True Detective: Δεν έχετε ξαναδεί κάτι τέτοιο! (videos+photos)
Όχι, δεν είναι κάποιο πεσιμιστικό απόσπασμα από το έργο ενός ψυχικά διαταραγμένου φιλοσόφου, αλλά αποκύημα της… πέννας του νοβελίστα Nic Pizzolattο, ο οποίος βάζει φαρδιά πλατιά τη μοναδική υπογραφή στο σενάριο της νέας σειράς του ΗΒΟ που δημιουργήθηκε απλά για να αφήσει εποχή και τίποτα λιγότερο. Και όχι, δεν είναι δραματική (αν και συχνά πυκνά αγγίζει τα όρια), αλλά αστυνομική. Ή καλύτερα αποτελεί ένα είδος μόνη της, καθώς είναι τουλάχιστον άδικο (για τις άλλες) να συγκριθεί με οποιαδήποτε προσπάθεια έχει γίνει τα τελευταία χρόνια στον τομέα αυτό της τηλεόρασης. Γιατί μπορεί αυτή να έχει «στουμπώσει» από τον πακτωλό των αστυνομικών σειρών, αυτοτελών (ή μη) επεισοδίων, ωστόσο – πιστέψτε μας – το True Detective είναι κάτι που δεν έχετε ξαναδεί.
Και να φανταστείτε, αυτή είναι μόνο μία από τις άρτια – όπως και να το δει κανείς - γραμμένες ατάκες που ξεστομίζει αβίαστα ο… φρεσκοβραβευμένος με Όσκαρ (α΄ ανδρικού ρόλου) και εκ των δύο βασικών πρωταγωνιστών της σειράς, Matthew McConaughey. Ένας ίσως από τους μετρημένους στα δάκτυλα ηθοποιούς του Hollywood που θα μπορούσε να υποδυθεί αυτό τον ωμό ήρωα – αντιήρωα που ακούει στο άκρως επιθετικό όνομα (τίποτα δεν είναι τυχαίο σε αυτή τη σειρά) Rust (= σκόρος) Cohle. Ο τελευταίος, παραιτημένος και πλήρως… παρατημένος στον μάλλον τσαντισμένο μαζί του χρόνο, σχεδόν σκελετωμένος, εξαρτημένος από αλκοόλ και τσιγάρο, μας γυρνάει πολλά χρόνια πίσω αφηγούμενος - μπροστά στην κάμερα - λεπτομέρειες μιας παλιάς υπόθεσης. Τότε που γνώρισε για πρώτη φορά τον συνεργάτη του, Martin Hart. Κατά κόσμον… Woody Harrelson, με τον οποίο εναλλάσσει τη σκυτάλη στην αφήγηση-άτυπη κατάθεση. O McConaughey μάλιστα λέγεται ότι ήταν αυτός που έπεισε τον Harrelson να συμπρωταγωνιστήσουν, παρά το γεγονός ότι σύμφωνα με τις κακές γλώσσες των σκανδαλοθηρικών περιοδικών της Αμερικής, δεν τρέφουν ιδιαίτερη εκτίμηση ο ένας για τον άλλο.
Σε αυτή όμως τη συνεργασία των δύο αντρών ( τρίτη μετά τα ED TV και Surfer Dude) θα πρέπει κανείς να αναζητήσει και το βασικότερο από τους καμιά… ντουζίνα λόγους που κάνουν αυτή τη σειρά τόσο ξεχωριστή.
Σε αντίθεση λοιπόν με τις δεκάδες άλλες αστυνομικές σειρές που κυκλοφορούν εκεί έξω, αυτοί οι δυο «συνεργάτες», όχι μόνο δεν έχουν το παραμικρό κοινό μεταξύ τους, αλλά αγγίζουν τα όρια αντιπάθειας (λέτε να ισχύει πραγματικά;) και αποστροφής.
Ο ένας (Rust), ταλαντούχος ως ντεντέκτιβ με τις τουλάχιστον αμφισβητήσιμες τεχνικές, αλλά ερείπιο παραδομένο στη φύση του εξαιτίας του θανάτου της κόρης του και της διάλυσης του γάμου του, που δεν μπορεί να «κλείσει» το αναλυτικά χειμαρρώδες μυαλό του ακόμα και αν το θέλει. «Πρώην» αλκοολικός, πληγωμένος από τη ζωή, ζει σε ένα σπίτι χωρίς έπιπλα, αυτοκαταστροφικός με μηδενιστικές θεωρίες, προβληματικό παρελθόν και χωρίς κοινωνικές συναναστροφές. Ο άλλος (Martin) είναι οικογενειάρχης με αδυναμία όμως τόσο στο ωραίο φύλο, όσο και στο ποτό (παρόλα αυτά οι δύο τους θα πιουν μόνο μία μπύρα!). Καυστικός, κυνικός με γενναίες δόσεις μαύρου χιούμορ, δείχνει φανερά την ενόχλησή του για τις όχι και τόσο συνηθισμένες απόψεις του συνεργάτη του (στην ουσία τον ανέχεται όσο χρειάζεται), ενώ είναι (στερεοτυπικά) θρήσκος όποτε τον βολεύει. Μπολιασμένος με τις πεποιθήσεις μιας ολόκληρης κοινωνίας, αγκαλιάζει τον καλό Χριστιανό, όπως ακριβώς θα προσπαθήσει να κρύψει τις (πολλές) αμαρτίες του.
