Πώς οι πυραύλοι μεγάλου βεληνεκούς μπορούν να επηρεάσουν την έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία

Η εκτίμηση του Κιέβου ότι «η απόφαση Μπάιντεν για χρήση πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς κατά της Ρωσίας θα βοηθήσει, αλλά ήρθε πολύ αργά» και η στάση της Μόσχας.

Πώς οι πυραύλοι μεγάλου βεληνεκούς μπορούν να επηρεάσουν την έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία
4'

«Ναι μεν, αλλά» αναφέρουν οι αναλυτές σε μία πρώτη ερμηνεία της απόφασης των Ηνωμένων Πολιτειών να εγκρίνουν τη χρήση πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς από την Ουκρανία κατά της Ρωσίας.

Το μεσημέρι της Τρίτης (19/11), οι ουκρανικές δυνάμεις φέρεται να πραγματοποίησαν το πρώτο τους χτύπημα σε περιοχή εντός του ρωσικού εδάφους με αμερικανικούς πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς, όπως μετέδωσε το πρακτορείο Bloomberg, επικαλούμενο το ουκρανικό RBC, που με τη σειρά του επικαλείται αξιωματούχο του εθνικού στρατού. Το χτύπημα έπληξε στρατιωτική εγκατάσταση κοντά στην πόλη Καρατσέφ, στην περιοχή Μπριάνσκ της Ρωσίας..

Δύο μήνες πριν αφήσει την προεδρία, ο Τζο Μπάιντεν ήρε ορισμένους περιορισμούς που εμπόδιζαν το Κίεβο να χρησιμοποιεί όπλα που προμηθεύθηκε από την Ουάσινγκτον για πλήγματα βαθύτερα στο ρωσικό έδαφος, σε μία σημαντική αλλαγή πολιτικής.

«Σημαντική απόφαση, αλλά έρχεται αργά»

Στρατιωτικοί αναλυτές σχολίασαν ότι ο αντίκτυπος στο πεδίο της μάχης, όπου η Ουκρανία βρίσκεται σε μειονεκτική θέση τους τελευταίους μήνες, θα εξαρτηθεί από τα όρια που παραμένουν. Ωστόσο, ενώ η αλλαγή πολιτικής σχετικά με τους ATACMS μπορεί να στηρίξει την επιχείρηση στο ουκρανικό προγεφύρωμα του Κουρσκ, μοιάζει απίθανο να αλλάξει τη μοίρα του πολέμου συνολικά.

«Η απόφαση έρχεται αργά κι όπως και άλλες αποφάσεις σε αυτό το πνεύμα, μπορεί να είναι πολύ αργά για να αλλάξει ουσιαστικά την πορεία των μαχών. Τα πλήγματα με πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς ήταν πάντα ένα κομμάτι του παζλ και είχαν φορτωθεί υπερβολικά με προσδοκίες σε αυτόν τον πόλεμο», υπογράμμισε ο Μάικ Κόφμαν, ανώτερος συνεργάτης στο Carnegie Endowment for International Peace, στην Ουάσινγκτον.

Η πολιτική στήριξης της Ουκρανίας έχει ήδη επικριθεί από τον Ρίτσαρντ Γκρένελ, έναν από τους στενότερους συμβούλους εξωτερικής πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει επικρίνει επανειλημμένα την κλίμακα της αμερικανικής βοήθειας προς το Κίεβο.

Οι ρωσικές δυνάμεις, οι οποίες βρίσκονται σε επίθεση για περισσότερο από έναν χρόνο, προελαύνουν με ταχύτερο ρυθμό από το 2022 στην ανατολική Ουκρανία και ασκούν πίεση στα βορειοανατολικά και νοτιοανατολικά.

Η Ρωσία αναφέρει ότι η Ουκρανία δεν μπορεί να εκτοξεύσει τους πυραύλους σε στόχους εντός της χώρας δίχως άμεση βοήθεια από τους συμμάχους του ΝΑΤΟ, κάνοντας λόγο για σημαντική κλιμάκωση. Το Κρεμλίνο εχθές (19/11) υπογράμμισε ότι οιαδήποτε τέτοια απόφαση σημαίνει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες εμπλέκονται άμεσα στον πόλεμο.

Σήμερα, ο Βλαντιμίρ Πούτιν προχώρησε σε ανανέωση διατάγματος που είχε υπογραφεί από εκείνον τον Ιούνιο του 2020, σχετικά με την ευρύτερη χρήση των πυρηνικών όπλων, ως απάντηση στην ανακοίνωση των Ηνωμένων Πολιτειών.

Σχετικά με τις παραμέτρους για τη χρήση των πυρηνικών όπλων από τη Ρωσία, στο διάταγμα επεκτείνεται η κατηγορία των κρατών και στρατιωτικών συμμαχιών στις οποίες η Μόσχα μπορεί να απαντήσει με πυρηνικά.

Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι κάθε επιθετική ενέργεια από ένα μη πυρηνικό κράτος με τη συμμετοχή ή στήριξη χώρας με πυρηνικά, θα θεωρείται κοινή επίθεση στη Ρωσική Ομοσπονδία.

Τα πρώτα ουκρανικά πλήγματα ίσως να πραγματοποιηθούν τις επόμενες ημέρες και είναι πιθανό να γίνουν με πυραύλους ATACMS, οι οποίοι έχουν βεληνεκές έως και 306 χιλιόμετρα.

Αξιωματούχος της κεντρικής Ευρώπης στον τομέα της άμυνας σημείωσε ότι τα πλήγματα θα δώσουν στο Κίεβο μεγαλύτερη ευκαιρία να αμυνθεί από αεροπορικές επιθέσεις, αλλά δεν θα αλλάξουν αποφασιστικά τον πόλεμο υπέρ της Ουκρανίας, μιλώντας στο Reuters.

Η Ρωσία έχει ήδη μετακινήσει πολλά από τα εναέρια μέσα πέρα από την εμβέλεια των δυτικών όπλων στην Ουκρανία, όπως προσέθεσε, αν και η εμβέλεια καλύπτει πέρα από την περιοχή του Κουρσκ που κατέχει η Ουκρανία.

Η απόφαση να εγκρίνει τις επιθέσεις με ATACMS έπειτα από μήνες ουκρανικών πιέσεων ακολουθεί ένα μοτίβο που επαναλαμβάνεται καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου, καθώς η κυβέρνηση Μπάιντεν προσπαθεί να ισορροπήσει την υποστήριξη προς την Ουκρανία με την ανησυχία για κλιμάκωση στο πεδίο. Η Ουάσινγκτον αμφιταλαντευόταν επί μήνες προτού εγκρίνει τη χορήγηση στην Ουκρανία πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς, αρμάτων μάχης και αεροσκαφών.

Ορισμένοι στρατιωτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι οι καθυστερήσεις αυτές έδωσαν χρόνο στη Μόσχα να ανακάμψει από τις πρώτες αποτυχίες και να ενισχύσει τις άμυνες των κατεχόμενων εδαφών, συμβάλλοντας στην αποτυχία μίας μεγάλης ουκρανικής αντεπίθεσης πέρυσι.

Σχετικές ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων Δημοφιλή