλλά τελικώς η δικαστής αποφάσισε την προαναφερθείσα ποινή.
Μετά το πέρας της δίκης, οι οκτώ Τούρκοι στρατιωτικοί επέστρεψαν στα κρατητήρια, καθώς ήδη έχουν εκδοθεί και τους έχουν επιδοθεί οι αποφάσεις των αστυνομικών αρχών για τη διοικητική κράτησή τους, δυνατότητα που δίδει η ισχύουσα νομοθεσία, δεδομένου ότι στερούνται των απαραίτητων εγγράφων για την ελεύθερη μετακίνησή τους στη χώρα.
Στη διάρκεια της δίκης, η πρόεδρος του δικαστηρίου απηύθυνε κοινές ερωτήσεις σε όλους τους κατηγορουμένους. Ειδικότερα, οι ερωτήσεις αφορούσαν στην επαγγελματική τους ιδιότητα, στο είδος του αεροσκάφους με το οποίο εισήλθαν στην Ελλάδα, τους λόγους για τους οποίους ένιωσαν φόβο για τη ζωή τους, τη συμμετοχή τους σε όσα διαδραματίστηκαν από το βράδυ της Παρασκευής στην Τουρκία, καθώς και ποιος υπαγόρευσε, τόσο τις ενέργειές τους στην Τουρκία, όσο και την απόφασή τους να εισέλθουν παράνομα στην Ελλάδα.
Τα οκτώ στελέχη του τουρκικού στρατού (έξι πιλότοι και τρεις τεχνικοί), πληρώματα συνολικά τριών ελικοπτέρων, απάντησαν πως κλήθηκαν τηλεφωνικά από τον αξιωματικό υπηρεσίας, το βράδυ της Παρασκευής, να μεταβούν στην μονάδα τους, η οποία βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη, προκειμένου να μεταφέρουν τραυματίες στρατιώτες από συγκεκριμένα σημεία της πόλης, χωρίς να τους γίνει γνωστός ο λόγος του τραυματισμού τους.
Μάλιστα κάποιοι εξ αυτών, ανέφεραν, πως τη στιγμή του τηλεφωνήματος βρισκόταν εκτός υπηρεσίας. Από τα τρία ελικόπτερα μόνο το ένα είχε τη δυνατότητα, εξαιτίας των ταραχών που ήταν σε εξέλιξη, να πραγματοποιήσει μία αερομεταφορά τραυματιών.
Τα άλλα δύο ελικόπτερα εγκατέλειψαν την προσπάθεια, καθώς δέχθηκαν πυροβολισμούς, χωρίς να είναι σε θέση να αναγνωρίσουν εάν τους επιτίθεντο πολίτες ή αστυνομικοί.
Οι επιθέσεις που δέχθηκαν τα δύο ελικόπτερα ήταν ο λόγος που επιβιβάστηκαν και τα τρία πληρώματα σε κοινό αεροσκάφος, σε αυτό με το οποίο τελικά προσγειώθηκαν στο αεροδρόμιο της Αλεξανδρούπολης.
Εξήγησαν ότι τα ελικόπτερά τους δεν είναι πολεμικά, δεν φέρουν αμυντικό ή επιθετικό οπλισμό, αλλά χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά προσωπικού και τραυματιών σε περιπτώσεις εκτάκτων αναγκών.
Ισχυρίστηκαν ότι μετά τις επιθέσεις και με οδηγία του αξιωματικού υπηρεσίας, με τον οποίο μπόρεσαν να επικοινωνήσουν μόνο μία φορά και τους ενημέρωσε ότι δεν είναι ασφαλής η επιστροφή στη μονάδα τους, μετέβησαν σε στρατιωτική μονάδα πλησίον της Κωνσταντινούπολης, όπου ήταν σταθμευμένα τα ασθενοφόρα που θα παραλάμβαναν τους τραυματίες, ενώ στην ίδια μονάδα λειτουργεί και στρατιωτικό νοσοκομείο.
Παρέμειναν σε κτίριο της συγκεκριμένης στρατιωτικής εγκατάστασης έως τις 4 με 5 τα ξημερώματα του Σαββάτου, χωρίς δυνατότητα επικοινωνίας με ανωτέρους τους.
