Καραμανλής, Παπανδρέου, Σημίτης: Η αλληλουχία της Μεταπολίτευσης και οι άλλοι σημαντικοί ρόλοι
Σήμερα θα μιλήσουμε κυρίως για τα θετικά. Για το «αποτύπωμα» (τη «σκουριά» κατά Μάρω Δούκα), που άφησαν οι διατελέσαντες (πλην υπηρεσιακών με ή χωρίς εισαγωγικά) πρωθυπουργοί στα πενήντα χρόνια της μεταπολίτευσης. Λίγα λόγια και καλά.
Ξεκινώ, λόγω του αιφνίδιου και δυσάρεστου γεγονότος, από τον Κώστα Σημίτη. Η κυβερνητική του θητεία συνδέθηκε με δύο ιστορικής σημασίας γεγονότα: ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ (ευρώπουλα δηλαδή) και ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ (με ένα… μικρό τρικ αλλά, πάντως, ανάχωμα στους σχεδιασμούς της Άγκυρας). Φυσικά υπήρξαν -πάντα συμβαίνει αυτό- και κάποιες «γκρίζες ζώνες». Οι ευχαριστίες προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, από του βήματος Βουλής -αμέσως μετά την περιπέτεια των Ιμίων- προκάλεσαν θύελλα αντιδράσεων, αξιολογούμενες τότε ως δείγμα υποτέλειας. Στην πραγματικότητα απηχούσαν την επίγνωση του γεγονότος, ότι σε εκείνη τη φάση αν δεν έβαζε πλάτη η Ουάσιγκτον, το εθνικό κόστος ενδέχεται να ήταν… ακοστολόγητο. Σε σχέση με το θέμα αυτό, εκείνο που απομένει να αποτιμηθεί είναι αν ως προς τις διαφορετικές φάσεις διαχείρισης της κρίσης, τα ελληνικά αντανακλαστικά ήταν ή όχι επαρκώς σταθμισμένα.
Έχουμε όμως και κάτι άλλο: Σε μια χώρα όπου η κυρίαρχη πεποίθηση είναι ότι «οι πολιτικοί τα παίρνουν», τα μόνα οικονομικά σκάνδαλα που νομικά αποδείχθηκαν έχουν αμιγώς «πράσινο» πρόσημο, όλα δε εντοπίζονται στην περίοδο της διακυβέρνησης Σημίτη. Τυχαίο ή όχι; Μάλλον όχι κατά τη γνώμη μου, αλλά πάντως έχει καταγραφεί. Και κάτι ακόμα, σε έναν τόπο που τα πάντα κινούνται μεταξύ του «περίπου» και του «δε βαριέσαι», η θεσμική -σχεδόν εμμονική, με την καλή έννοια- προσήλωση του Κώστα Σημίτη σίγουρα προσέφερε ένα «λιθαράκι» ακόμη -το εύχομαι- και στο συλλογικό τρόπο σκέψης.
Συνεχίζουμε: Κωνσταντίνος Καραμανλής. Έβαλε την πρώτη πινελιά στον τερματισμό του διχασμού που είχε προκαλέσει ο εμφύλιος, αναγνωρίζοντας «τσακ-μπαμ», τη νομιμότητα του ΚΚΕ. Φυσικά ως προς αυτό ακολούθησαν και μεταγενέστερα βήματα, αλλά θα επανέλθουμε. Ήταν, πάντως, αναμφίβολα τολμηρή απόφαση η οποία συνδεόταν ταυτόχρονα με την εισήγηση ότι η «νεαρά», τότε, ελληνική δημοκρατία όφειλε να κλείσει την ψαλίδα με την ευρωπαϊκή κανονικότητα. Στην Ευρώπη μας έβαλε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, βοηθούντος και του Ζισκάρ Ντ’ Εστέν και μας έβαλε σε μια φάση που άλλες χώρες, ίσως και πιο… προνομιούχες, έβλεπαν απλώς τη σκόνη της. Κατά τ’ άλλα, ο ιδρυτής της ΝΔ περιγράφεται, από στενούς συνεργάτες και οικείους ως «doer». Αυτό ήξερε καλά να το κάνει. Και το έκανε με αποτελεσματικότητα, ίσως όχι, πάντα, με το απαραίτητο βάθος στρατηγικού σχεδιασμού.
