Η Απελευθέρωση της Καλαμάτας και η Αναγγελία της Έναρξης της Επανάστασης στις Ευρωπαϊκές Κυβερνήσεις
Τις παραμονές της Επανάστασης, στη Μάνη αλλά και στις άλλες επαρχίες της Πελοποννήσου, υπήρχαν διαφωνίες σχετικά με τον κατάλληλο χρόνο για την έναρξή της. Οι οικογένειες των Μούρτζινων (ή Τρουπάκηδων) και των Τζαννετάκηδων είχαν ταχθεί υπέρ της άμεσης κήρυξης. Αντίθετα, ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης και οι συντηρητικοί πρόκριτοι της Καλαμάτας ήταν υπέρ της αναβολής, έως ότου εξασφαλιστούν οι απαραίτητες διαβεβαιώσεις και εγγυήσεις. Τα γεγονότα του 1770 με τις εκτεταμένες σφαγές του πληθυσμού κατά τη διάρκεια των «Ορλοφικών» ήταν ακόμα πρόσφατα στη συλλογική μνήμη των κατοίκων.
Οι Φιλικοί προσπαθούσαν να κάμψουν τους δισταγμούς του Πετρόμπεη. Το κύρος του και η επιρροή του στον πληθυσμό της Μάνης καθιστούσαν απαραίτητη τη συμμετοχή του στον Αγώνα. Στη Μάνη υπήρχαν όλες οι προϋποθέσεις για μία αισιόδοξη εξέλιξη των γεγονότων. Οι πολεμικοί κατά παράδοση κάτοικοί της και οι στρατιωτικοί αρχηγοί τους, η εμφάνιση εκεί του Θ. Κολοκοτρώνη, το κατάλληλο έδαφος της χερσονήσου ως ορμητηρίου για τις πολεμικές επιχειρήσεις και για την εξάπλωση του κινήματος σε όλη την Πελοπόννησο, αποτελούσαν ευοίωνες προϋποθέσεις για την επιτυχή έναρξη του Αγώνα. Οι προσπάθειες του Περραιβού, ως Αποστόλου της Εταιρείας, είχαν στόχο τη συμφιλίωση των ηγετικών οικογενειών του τόπου. Στην ίδια κατεύθυνση κινήθηκαν ο Κολοκοτρώνης και ο Παπαφλέσσας, ώστε να κάμψουν και τους τελευταίους ενδοιασμούς.
Ο Πετρόμπεης, αναμένοντας να πληροφορηθεί τις διαθέσεις των Ρώσων, συνέχιζε να προβάλλει αντιρρήσεις. Την ίδια περίοδο, οι Φιλικοί της Κωνσταντινούπολης βοήθησαν τον γιο του, Γεώργιο Μαυρομιχάλη, να δραπετεύσει. Τον κρατούσαν οι Οθωμανοί όμηρο στην Πόλη ως εγγυητή της πατρικής πίστης προς τον Σουλτάνο. Η άφιξή του στη Μάνη και οι ενθουσιώδεις ιδέες του υπέρ της Επανάστασης έγιναν γνωστές στις οθωμανικές αρχές. Παράλληλα, η απειθαρχία του Πετρόμπεη στη διαταγή να συλλάβει τον Κολοκοτρώνη και τον Παπαφλέσσα τον είχαν ήδη καταστήσει ύποπτο, με την οθωμανική διοίκηση να σχεδιάζει την αντικατάστασή του. Οι υποψίες των Οθωμανών μετριάστηκαν, όταν ο Πετρόμπεης έστειλε ως όμηρο τον μικρό του γιο Αναστάσιο στην Τριπολιτσά.
