Ρωσία: Το νέο βομβαρδιστικό για την Πολεμική Αεροπορία

Την επόμενη δεκαετία η ρωσική Πολεμική Αεροπορία πρέπει να παραλάβει έναι νέο βομβαρδιστικό αεροπλάνο μακράς ακτίνας πτήσης. Η αναγκαιότητα γι’ αυτό, πάντως, αμφισβητείται....
5'

Την επόμενη δεκαετία η ρωσική Πολεμική Αεροπορία πρέπει να παραλάβει έναι νέο βομβαρδιστικό αεροπλάνο μακράς ακτίνας πτήσης. Η αναγκαιότητα γι’ αυτό, πάντως, αμφισβητείται. Υπάρχει η άποψη ότι τα σύγχρονα συστήματα αντιαεροπορικής και αντιπυραυλικής άμυνας μπορούν να καταστήσουν τη χρήση ενός τέτοιου αεροπλάνου αδύνατη. Παρ’ όλ’ αυτά, «θέση στην παράταξη» για το νέο αεροσκάφος υπάρχει.Σήμερα η ρωσική Πολεμική Αεροπορία μεγάλης ακτίνας δράσης χρησιμοποιεί τρεις τύπους βομβαρδιστικών: υπερηχητικά μεγάλων αποστάσεων Tu-22Μ3, βαρέα Tu-95 και βαρέα υπερηχητικά Tu-160. Η ακτίνα δράσης του Tu-22Μ3 μπορεί να κυμαίνεται από 1.500 έως 3.500 χιλιομέτρων. Τα ακόμη βαρύτερα «αδέλφια» του μπορούν χωρίς ανεφοδιασμό να απομακρυνθούν από τις βάσεις τους σε απόσταση 6-7 χιλιάδες χιλιόμετρα. Λαμβάνοντας υπόψη το εύρος του βασικού τους οπλισμού, των πτερωτών πυραύλων τύπου Κρουζ, η ακτίνα πτήσης τους επιτρέπει να πλήξουν στόχους στο έδαφος της Βόρειας Αμερικής.Πηγή: Η Φωνή της Ρωσίας Κατά μέσο όρο ο ρωσικός στόλος των στρατηγικών αεροπλάνων είναι νεότερος του αμερικανικού. Το βασικό αμερικανικό βομβαρδιστικό B-52, όπως και το Tu-95 πέταξε για πρώτη φορά το 1952. Τα B-52H, που παραμένουν εν ενεργεία στον εξοπλισμό της αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας κατασκευάστηκαν το 1960-62. Συνομήλικα των ρωσικών αεροσκαφών είναι τα B-1B, που κατασκευάστηκαν το 1984-88 και τα Β-2, που κατασκευάστηκαν το 1989-1997. Τα Β-52, το νεότερο εκ των οποίων έχει ήδη ηλικία μισού αιώνα, θα πρέπει να πετούν μέχρι το 2040. Μεταξύ 2025 και 2040 τα αεροπλάνα αυτά θα πρέπει να αντικατασταθούν από μια νέα γενιά αεροσκαφών, που αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος NGB (Next Generation Bomber). Το νέο αεροσκάφος πρέπει να αντικαταστήσει επίσης τα B-1B, η αποστράτευση των οποίων θα ξεκινήσει το 2030 και θα χρησιμοποιείται παράλληλα με το Β-2, το οποίο πρέπει να υπηρετήσει μέχρι το τέλος του 2040 και ενδεχομένως ακόμη περισσότερο. Κρίνοντας από όσα είναι γνωστά για την πιθανή τεχνική εμφάνιση των NGB, θα διαφέρει από τα Β-2 ως προς το βάρος κατά την απογείωση (περίπου 100 τόνοι έναντι 170), το βάρος του φορτίου βομβών (13 τόνοι έναντι 23) και την ακτίνα δράσης (έως 3.800 χιλιόμετρα έναντι 5.000). Η ορισμένη μείωση των χαρακτηριστικών του πρέπει να επιτρέψει να μειωθεί η τιμή του νέου αεροσκάφους έως τα 500-560 εκατομμύρια δολάρια ανά μονάδα, έναντι του ενός δισεκατομμυρίου και πλέον για το Β-2. Η εξέλιξη του προγράμματος NGB παρακολουθείται στη Ρωσία εξαιρετικά προσεκτικά. Με βάση τις γνωστές πληροφορίες, η ιδέα ενός «μεσαίου-βαρέος» αεροσκάφους, που θα