Συντρίβουν τους νεοναζί στη Γερμανία
Η απόφαση των πρωθυπουργών ελήφθη μία ημέρα μετά την ανάλογη απόφαση των υπουργών Εσωτερικών των κρατιδίων.
Η Μπούντεσρατ (άνω βουλή), όπου εκπροσωπούνται τα ομόσπονδα κρατίδια, θα ψηφίσει την 14η Δεκεμβρίου σχετικά με το αν θα προσφύγει στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης για την υπόθεση.
Η Μπούντεσρατ δεν χρειάζεται την υποστήριξη της κυβέρνησης, αν και κάποιοι πρωθυπουργοί έχουν πει ότι θα προτιμούσαν να έχουν τη σύμφωνη γνώμη της Μέρκελ και της Μπούντεσταγκ (κάτω βουλής), ώστε να εμφανίσουν ενιαίο μέτωπο.
Το NDP, που ιδρύθηκε το 1964 και αυτοχαρακτηρίζεται «πατριωτική δύναμη», θεωρείται ευρέως ρατσιστικό, αντισημιτικό και ρεβιζιονιστικό κόμμα, με στενούς δεσμούς με βίαιες νεοναζιστικές οργανώσεις.
Για να τεθεί εκτός νόμου το NPD η κυβέρνηση πρέπει να αποδείξει ότι, ακόμη και αν το κόμμα δεν συνηγορεί ανοιχτά υπέρ της βίας, απειλεί τη δημοκρατία τηρώντας μια «ενεργά επιθετική, μαχητική» στάση απέναντι στο κράτος.
Το 2003 η προσπάθεια απαγόρευσης του NPD απέτυχε όταν αποκαλύφθηκε ότι πληρωμένοι πληροφοριοδότες και πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών είχαν διεισδύσει στην ιεραρχία του. Το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα γιατί δεν μπορούσε να καθορίσει σε ποιο βαθμό οι πράκτορες είχαν επηρεάσει τις ενέργειες του κόμματος. Ταυτόχρονα, οι γερμανικές αρχές τότε ήταν απρόθυμες να δημοσιοποιήσουν την ταυτότητα των πρακτόρων αυτών.
Η Μέρκελ έχει δηλώσει από την πλευρά της ότι επιθυμεί να βεβαιωθεί ότι η υπόθεση έχει στέρεες βάσεις καθώς δεν θέλει να κινδυνεύσει μια δεύτερη αποτυχία, κάτι το οποίο θα έχει τα αντίθετα αποτελέσματα και ενδέχεται να νομιμοποιήσει το NDP στα μάτια κάποιων ψηφοφόρων.
Άλλοι επικριτές της κίνησης αυτής ισχυρίζονται ότι η απαγόρευση του κόμματος ενδέχεται να το σπρώξει στην παρανομία και με αυτό τον τρόπο να είναι πιο δύσκολο να ελεγχθεί.
Το NPD εκπροσωπείται σε τοπικά κοινοβούλια δύο κρατιδίων -πράγμα που σημαίνει ότι δικαιούται κρατική χρηματοδότηση αλλά δεν έχει ξεπεράσει το όριο του 5% ώστε να αναδείξει βουλευτές και στην ομοσπονδιακή βουλή.