Η απελευθέρωση της Καλαμάτας
Με την παρουσία και τη δράση τόσων αγωνιστών, ο πολεμικός αναβρασμός ήταν έκδηλος από τις αρχές Μαρτίου. Από τα μέσα του μήνα, οι Οθωμανοί, υποπτευόμενοι τον επικείμενο κίνδυνο, άρχισαν να στέλνουν τις οικογένειές τους στα οχυρωμένα κάστρα της περιοχής. Παράλληλα, ο Σουλεϊμάν αγάς Αρναούτογλου, διοικητής της Καλαμάτας, κάλεσε τους προκρίτους και τους εξέφρασε τις ανησυχίες του. Για να τον καθησυχάσουν, μερικοί δεν δίστασαν να του δώσουν τα παιδιά τους ως ομήρους. Κατόρθωσαν μάλιστα να τον πείσουν πως επειδή στην περιοχή δρούσαν επικίνδυνοι ληστές – φήμες που επίτηδες διέδιδε ο Παπαφλέσσας και οι σύντροφοί του – οι 150 Τούρκοι ένοπλοι δεν έφθαναν για την προστασία της Καλαμάτας, και θα έπρεπε γι’ αυτό το λόγο να ζητηθεί ενίσχυση από τους Μανιάτες.
Τις ίδιες ημέρες, γύρω στα μέσα Μαρτίου, έφτασε στο λιμάνι του Αλμυρού της Βέργας, ένα πλοίο φορτωμένο με πολεμοφόδια που είχαν στείλει οι Φιλικοί της Σμύρνης. Ο Παπαφλέσσας αμέσως ανέθεσε στον Νικηταρά και τον Αναγνωσταρά τη μεταφορά του επικίνδυνου φορτίου. Συγχρόνως, κατόρθωσε με τέχνασμα να πείσει τον Πετρόμπεη να δώσει άδεια εκτελωνισμού, εκθέτοντάς τον έτσι στους Οθωμανούς, σε περίπτωση αποκάλυψης του φορτίου. Ο Οθωμανός διοικητής πληροφορήθηκε ότι γινόταν μεταφορά του φορτίου από ένοπλους χωρικούς και ζήτησε εξηγήσεις. Οι πρόκριτοι του απάντησαν πως οι χωρικοί μετέφεραν λάδι και ήταν ένοπλοι υπό τον φόβο των ληστών. Τη στιγμή εκείνη αποφάσισε να ζητήσει ενισχύσεις από τον Πετρόμπεη. Έτσι, στις 20 Μαρτίου έφτασε στην Καλαμάτα σώμα 150 Μανιατών υπό τον Ηλία Μαυρομιχάλη, για να προστατεύσει δήθεν την πόλη. Αυτός μάλιστα συμβούλευσε τον Αρναούτογλου να ζητήσει κι άλλες ενισχύσεις, διότι είχε πληροφορίες ότι επρόκειτο να εισβάλουν κλέφτες με σκοπό τη λεηλασία. Ο Αρναούτογλου, που δεν είχε ακόμα αντιληφθεί την παγίδα που του στηνόταν, έσπευσε να ειδοποιήσει τον Πετρόμπεη για να στείλει στην πόλη και άλλους Μανιάτες. Αυτό ήταν το σύνθημα που περίμεναν οι καπετάνιοι, που είχαν συγκεντρωθεί στις Κιτριές και είχαν πια πείσει τον Πετρόμπεη να ηγηθεί του Αγώνα.
