Απόκριες στην παλιά Αθήνα: Ξεφάντωμα και χαρτοπόλεμος σε Πλάκα και Ψυρρή
Ο Αθηναιογράφος Θωμάς Σιταράς ξετυλίγει στο Newsbomb.gr το γαϊτανάκι των αποκριάτικων αναμνήσεων στις γειτονιές της Πλάκας και του Ψυρρή, που πλημμύριζαν από χαρτοπόλεμο, μασκαρεμένους, άρματα και γλέντια.
Τελευταία Κυριακή των Αποκριών και τόσο στην Πάτρα, την Ξάνθη όσο και σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, μικροί και μεγάλοι... μασκαράδες, χορεύουν και ξεφαντώνουν σε πολύχρωμους καρναβαλικούς ρυθμούς με τις ευφάνταστες αποκριάτικες στολές τους.
Οι Απόκριες είναι ένα έθιμο που τιμάται δεόντως από τους Έλληνες εδώ και αιώνες, ενώ θεωρείται ότι έχει τις ρίζες του στη Διονυσιακή λατρεία. Κατά την παράδοση, οι μασκαράδες τρομάζουν και ξορκίζουν τα κακά πνεύματα για να μπούμε όλοι με λαμπρότητα και αγνότητα στην περίοδο της Σαρακοστής.
Ο Αθηναιογράφος Θωμάς Σιταράς μέσα από την έρευνά του σκιαγραφεί πώς οι αποκριές μπήκαν στη ζωή των Αθηναίων μετά από πολέμους και συγκρούσεις που στο πέρασμά τους είχαν αφήσει πόνο και δυστυχία. «Ο κόσμος ήθελε να ζήσει, να αφήσει πίσω του τον πόνο και την μελαγχολία. Η Ελλάδα ζούσε σε καθεστώς φτώχειας και η ανάγκη για ψυχαγωγία και επικοινωνία ήταν έκδηλη».
Μέσα από την έρευνα του ο Αθηναιογράφος ανασύρει από το αρχείο του και παρουσιάζει σήμερα στο Newsbomb.gr ένα ρεπορτάζ της εφημερίδας του «Ημερησίου Κήρυκα» το 1936.
Σε αυτό το απόσπασμα μπορεί να διακρίνει κανείς τον τρόπο με τον οποίο οι Αθηναίοι ξεχύνονταν στην Πλάκα, στου Ψυρρή και σε άλλες γειτονιές της πρωτεύουσας και ζούσαν το κλίμα των ημερών έντονα.
«Κρασί και Ποινικό Δίκαιο»
«Η Πλάκα, με τις θρυλικές ομορφιές της, την καθαρή ρωμιοσύνη της, τα νοσταλγικά τραγούδια της και τα στενά σοκάκια της, ξανάζησε πάλι χθες όλη τη παλιά δόξα της.
Επί τέλους οι Αθηναίοι που την επισκέφτηκαν, γλέντησαν με την ψυχή τους, ήπιαν ως που έπηξαν από το κρασί και απολαύσανε μια ημέρα τρελής και εύθυμης ζωής. Οι ταβέρνες, για πρώτη φορά, γέμισαν από κόσμο που εννοούσε να γλεντήσει, να τραγουδήσει και να θυμηθεί την «ανθισμένη αμυγδαλιά» και τα «μαλλάκια» της αγαπημένης του. Δεν υστέρησε φυσικά ούτε αυτός ο «Μπαρμπαγιάννης με τις στάμνες του» ούτε η «Κυρά-Βαγγελιώ», ούτε το «Αν παρήλθον οι χρόνοι εκείνοι», αναφέρει το φύλλο της εφημερίδας.
Ο «Δράκος» που υπέγραφε το ρεπορτάζ στην εφημερίδα «Ημερήσιος Κήρυκας» στην συνέχεια έγραφε για την Πλάκα που έζησε έντονα τις Απόκριες εκείνης της χρονιάς. Συγκεκριμένα και σύμφωνα με το υλικό του Αθηναιογράφου Θωμά Σιταρά που βλέπει το φως της δημοσιότητας, αναφέρει συγκεκριμένα:
«Η Πλάκα ξανάζησε! Και σε αυτό συνέτεινε η προθυμία του Δημάρχου κ. Γ. Κοτζιά, η δραστηριότητα του Συλλόγου της Πλάκας και η καλή θέληση όλων των νοσταλγών μιας εποχής που πέρασε. Δεν έλειψαν, φανταστείτε, ούτε οι αληθινοί και παλαιοί τύποι της: Ο «προστάτης των ωραίων γυναικών», ο «δάσκαλος του χορού γκαμήλας», ο συντάκτης του «Ρωμηού», ο «κατοσταράκιας», και ένα σωρό παλιοί και ξεχασμένοι τύποι, που είχαν χαθεί στη σκιά, τρομοκρατημένοι από τη κάθοδο των αριστοκρατών στις ταβέρνες. Και για πρώτη φορά, ύστερα από τόσα χρόνια ακούσαμε το ακόλουθο νοσταλγικό τραγούδι τους:
"Στης Πλάκας τα στενά σοκάκια,
Νύχτα δεν στάθηκες ποτές,
Από λαρύγγι κουτσαβάκη,
Ν’ ακούσης πως κυλάει ο αμανές.