διαθέτει μεγαλύτερη ακτίνα πτήσης από ό,τι το Tu-22M, αλλά αρκετά μικρότερη από ό,τι το Tu-160, μοιάζει αρκετά ελκυστική. Ωστόσο για να απαντηθεί το ερώτημα για την εν δυνάμει όψη του νέου αεροπλάνου, που σχεδιάζεται στο πλαίσιο του προγράμματος PAK DA (μελλοντικό αεροπορικό σύστημα αεροπορίας μεγάλης ακτίνας) θα πρέπει να καθοριστεί η αποστολή του. Το ρωσικό μεγάλης ακτίνας βομβαρδιστικό αεροπλάνο θα πρέπει να είναι σε θέση κατά την απογείωση από το αεροδρόμιο της βάσης του και χωρίς ανεφοδιασμό στον αέρα να μπορεί να πλήξει στόχους στο έδαφος της Ευρασίας και τα παρακείμενα ύδατα, ενώ με ανεφοδιασμό να μπορεί να εκτελέσει αποστολές σε διηπειρωτικές αποστάσεις. Αυτό σημαίνει ότι το εύρος της πτήσης του θα πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ 3.500 χιλιομέτρων με πλήρες φορτίο και στα όρια των 5.500 με περιορισμένο. Μείωση του κόστους του αεροσκάφους μπορεί να επιτευχθεί μέσω της ταυτοποίησης του PAK DA από άποψη εξοπλισμού με το μελλοντικό μαχητικό Τ-50. Συγκεκριμένα συζητείται η πιθανότητα κατασκευής ενός αεροσκάφους 100-120 τόνων με τέσσερις κινητήρες AL-41 (το Τ-50 έχει δύο τέτοιους κινητήρες) και κατασκευή του ραδιοηλεκτρονικού εξοπλισμού της καμπίνας του νέου βομβαρδιστικού με βάση τον εξοπλισμό, που έχει σχεδιαστεί για το T-50. Ως εναλλακτική λύση στη δημιουργία του PAK DA προτείνεται συχνά η χρήση των υφιστάμενων και μελλοντικών τακτικών μαχητικών της οικογένειας Su-27/Su-30 και Τ-50, των βομβαρδιστικών Su-34, καθώς και ο εκσυγχρονισμός των αεροσκαφών, που διαθέτει σήμερα η αεροπορία μεγάλης ακτίνας δράσης. Η πρώτη λύση, αν και είναι ελκυστική από την άποψη της χρηματοδότησης, δεν παρέχει πάντοτε τις απαραίτητες δυνατότητες σε περίπτωση πολέμου. Οι δυνατότητες των αεροπλάνων της τακτικής αεροπορίας να πλήττουν στόχους εκτός των ορίων της φυσιολογικής ακτίνας δράσης (έως 2.000 χιλιόμετρα) μειώνονται δραστικά. Η επίθεση σε στόχους σε μεγάλη απόσταση από το αεροδρόμιο της μόνιμης βάσης με «μία απογείωση» είναι αδύνατη. Απαιτείται είτε μια βάση προωθημένης ανάπτυξης με την κατάλληλη υποστήριξη, είτε η χρήση των αεροσκαφών ανεφοδιασμού στον αέρα, γεγονός που αυξάνει τις οικονομικές και χρονικές απώλειες εωσότου πληγεί ο στόχος. Η δεύτερη λύση είναι καλύτερη, αλλά έχει χρονικούς περιορισμούς. Παρ’ όλη τη μακροβιότητα των σύγχρονων μηχανών, δεν μπορούν να είναι αιώνιες και η σχεδίαση και έναρξη της παραγωγής τους είναι μια μακρά διαδικασία. Εάν η Ρωσία σήμερα διακόψει τις εργασίες για το νέο βομβαρδιστικό, τότε περί το 2040-50 κινδυνεύει να μείνει εντελώς χωρίς αεροπορία μεγάλων αποστάσεων. Και εάν κατά τη διάρκεια του σχεδιασμού του νέου βομβαρδιστικού εμφανιστούν κάποια νέα μέσα, που θα επιτρέπουν να μην είναι απαραίτητο το παραδοσιακό βαρύ πυραυλοφόρο, τότε οι εργασίες μπορούν να διακοπούν, αλλά μόνο μετά την εμφάνιση μιας λειτουργικής εναλλακτικής λύσης.