Εν τω μεταξύ ήδη στις 17 Μαρτίου, στο ναό των Ταξιαρχών στην Αρεόπολη, είχε γίνει δοξολογία για την κήρυξη της επανάστασης. Από το απόγευμα της 22 Μαρτίου, ως τα χαράματα της επόμενης ημέρας, 2.000 ένοπλοι της «Δυτικής Σπάρτης», με επικεφαλής τον Θ. Κολοκοτρώνη, τους Μούρτζινους, τους Καπετανάκηδες, τους Κουμουνδουράκηδες, τους Κυβέλλους, τους Χρηστέηδες και τον Παναγιώτη Βενετσανάκο κατέλαβαν τους λόφους ΒΔ της Καλαμάτας. Από την άλλη πλευρά της πόλης πλησίασαν ο Παπαφλέσσας με τον Νικηταρά και τον Αναγνωσταρά. Τα ελληνικά τμήματα είχαν αποκόψει τους οδικούς άξονες προς το κέντρο της Πελοποννήσου και κάθε διαφυγή ήταν αδύνατη. Οι Οθωμανοί συγκεντρώθηκαν στα ισχυρά σπίτια της πόλης για να αντιτάξουν άμυνα. Όταν όμως το πρωί της 23ης Μαρτίου οι ένοπλοι επαναστάτες εισήλθαν στην πόλη, ο Ηλίας Μαυρομιχάλης συνέστησε στον Αρναούτογλου να παραιτηθεί από τη μάταιη αντίσταση και να παραδοθεί. Πραγματικά, ο Τούρκος διοικητής παρέδωσε την ίδια ημέρα με πρωτόκολλο την πόλη και τον τουρκικό οπλισμό. Το μεσημέρι στις όχθες του ποταμού Νέδωνα, μέσα σε μία πανηγυρική ατμόσφαιρα, ενώ αντηχούσαν οι χαρούμενες κωδωνοκρουσίες των εκκλησιών και οι θριαμβευτικές ιαχές των επαναστατών, 24 ιερείς και ιερομόναχοι ευλόγησαν, ύστερα από μία συγκινητική δοξολογία, τις ελληνικές σημαίες και όρκισαν τους αγωνιστές.
Η Μεσσηνιακή Γερουσία
Η πλήρης έλλειψη οργάνων της πολιτείας δημιουργούσε προβλήματα που απειλούσαν τη συνοχή του Αγώνα, ιδίως σε ορισμένες περιφέρειες, στις οποίες την κατάλυση της οθωμανικής εξουσίας διαδέχθηκε πλήρης αναρχία. Ως προσωρινή λύση ανέκυψε η δημιουργία περιφερειακών πολιτικών συστημάτων για την άσκηση της τοπικής διοίκησης.
Ως πρώτη τοπική αρχή της επαναστατημένης Ελλάδας θεωρείται η «Μεσσηνιακή Γερουσία» ή «Σύγκλητος» που συστάθηκε στην Καλαμάτα, αμέσως μετά την κατάληψη της πόλης. Η τοπική αυτή αρχή δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι είχε πολιτικό αλλά ούτε πολιτειακό χαρακτήρα. Εκτός από τις επαναστατικές προκηρύξεις που φέρουν την υπογραφή του Πετρόμπεη, καμία πολιτειακή ή έστω ευρύτερης σημασίας διοικητική πράξη γνωρίζουμε, πιθανώς καμία τέτοια δεν εκδόθηκε. Πρόκειται μάλλον περί μίας πρόχειρης σύμπηξης σώματος από τοπικούς αρχηγούς του Αγώνα, με την πρωτοβουλία του Πετρόμπεη. Στόχος της ήταν να προσδώσει μεγαλύτερο κύρος στις επαναστατικές προκηρύξεις του Αγώνα, η διευκόλυνση των συσκέψεων, η έκδοση διαταγών και γενικά ο συντονισμός των τοπικών πολεμικών επιχειρήσεων. Άλλωστε, σχεδόν όλοι οι καπετάνιοι την επομένη εξόρμησαν προς τα διάφορα σημεία της Πελοποννήσου για την απελευθέρωση των περιοχών της Αρκαδίας και της Λακωνίας.
Η αναγγελία της έναρξης της Επανάστασης
Στη Μεσσηνιακή Γερουσία αποδίδεται η προκήρυξη που έχει σταλεί στις ευρωπαϊκές αυλές και παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, διότι καθορίζει τους στόχους του Αγώνα, του Αγώνα, όπως τους αντιλαμβάνονταν οι πρόκριτοι και οι στρατιωτικοί. Επίσης καταδεικνύει ότι οι απλοί αγωνιστές του 1821 τοποθετούσαν το πρόβλημα της απελευθέρωσης του Ελληνισμού σε ευρωπαϊκά πλαίσια.
Πρόκειται για κείμενο που καθορίζει με σαφήνεια και καθαρότητα τους σκοπούς της επανάστασης, όπως τους είχαν συλλάβει οι ηγέτες της Φιλικής και τους είχε διατυπώσει ο Αλ. Υψηλάντης στις προκηρύξεις του από το καλοκαίρι του 1820. Υπάρχει όμως σύμπτωση μεταξύ των θέσεων του Υψηλάντη και της Γερουσίας στο ζήτημα των εξωτερικών σχέσεων της επανάστασης.