Δεν πιστεύω ότι είναι τυχαίο πως Κωνσταντίνος Καραμανλής και Ανδρέας Παπανδρέου -με βάση τα στοιχεία της έρευνας τάσης της MRB- αξιολογούνται από τους πολίτες ως οι δύο πλέον εμβληματικοί πρωθυπουργοί της μεταπολίτευσης, με τον δεύτερο, μάλιστα, να κερδίζει καθαρά την πρώτη θέση. Πάμε, λοιπόν, στον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ. Επί των ημερών του έγινε το δεύτερο ουσιαστικό βήμα για να λειανθούν -να απαλειφθούν ίσως στις νεότερες γενιές- τα τραύματα του παρελθόντος, για να απαγκιστρωθεί η χώρα από τις τραυματικές εμπειρίες της εμφυλιακής-πρώτης μετεμφυλιακής περιόδου. Το κάψιμο των «φακέλων» της Χούντας (μεταξύ των οποίων και ο δικός μου), ήταν μια ισχυρή συμβολική κίνηση, ήταν όμως κυρίως το κάλεσμα σε μια «νέα εποχή», με συνεκτικό παράγοντα το εθνικό συμφέρον. Ανεξάρτητα από το αν είναι συνδεόμενα ή όχι (στη φιλοσοφία τους) πάντως προχωρούσε και στον τερματισμό του μονοπωλίου των «γαλάζιων παιδιών» ως προς το διορισμό στο δημόσιο τομέα, βάζοντας παράλληλα τις βάσεις για αξιοκρατικό τρόπο πρόσληψης (νόμος Πεπονή). Πέραν αυτού, ο Ανδρέας Παπανδρέου έχοντας… παραμάσχαλα τα «ιερά κιτάπια» της σοσιαλδημοκρατίας για την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους, έδωσε το πράσινο φως στον Γιώργο Γεννηματά και τον Παρασκευά Αυγερινό να υλοποιήσουν το ΕΣΥ. Μεγάλη παρακαταθήκη, αν και ο πληθωρικός τρόπος που αρχικά σχεδιάστηκε, δημιουργεί ως σήμερα σοβαρά προβλήματα στη χρηματοδότησή του. Συνδέεται, επίσης, με κομβικές νομικές αλλαγές που έγιναν σε δύο φάσεις. Ερχόμενος να ολοκληρώσει την πρώτη παρέμβαση της Άννας Ψαρούδα Μπενάκη στο οικογενειακό δίκαιο (τόση όση επέτρεπαν τα δεδομένα της εποχής), προχώρησε μεταξύ άλλων στην κατοχύρωση της ισότητας των δύο φύλων (νομικά πάντα), στην καθιέρωση του πολιτικού γάμου, στην αποποινικοποίηση της μοιχείας.
Το μεγάλο του στοίχημα, περιγραφόταν στο περίφημο σλόγκαν του ΠΑΣΟΚ «η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες», μ’ άλλα λόγια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική με βάση τις γεωπολιτικές συνθήκες της εποχής και, πάντως, σε συνέχεια της εξωτερικής πολιτικής του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Παρεμπιπτόντως θρυλείται ότι η περίφημη δήλωση του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ (από τη θέση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης) «βυθίσατε το Χόρα», ήταν κατόπιν συνεννόησης μαζί του, στο γνωστό παιχνίδι των εναλλακτικών «ρόλων», ούτως ώστε ο εν ενεργεία πρωθυπουργός να μπορεί προς τα έξω να επικαλείται «εσωτερικές δυσκολίες» διαχείρισης για να έχει μεγαλύτερο «τράτο» στη διεθνή διαπραγμάτευση.
Κλείνοντας το συγκεκριμένο κεφάλαιο, πάντα με βάση το «άγιο δισκοπότηρο» της σοσιαλδημοκρατίας έπρεπε να δοθεί βάρος στην άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων. Εκεί το χέρι μπήκε πολύ βαθιά στην τσέπη (του προϋπολογισμού) και ενώ οι ανισότητες αμβλύνθηκαν κατά τρόπο εντυπωσιακό, ταυτόχρονα ξεκίνησε και ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός. Το «ταμείο» που παρελήφθη από τον Καραμανλή σε ονομαστικούς όρους ήταν ως προς το χρέος λιγότερο από ένα δισ. Έφθασε το ’81 στα επτά δισ.! Από εκεί και πέρα «το πήρε η μπάλα», γιατί περίπου τριπλασιάσθηκε την περίοδο της συγκυβέρνησης – οικουμενικής – κυβέρνησης Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.