Ένα δίδυμο μάτσο, ακόμα και σοβινιστικό. Σαν δυο παράλληλες γραμμές με… αιματηρά ωστόσο πολλαπλά σημεία τομής. Όπως και η μάλλον αναπόφευκτη μεταξύ τους σύγκρουση εξαιτίας… spoiler! Rust και Martin παλεύουν με τους προσωπικούς τους δαίμονες σε μια υπόθεση, η οποία βγάζει όλα τα προβλήματά τους στο προσκήνιο. Ακροβατούν περιπαικτικά μεταξύ ολέθριας προσωπικής κατάρρευσης και άνευ όρων υποταγής στη φύση τους που δεν συμβιβάζεται με τίποτα λιγότερο από το κλείσιμο της υπόθεσης. Όπως και αν έρθει αυτό, αλλά πρωτίστως ακόμα και πληρώνοντας οποιοδήποτε κόστος και τίμημα, λόγω του διαταραγμένου ψυχισμού τους και όσων αναδύονται γενναιόδωρα από τα μύχια της ψυχής τους.
Όχι πάντως τόσο διαταραγμένου, όσο του serial killer που στήνει «αρρωστημένο» σκηνικό το οποίο μοιάζει να «ξεπηδά» από βιβλίο του Λάβκραφτ, με την πάντα απαραίτητη δόση αποκρυφισμού (γυμνή ιερόδουλη, φοράει κέρατα ταράνδου με τα χέρια δεμένα σε στάση προσευχής…).
«Καμβάς» της κάμερας του Cary Fukunaga, που με την εξαίσια σκηνοθεσία του δεν αφήνει κανένα (κυριολεκτικά) πλάνο στην τύχη - κάνοντας… αχταρμά σεξ, θρησκεία, δικαιοσύνη ,ηθικοκοινωνικές αξίες και πετώντας τα ωμά στα μούτρα σου - η Λουιζιάνα. Εκεί όπου πίσω από την αιώνια λιακάδα, αναδύεται η τρομακτική σκοτεινιά, καλυμμένη από ένα θολό πέπλο μυστηρίου.
«Αυτό το μέρος είναι σαν τις αναμνήσεις κάποιου από την πόλη. Και οι αναμνήσεις ξεθωριάζουν», θα σχολιάσει χαρακτηριστικά ο Rust. Όχι όμως και οι δικές του, καθώς η εναλλαγή σκηνών και αναμνήσεων των δύο «προβληματικών» πρωταγωνιστών θα δώσουν τις απαντήσεις που αναζητά ένας θεατής, ο οποίος δεν αρέσκεται να του χαϊδεύουν τα… μάτια, αλλά να είναι σε εγρήγορση κάθε δευτερόλεπτο που παρακολουθεί. Σε αυτό βέβαια βοηθάει καταλυτικά το εύρημα της παρενθετικής αφήγησης που χρησιμοποιεί ο σεναριογράφος, επιτρέποντας στο υπέρμετρα επιβλητικό αριστούργημά του να απλωθεί υποδειγματικά σε τρεις διαφορετικούς χρόνους.
Και μπορεί μερικοί να βρουν το True Detective, περισσότερο σκοτεινό και καταθλιπτικό για τα γούστα τους, ωστόσο δεν μπορούν παρά να συμφωνήσουν ότι μοιάζει περισσότερο με ταινία (γυρισμένη σε φιλμ, κάτι εξαιρετικά σπάνιο πλέον), σπασμένη σε οχτώ μέρη που σαν άλλο τρενάκι τρόμου, σε πάει βόλτα σε μια σαιξπηρική τραγωδία με ατρόμητες λογοτεχνικές πνοές, παραδομένη από δύο ηθοποιούς στα καλύτερά τους.
Το δικό τους λιθαράκι βάζουν κάθε λογής γραφικοί ντόπιοι χαρακτήρες (γνώριμοι κομπάρσοι του ΗΒΟ), αλλά μεγαλύτερο από όλους η σύζυγος του Harrelson, την οποία υποδύεται η μοναδική Michelle Monaghan.
Και αν πάλι είστε αντίθετοι με τις πεποιθήσεις του Rust πως: «Είμαστε αντικείμενα που εργάζονται κάτω από την ψευδαίσθηση ότι έχουν εαυτό», σίγουρα θα αναθεωρήσετε όταν από το σχεδόν οπιούχο «Far From Any Road» των Handsome Brothers που ντύνει υποδειγματικά τους εξαιρετικούς για μία ακόμα φορά τίτλους αρχής σειράς του ΗΒΟ, μέχρι τη «γεμάτη» φωτογραφία, νιώσεις το δέρμα σου να κολλάει από την υγρασία και το λαιμό σου να πνίγεται από την αφιλόξενη ατμόσφαιρα του αμερικανικού Νότου. Κάπου εκεί θα γίνεις έρμαιό της.
Γιατί το True Detective, η απόλυτη φετινή τηλεοπτική εμμονή, θα μείνει χαραγμένο μέσα σου σαν μια παρακμιακή βόλτα στο σκοτάδι ακόμα και όταν πέσουν οι τίτλοι τέλους μετά από μόλις οκτώ (μονόωρης περίπου διάρκειας) επεισόδια (στην επόμενη σεζόν θα ξετυλιχτεί μία άλλη υπόθεση με διαφορετικούς πρωταγωνιστές και σκηνοθέτη). Αυτό είναι και το μοναδικό μελανό σημείο αυτής της επαναστατικής σειράς… Τώρα που το ξανασκέφτομαι όμως, η εμφάνιση της Alexandra Daddariο όπως ακριβώς τη γέννησε η μαμά της, ίσως πάλι και να το αντισταθμίζει…