Η προκήρυξη της Μεσσηνιακής Γερουσίας έχει δημιουργήσει αρκετά προβλήματα στους ιστορικούς. Θεωρείται συλλογικό έργο που έχει συνταχθεί από γραμματείς του περιβάλλοντος του Αλέξανδρου Υψηλάντη, με κυριότερο συντάκτη της τον Γ. Λασσάνη. Η προκήρυξη στάλθηκε στη Μάνη μέσω του Σταμάτη Δουκάκη, με το πλοίο του Γ. Πράσινου, με την εντολή να παραδοθεί στα χέρια του Γρηγορίου Δικαίου. Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα του Αγώνα, που εκδόθηκε στην Καλαμάτα, με τίτλο «Σάλπιγξ Ελληνική».
Το 1958 ο Β. Π. Παναγιωτόπουλος δημοσίευσε δύο μελέτες για την Προκήρυξη της Μεσσηνιακής Γερουσίας, παρουσιάζοντας το αυθεντικό κείμενο της Προκήρυξης, με ημερομηνία 23 Μαρτίου 1821, ημερομηνία που συμπίπτει με την απελευθέρωση της Καλαμάτας από τον τουρκικό ζυγό. Η Προκήρυξη ανακαλύφθηκε στα Κρατικά Αρχεία της Μ. Βρετανίας (Public Record Office) και στο φάκελο Ζακύνθου, από τον Ελευθέριο Πρεβελάκη, Διευθυντή του Κέντρου Έρευνας της Νεοελληνικής Ιστορίας της Ακαδημίας Αθηνών.
Ανακεφαλαιώνοντας, μέσω της σύγχρονης έρευνας έχει διασαφηνιστεί ότι τα κείμενα της Προκήρυξης με ημερομηνία 23 Μαρτίου 1821 είναι πέντε: Το πρώτο, είναι το αυθεντικό κείμενο στην ελληνική και φυλάσσεται στα βρετανικά κρατικά αρχεία. Το δεύτερο είναι σε ιταλική μετάφραση και φυλάσσεται στα ίδια αρχεία. Το τρίτο είναι σε ιταλική μετάφραση και φυλάσσεται στο αρχείο Guilford της Αναγνωστικής Εταιρείας Κέρκυρας. Το τέταρτο είναι σε αγγλική μετάφραση και δημοσιεύεται στο βιβλίο του Philip James Green (Άγγλος Πρόξενος στην Πάτρα την περίοδο της επανάστασης) με τίτλο «Sketrhes of The War in Greece». Το πέμπτο είναι σε αγγλική μετάφραση και δημοσιεύεται στο βιβλίο του John L. Comstock, «History of the Greek Revolution», New York 1828.
Βιβλιογραφία
Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος, Επίλεκτες βασικές ιστορικές πηγές της ελληνικής επαναστάσεως (1813-1825), τ. Α΄, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1990.
Ν. Ι. Ζέρβη, «Η προκήρυξη της Μεσσηνιακής Συγκλήτου με ημερομηνία 23 Μαρτίου 1821 στην αγγλική και ιταλική», Πρακτικά Γ΄ Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών, Καλαμάτα 8-15 Σεπ 1985, 81-90.
Βασ. Βλ. Σφυρόερα, Η Ελληνική Επανάσταση, τ. Α΄, Η Φιλική Εταιρεία, επισκόπηση των στρατιωτικών γεγονότων, οργανισμοί και πολιτεύματα, Αθήνα 1978.
Απ. Β. Δασκαλάκη, Οι τοπικοί οργανισμοί της επαναστάσεως του 1821 και το πολίτευμα της Επιδαύρου, εκδ. Βαγιονάκη, Αθήνα 1980.
Έφη Αλλαμανή, στο «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», τ. 27, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 201513, 91-95
Πηγή: army.gr