Εγκατέλειψαν τo συγκεκριμένο σημείο τις πρώτες πρωινές ώρες, όταν το κτίριο στο οποίο βρισκόταν δέχθηκε πυροβολισμούς. Με ένα ελικόπτερο οι οκτώ άνδρες κατέφυγαν σε ασφαλή τοποθεσία και συγκεκριμένα δασική έκταση προαστιακά της Κωνσταντινούπολης, όπου μπόρεσαν μέσω ίντερνετ να ενημερωθούν για το τι ακριβώς συνέβαινε στη χώρα.
Παρακολουθώντας όλα όσα διαδραματίζονταν το πρωί του Σαββάτου και μετά τις συλλήψεις και την κακοποίηση αδιακρίτως, ανθρώπων που είτε είχαν συμμετοχή στο πραξικόπημα είτε όχι, φοβήθηκαν τόσο πολύ που αποφάσισαν από κοινού να επιβιβαστούν στο ελικόπτερο, το μοναδικό που δεν είχε βληθεί και να ταξιδέψουν στην Ελλάδα, προκειμένου να ζητήσουν πολιτικό άσυλο.
Παραδέχθηκαν ότι το σήμα μηχανικής βλάβης του αεροσκάφους που εξέπεμψαν μόλις εισήλθαν παράνομα στον ελληνικό χώρο ήταν προσχηματικό, προκειμένου να τους επιτραπεί η προσγείωση, όπως κι έγινε, καθώς και ότι η Ελλάδα δεν ήταν λύση ανάγκης όσον αφορά τον προορισμό στον οποίο μπορούσαν να κατευθυνθούν, αλλά επιλογή (τα καύσιμα του ελικοπτέρου επαρκούσαν όπως είπαν και για τη Βουλγαρία και για τη Ρουμανία).
«Σήμερα στο δικαστήριο αποδείχθηκε πως οι οκτώ κατηγορούμενοι ήταν άνθρωποι του καθήκοντος, αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και στελέχη του τουρκικού στρατού και συγκεκριμένα υπηρετούσαν σε μονάδα ελικοπτέρων του στρατού ξηράς, όχι πολεμικό λοιπόν το ελικόπτερό τους. Δεν έφερε οπλισμό το ελικόπτερο αυτό, αποδείχθηκε στην ακροαματική διαδικασία, δεν είχαν γνώση για το πραξικόπημα, εκτελούσαν διαταγές, εβλήθησαν και τα τρία ελικόπτερα στα οποία επέβαιναν, κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων που είχαν ξεκινήσει, με το στρατό, τους πραξικοπηματίες, την τουρκική αστυνομία και τους πολίτες....Αναγνωρίστηκε ότι όλα αυτά τα έκαναν από ανάγκη και όχι με δόλο», δήλωσε μετά το πέρας της δίκης η μία εκ των συνηγόρων, Μένια Πολυχρόνη.
Την ίδια ώρα οι καταδικασθέντες υπέγραψαν κοινή δήλωση, την οποία ανέγνωσε μετά το πέρας της δίκης η μία εκ των συνηγόρων τους, Κατερίνα Δαπουδάνη.
«Ευχαριστούμε τον ελληνικό λαό για τη στήριξη. Σας ζητάμε συγνώμη για την αναστάτωση που προκαλέσαμε στο ελληνικό κράτος, αλλά δεν είχαμε κάποια άλλη επιλογή. Πιστεύουμε στις δημοκρατικές αρχές και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Δεν είχαμε καμία απολύτως ανάμειξη με την απόπειρα πραξικοπήματος. Είμαστε αξιωματικοί του τουρκικού στρατού και είμαστε περήφανοι γι' αυτό. Υπηρετήσαμε με αυταπάρνηση όλα αυτά τα χρόνια και αγαπάμε τη χώρα μας. Λυπούμαστε για την κατάσταση που επικρατεί στην Τουρκία».
Η κ. Δαπουδάνη μετέφερε και την έκκληση των οκτώ ανδρών προς οποιαδήποτε Μη Κυβερνητική Οργάνωση για στήριξη και βοήθεια.
