Δικαστικός έλεγχος στους δημοσίους υπαλλήλους
Kατατέθηκε σήμερα στη Βουλή από τον υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης, Δημήτρη Ρέππα, το σχέδιο νόμου για το νέο Πειθαρχικό Δίκαιο των Δημοσίων Υπαλλήλων.
Βασικά στοιχεία αυτού είναι ο διαχωρισμός και η διάκριση των πρωτοβάθμιων συμβουλίων από τα υπηρεσιακά συμβούλια, αλλά και η μη συμμετοχή αιρετών εκπροσώπων των εργαζομένων στα πειθαρχικά συμβούλια.
Στη σύνθεση των νέων πειθαρχικών συμβουλίων συμμετέχουν, στο μεν πρωτοβάθμιο δύο δικαστικοί λειτουργοί ή μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και τρεις υπηρεσιακοί παράγοντες με το βαθμό του διευθυντή με τη θέσπιση «ασυμβιβάστων», ενώ στο δευτεροβάθμιο πειθαρχικό, καθήκοντα προέδρου ασκεί ένας αντιπρόεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, όπως γινόταν και μέχρι τώρα και συμμετέχουν τέσσερα μέλη του ΝΣΚ και δύο υπηρεσιακοί παράγοντες με το βαθμό του γενικού διευθυντή.
Να σημειωθεί πως για πρώτη φορά, γίνεται σαφής καταγραφή και αναφορά πειθαρχικών παραπτωμάτων, γεγονός που διασφαλίζει το δημόσιο υπάλληλο από αυθαίρετες κρίσεις λόγω του περιθωρίου που μέχρι τώρα υπήρχε με την ενδεικτική αναφορά παραπτωμάτων.
Ακόμη προβλέπεται μεγαλύτερος χρόνος παραγραφής, αναλόγως των πειθαρχικών παραπτωμάτων, αντιστοίχως από δύο σε πέντε χρόνια, από πέντε σε επτά χρόνια και σε δέκα χρόνια για ορισμένες περιπτώσεις που αφορούν σοβαρότατα παραπτώματα, όπως πράξεις μη αναγνώρισης του Συντάγματος, αδικαιολόγητη αποχή από την άσκηση των καθηκόντων, παράνομο οικονομικό όφελος κ.ά.
Στο νέο Πειθαρχικό Δίκαιο προβλέπεται επίσης η δυνατότητα για την επιβολή ταυτοχρόνως και πειθαρχικής τιμωρίας και οικονομικής κύρωσης.
Μάλιστα, οικονομική κύρωση μπορεί να επιβάλλεται και μετά τη συνταξιοδότηση του δημοσίου υπαλλήλου. Αυτή η ταυτόχρονη επιβολή των δύο ποινών, πειθαρχικών και οικονομικών, δεν προβλέπεται μέχρι τώρα.
Στο σχέδιο νόμου επισημαίνεται ότι τα πειθαρχικά συμβούλια οφείλουν να ολοκληρώνουν το έργο τους σε εύλογο χρόνο, προκειμένου να μην παρατηρείται, όπως μέχρι σήμερα, η καθυστέρηση στη διεκπεραίωση πολλών υποθέσεων και έχει ως αποτέλεσμα την αβεβαιότητα και την επιβάρυνση συνολικά της λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης.
Παράλληλα εκσυγχρονίζονται διατάξεις σχετικά με την αυτοδίκαιη αργία, με τη μείωση των αποδοχών, στην οποία τίθενται υπάλληλοι μέχρι να αποφανθούν τα Δικαστήρια. Ιδιαίτερη προσοχή επιδεικνύεται σε περιπτώσεις τέλεσης ποινικού αδικήματος με έντονη κοινωνική απαξία.