Ίφ, πως το ντέρτι του ξεσπάζει,
Και το γιαγκίνι του σκορπά,
Για τη Σταμάτα έχει μεράκι,
Που έναν ιππέα αγαπά!
Σκληρή που μούκανες κομμάτια,
Την ανθισμένη μου καρδιά,
Ώχου και νάχε η γης κρικέλια,
Να την ασήκωνα ψηλά!"
Κι’ αυτό το τραγούδι συγκίνησε τους ηλικιωμένους Αθηναίους, που είχαν τραγουδήσει στης Πλάκας τις ανηφοριές τα ρομαντικά και αισθηματικά τραγούδια, και είχαν δεχτεί από την σκληρόκαρδη μαμά της αγαπημένης των το δοχείο της νυκτός στο κεφάλι...».
Μα, ας σας την περιγράψουμε από την αρχή αυτή την αξέχαστη ημέρα της Πλάκας. Από νωρίς άπειρα πλήθη κόσμου είχαν γεμίσει τους δρόμους της και τα διάφορα μαγαζιά της, ενώ από τα μπαλκόνια και τα παράθυρα είχαν κρεμαστεί ένα σωρό γοητευτικές ομορφιές που σκορπούσαν χαμόγελα και υποσχέσεις.
Από όπου περνούσε η πομπή των αρμάτων το πλήθος ξεσπούσε σε ζητωκραυγές. Ξεχώριζε φυσικά η «Βασίλισσα της Πλάκας» δις Παπαγεωργίου, και οι «κυρίες της τιμής» που δεν ήταν άλλες από το μπαλέτο του θεάτρου «Μοντιάλ» καθώς και πολλά κορίτσια της Πλάκας.
Ακολουθούσε το «Μαγικό Βαρέλι», ένα άρμα της εταιρείας Οίνων και Οινοπνευμάτων. Ήταν ένα τεράστιο βαρέλι από του οποίου τις κάνουλες έτρεχε άσπρο και κόκκινο κρασί. Τέσσερα κορίτσια ντυμένα βλαχοπούλες μοίραζαν κρασί στο κόσμο, ο οποίος φυσικά έπινε και ξανάπινε για να πάνε κάτω τα φαρμάκια...
Ύστερα από αυτό ερχότανε το άρμα του Πλακιώτικου κουτσομπολιού! Στο άρμα της Πλακιώτικης ταβέρνας ψηνόντουσαν στο τηγάνι μπακαλιαράκια, ενώ δύο παρέες καθόντουσαν, έπιναν και τραγουδούσαν, και έστριβαν κάθε τόσο τα ψεύτικα μουστάκια τους.
Δεν μπορούσε φυσικά να λείψει από αυτό το πανηγύρι και η απαραίτητη συζυγική σκηνή. Μια χοντρή γυναίκα κρατώντας ένα μωρό στην αγκαλιά της ερχόταν κάθε τόσο και ξεφώνιζε για να πάρει τον άνδρα της πίσω στο σπίτι... Αυτός, σουρωμένος, της παρατηρούσε: -Μωρή, τι ξεπορτίζεις μωρή; Ένα κρασί θα πιώ και θα έρθω στο ρημάδι σου. Και ύστερα τσούγκριζε το ποτήρι του με την παρέα: -Εβίβα πρώτο!
Ύστερα ακολουθούσε ένα άρμα το οποίο παρίστανε την Πλακιώτικη καντάδα. Δύο μερακλωμένοι Πλακιώτες ακουμπισμένοι σε ένα φανάρι τραγουδούσαν έξω από το σπίτι της αγαπημένης τους: Ετίναξε την ανθισμένη αμυγδαλιά Με τα χεράκια της… Από ένα παράθυρο, όμως, η μητέρα της «σκορδόπιστης» έβγαινε για να τους αδειάσει πάνω στο κεφάλι το δοχείο της νύκτας!