Έξι Τούρκοι δικηγόροι αυτόκλητοι μάρτυρες κατηγορίας
Με τις τηβέννους ανά χείρας, κατέφθασαν σήμερα το πρωί, στο δικαστικό μέγαρο Αλεξανδρούπολης έξι Τούρκοι δικηγόροι, προκειμένου να ζητήσουν να παραστούν ως αυτόκλητοι μάρτυρες κατηγορίας στη δίκη των οχτώ Τούρκων στρατιωτικών.
Οι κατά δήλωσή τους μέλη Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης Νομικών της γείτονας χώρας, διά του εκπροσώπου τους δικηγόρου Δρ. Ραμαζάν Αριτούρκ (Ramazan Ariturk) επιχείρησαν κατά την έναρξη της δίκης να παραδώσουν στην πρόεδρο έγγραφα τα οποία σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους αποδείκνυαν τη συμμετοχή των κατηγορουμένων στην απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος που σημειώθηκε στην Τουρκία.
Η δικαστής, όπως ήταν αναμενόμενο, αρνήθηκε να παραλάβει τα κατά τα λεγόμενα του Ραμαζάν Αριτούρκ «αποδεικτικά στοιχεία των αδικημάτων που έχουν διαπράξει στην Τουρκία οι κατηγορούμενοι» . Αιτιολόγησε την άρνηση αποδοχής των εγγράφων λέγοντας πως δεν υπάρχει κάποια διμερής συμφωνία Ελλάδας - Τουρκίας, βάσει της οποίας επιτρέπεται η συμμετοχή σε δίκη δικηγόρων, χωρίς άδεια ασκήσεως επαγγέλματος στην Ελλάδα. Επίσης, σημείωσε πως εφ’ όσον υπάρχουν αδικήματα που διεπράχθησαν στην Τουρκία οι κατηγορούμενοι θα πρέπει να δικαστούν γι’ αυτά στη χώρα τους και τόνισε ότι η σημερινή δίκη αφορά συγκεκριμένο κατηγορητήριο.
Οι έξι δικηγόροι συμμορφώθηκαν με την απόφαση της προέδρου, παραμένοντας εντός της αίθουσας ως ακροατές καθ’ όλην την διάρκεια της δίκης. Ωστόσο, κατά την ολιγόλεπτη διακοπή της διαδικασίας και λίγο πριν την ανακοίνωση της απόφασης, ένας εξ’ αυτών επιτέθηκε φραστικά, εκστομίζοντας ύβρεις και απειλές κατά των κατηγορουμένων, με αποτέλεσμα την άμεση παρέμβαση των αστυνομικών αρχών, που απομάκρυναν τον Τούρκο δικηγόρο από τον χώρο του δικαστηρίου.
Σημειώνεται ότι οι κατηγορούμενοι δεν θέλησαν να προχωρήσουν σε καταγγελία και ως εκ τούτου ο υβριστής δικηγόρος, δεν προσήχθη στο αστυνομικό τμήμα.
Μετά το τέλος του δικαστηρίου οι Τούρκοι νομικοί διένειμαν στους παρευρισκόμενους εκπροσώπους των ΜΜΕ δελτίο Τύπου - κατηγορητήριο για την συμμετοχή των κατηγορουμένων στην απόπειρα πραξικοπήματος. Στο εν λόγω δελτίο αναφέρουν μεταξύ άλλων ότι «Η απόδοση δικαιώματος ασύλου στους τρομοκράτες δεν θα αρμόζει στις σχέσεις μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας και δεν θα είναι σωστό... Εάν συνέβαινε η ίδια κατάσταση στην Τουρκία, είναι σίγουρο ότι εμείς από την πλευρά μας θα κάναμε όλες τις νομικές ενέργειες και θα εκπληρώναμε όλες τις υπευθυνότητες που μας αναλογούσαν».
Τέλος, προαναγγέλλουν ότι οι πρωτοβουλίες τους προς την Ελλάδα για «να αποδοθούν το γρηγορότερο στην Τουρκία οι οκτώ φυγάδες πραξικοπηματίες που θεωρούνται πως ανήκουν στην ομάδα του εγκεφάλου που σχεδίασε την επιδρομή στον πρόεδρο Ερντογάν, θα συνεχίζεται δια της διπλωματικής οδού».