Προσφυγή στο ΣτΕ για το χαράτσι στα ακίνητα
«Φρένο» στην επιβολή του Έκτακτου Ειδικού Τέλους Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών (Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε.), γνωστό και ως «χαράτσι» της ΔΕΗ επιχειρεί να βάλει ο Σύλλογος «Έλληνες Φορολογούμενοι».
Με προσφυγή του στο Συμβούλιο της Επικρατείας (σ.σ είναι η πρώτη που κατατίθεται για το συγκεκριμένο τέλος) ο Σύλλογος ζητά την ακύρωση της σχετικής απόφασης του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών ως αντισυνταγματικής και αντίθετης στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).
Όπως τονίζουν οι «Έλληνες Φορολογούμενοι» στην προσφυγή τους η επιβολή του συγκεκριμένου τέλους μέσω της ΔΕΗ οδηγεί σε προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας κατά το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος, αφού:
α) Υποβαθμίζει τον φορολογούμενο ιδιοκτήτη, ακόμη και τον άνεργο και τον οικονομικά ασθενέστερο, σε αντικείμενο επίτευξης «εκτάκτων» δημοσιονομικών στόχων για τη μείωση ελλειμμάτων.
β) Η διακοπή της ηλεκτροδότησης σε άτομα που αδυνατούν να καταβάλλουν τον φόρο τους οδηγεί σε έσχατη εξαθλίωση και θέτει σε κίνδυνο την υγεία και την επιβίωσή τους.
γ) Ασκεί ένα είδος ψυχολογικής βίας και απειλής σε οικονομικά ασθενέστερα άτομα, τέτοια που δεν συνάδει με τα θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα του Συντάγματός μας και τις δημοκρατικές παραδόσεις της χώρας μας.Ακόμη ο εν λόγω νόμος παραβιάζει μια σειρά διατάξεων του Συντάγματος καθώςαναθέτει σε ιδιωτικές εταιρίες καθήκοντα κρατικής εξουσίας (υπολογισμός και είσπραξη τέλους ακινήτων, βεβαίωση παράβασης για μη πληρωμή και επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε ιδιώτες).
Σύμφωνα με την προσφυγή, εξάλλου, το λεγόμενο «τέλος ακινήτων αποτελεί στην ουσία φόρο καθώς απουσιάζουν από αυτό όλα εκείνα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν ένα ανταποδοτικό τέλος, ενώ παραβιάζει και την αρχή της φοροδοτικής ικανότητας (κατά το άρθρο 4 παρ. 5 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος), το οποίο ορίζει ότι η φορολογική υποχρέωση πρέπει να είναι ανάλογη της φοροδοτικής ικανότητας του κάθε πολίτη.Εν προκειμένω, εξηγεί ο Σύλλογος «το γεγονός ότι δύο φορολογούμενοι ιδιοκτήτες ακινήτων έχουν ένα ακίνητο της ίδιας αντικειμενικής αξίας και παλαιότητας με το ίδιο εμβαδό τετραγωνικών μέτρων δεν σημαίνει, άνευ ετέρου, ότι έχουν και την ίδια οικονομική δυνατότητα να καταβάλλουν και τον ίδιο ετήσιο φόρο (!), λαμβανομένου υπόψιν ότι το ακίνητο δεν τους αποφέρει εισόδημα. Δε λαμβάνονται δηλαδή καθόλου υπόψιν, πριν την επιβολή του εν λόγω Τέλους Ακινήτου, οι ιδιαίτερες συνθήκες και περιστάσεις υπό τις οποίες τελεί ο κάθε υπόχρεος ιδιοκτήτης ακινήτου ούτως ώστε να του επιβάλλεται ο φόρος στο ύψος που πραγματικά του αναλογεί.
Η φορολόγηση της απρόσοδης ακίνητης περιουσίας, και δη σε μόνιμη ετήσια βάση, αντιστοιχεί σε δρομολογημένη δήμευση της ατομικής ιδιοκτησίας, η οποία προσβάλλει ευθέως το Σύνταγμα και την αρχή της φορολογικής ισότητας, ιδιαίτερη έκφανση της οποίας είναι η αρχή της φορολόγησης με βάση της φοροδοτική ικανότητα του καθενός».Άλλωστε, όπως σημειώνεται στην προσφυγή η Πολιτεία δεν έχει δικαίωμα, με μεταγενέστερη της σύμβασης νομοθετική ρύθμιση, να ακυρώσει μονομερώς τις συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου που έχουν υπογραφεί για την παροχή ηλεκτροδότησης.
Επιπλέον έρχεται σε αντίθεση και με μια σειρά διατάξεων της ΕΣΔΑ που κατοχυρώνουν την προστασία του δικαιώματος της ιδιοκτησίας, το δικαίωμα της δικαστικής προστασίας.
Εκτιμάται πάντως ότι, όπως συνέβη και στην περίπτωση της προσφυγής του Συλλόγου κατά του “τέλους επιτηδεύματος” και αυτή η προσφυγή θα θεωρηθεί ως “εξαιρετικής σημασίας και σπουδαιότητας”, αφού αφορά το σύνολο του πληθυσμού και ότι θα εισαχθεί ταχύτατα για συζήτηση ενώπιον της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.