Ο οποίος Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ήταν επίσης σημαντική προσωπικότητα. Παρότι με μεγάλη καθυστέρηση έφθασε στο ανώτατο πολιτικό αξίωμα είχε πλήρη αίσθηση του γεγονότος ότι η χώρα χρειαζόταν άμεσα μεταρρυθμίσεις. Ο Στέφανος Μάνος «έλιωσε τα παπούτσια του» πηγαινοερχόμενος -και όχι μόνον- μεταξύ Έβερτ – Δήμα – Κανελλόπουλου για το ζήτημα της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ. Θυμίζω ότι τότε -λόγω ενός «αλλοπρόσαλλου» εκλογικού νόμου- η κυβερνητική πλειοψηφία ήταν απολύτως οριακή: 151 νοματαίοι. Τα σχέδιά του, λοιπόν, διακόπηκαν πρόωρα, για λόγους που είναι γνωστοί. Η αποτίμηση, κατά συνέπεια, μεταφέρεται στον ιστορικό του μέλλοντος.
Κώστας Καραμανλής: Είχε ένα όραμα, σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής. Να βγάλει την Ελλάδα από την κυρίαρχη, τότε, αντίληψη του διπλωματικού δόγματος, ότι δηλαδή είμαστε μικρή χώρα, άρα η οδηγία προς τους απανταχού πρέσβεις μας ήταν… περιοριστείτε στα σοκολατάκια και τα λουλούδια. Μέσω μιας ενεργειακής στρατηγικής με εταίρο τη Ρωσία, επιχείρησε να αλλάξει τον ελληνικό ρου της Ιστορίας. Εφικτό, υπερβολικό, επ’ αυτού έχουν γραφεί πολλά. Εκκρεμεί η τελευταία λέξη.
Αντώνης Σαμαράς – Ευάγγελος Βενιζέλος και Αλέξης Τσίπρας. Γιατί τα βάζω σε αλληλουχία; Γιατί το επιτάσσει η κρίση χρέους. Το πρώτο δίδυμο έκανε μια σχετικά επιθετική δημοσιονομική αναπροσαρμογή, και εξ αυτού δικαιούται εύσημα γιατί κράτησε όρθια τη χώρα. Και οι δύο μάλιστα, με προσωπικό και πολιτικό κόστος, ο δε δεύτερος με επιπροσθέτως βαρύ κομματικό. Αν ωστόσο δεν συνεργαζόταν τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, η χώρα θα διέτρεχε σοβαρό κίνδυνο να γίνει... Νιγηρία.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έκανε μακράν την πιο βίαιη δημοσιονομική αναπροσαρμογή -μετά από σημαντικές αλλά εν τέλει καρποφόρες εσωτερικές αναζητήσεις- και παρέδωσε «ταμείο τζάμι». Και όχι μόνον!
Μ’ αυτά και μ’ αυτά ερχόμαστε στο σήμερα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν «τυχερός» για δεν παρέλαβε «καμένη γη». Ήταν επίσης «τυχερός» γιατί η πανδημία μαλάκωσε την -κυρίως γερμανικής εμμονής- άκαμπτη δημοσιονομική πειθαρχία της ΕΕ. Κυρίως, όμως, ήταν και παραμένει επαγγελματίας: η οικονομία μπήκε σε ράγες. Δημιουργήθηκε αίσθημα ασφάλειας, σταθερότητας και προοπτικής εντός και εκτός ελληνικών τειχών. Παράλληλα έγιναν σημαντικά βήματα στην ψηφιοποίηση (Κυριάκος Πιερρακάκης). Και εδώ έπαιξε ρόλο η πανδημία που έθεσε άμεσες προτεραιότητες, όπως επίσης το γεγονός ότι το όλο εγχείρημα μπορούσε να υλοποιηθεί παρακάμπτοντας τα παραλυτικά γρανάζια της γραφειοκρατίας του δημοσίου. Ωστόσο, εδώ και αρκετούς μήνες το κυβερνητικό αφήγημα δεν κόβει πλέον εισιτήρια. Δεν κόβει επίσης εισιτήρια, τουλάχιστον στο παραδοσιακό νεοδημοκρατικό ακροατήριο, ο εναγκαλισμός με την ατζέντα του δικαιωματισμού. Και σίγουρα κάνει ζημιά το πακέτο κράτος δικαίου – Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Ο πρωθυπουργός έδειξε ότι έχει επίγνωση. Παρά τις βαριές απώλειες των ευρωεκλογών και ιδιαίτερα, όσο η μείζων και ελλάσσων αντιπολίτευση δεν βρίσκουν το βηματισμό τους, εξακολουθεί να έχει το μαχαίρι και το πεπόνι. Το πεπόνι είναι αδιαμφισβήτητο, το μαχαίρι προς το παρόν αναζητείται. Η υπόθεση θα κριθεί από το κατά πόσο η κυβέρνηση θα αντιληφθεί και θα ανταποκριθεί στις πραγματικές ανάγκες και αξίες της ελληνικής κοινωνίας.