-Ψιλοβρέχει, έλεγε ο ένας μεθυσμένος.
-Μωρέ δεν βλέπεις που χύνω δάκρυ κορόμηλο; Παρατηρούσε ο άλλος έξαλλος από τον έρωτά του!
Τέλος ακολουθούσαν έξη κάρα σκουπιδιών γεμάτα ψηφοδέλτια τα οποία συνόδευαν σκουπιδιάρηδες με φράκο και ψηλό καπέλο!».
Σε Σταδίου και Ομόνοια
Ο Θωμάς Σιταράς δίνει μέσα από τα κείμενα του τον ρυθμό και την ένταση των Αθηναίων κατά την περίοδο της Αποκριάς. Ειδικότερα γράφει:
«Η οδός Σταδίου, η οδός Πανεπιστημίου, το Σύνταγμα και η Ομόνοια είχαν άγριες πιένες. Τα μόνα κέντρα που βλέπανε την εποχή εκείνην κόσμο ήταν το «Πανελλήνιο» και το «Πάνθεον», όπου διεξαγότανε μέχρι τις πρωινές ώρες πεισματώδης χαρτο-σερπαντινο-ανθοπόλεμος.
Χοροί σε κλειστό χώρο; Σπάνιο πράγμα. Ο κοσμάκης εννοούσε να γλεντήσει στο δρόμο, γιατί γλεντούσε όπως ήθελε και με λίγες μόνο δεκάρες, που διέθετε για σερπαντίνα. Τις χορευτικές εσπερίδες στα σπίτια τις άφηνε για την σνομπαρία, εξ άλλου εκείνη την εποχή δεν είχε προλεταριοποιηθεί το σμόκιν.
Βλέπαμε λοιπόν καταμεσής της οδού Σταδίου να στήνονται ηρωικοί χοροί: καντρίλιες, βάλς και μπόστον με τη συνοδεία μανδολινοκιθάρας, όργανα απαραίτητα για κάθε παρέα μασκέ.
Μία όμως από τις πιο χαρακτηριστικές περιγραφές της παλιάς αποκριάς στην Αθήνα είναι και εκείνη του μεγάλου λογοτέχνη Κώστα Χρηστομάνου: «Τι κακό γινόταν στο δρόμο, γράφει ο Χρηστομάνος. Τι οχλοβοή! Τι κοσμάκης! Τα τραμ με τ’ άλογα είχανε σταματήσει. Μέσα σε σύννεφα από σκόνη περνούσαν τα λαντό αργά, το ένα πίσω από το άλλο, γεμάτα ντόμινα μαύρα και τριανταφυλλιά και πράσινα με νταντέλες μαύρες, με άσπρα γάντια και κάτι μακριές χρωματιστές κορδέλες, κρεμαστές πίσω. Φωνές μασκαράδικες. Στραγάλια. Μπουκετάκια. Ρουκέτες από σερπαντίνες και βροχή το κομφετί. Εδώ ο χαρτοπόλεμος! Χαρτί και πόλεμος!
Τα πεζοδρόμια παστά από τον κοσμάκη, που έσερνε πατείς με πατώ σε τα πόδια του μέσ’ την άμμο. Μια πιθαμή, κι’ επάνω στα μαύρα ανθρώπινα κύματα τα τουρλωτά καπέλα των γυναικών σαν μαούνες φορτωμένες! Σε ατελείωτη σειρά περνούσαν τα αμάξια στολισμένα με λουλούδια ψεύτικα κι’ άλλα με αληθινά, άρματα ντυμένα με χασέδες και κόκκινο λαδόπανο, φορτωμένα θεούς του Ολύμπου. Να και μια παρέα με ποδήλατα, με χρωματιστά χαρτένια τρίγωνα στις ρόδες».
*Οι φωτογραφίες προέρχονται από το προσωπικό Αρχείο του Θωμά Σιταρά
Διαβάστε επίσης
Από την Πάτρα έως την Ξάνθη: 5 ελληνικές πόλεις με το πιο ξεχωριστό Καρναβάλι
H Tεχνόπολη γιορτάζει το Σάββατο της Αποκριάς με ένα ολοήμερο πάρτι
Απόκριες στην Αθήνα: 67 εκδηλώσεις σε 55 σημεία της πόλης - Το πρόγραμμα
ΚΠΙΣΝ: Αποκριά και Καθαρά Δευτέρα με δωρεάν είσοδο - Οι εκδηλώσεις