2025: Το εσωτερικό πολιτικό πόκερ, η διεθνής αστάθεια και... η Σαπφώ Νοταρά
Η νέα χρονιά -που βαρύνεται από την κληρονομιά της προηγούμενης- προμηνύεται ενδιαφέρουσα αλλά και σημαντική για το ελληνικό πολιτικό σύστημα στο σύνολό του.
Θα «σφραγίσει» ή θα επανακαθορίσει τον πολιτικό χάρτη, ο οποίος θα διαμορφωθεί μέσα σε ένα ευρύτερο περιβάλλον γεωπολιτικής αστάθειας, πιθανών οικονομικών επισφαλειών, και επιπρόσθετα εθνικών ιδιαιτεροτήτων. Ούτως ή άλλως το 2024 υπήρξε χρονιά μεγάλων ανακατατάξεων, εκπλήξεων και ανατροπών.
Ξεκινώντας από τη Νέα Δημοκρατία, οι πρόσφατες ευρωεκλογές θα μπορούσαν να θεωρηθούν σημείο καμπής. Τα ποσοστά που κατέγραψε το κυβερνών κόμμα στην κάλπη (μόλις 28,31%) κρύβουν πίσω τους μια απώλεια της τάξεως του ενός εκατομμυρίου ψηφοφόρων που προφανώς δεν επλήγησαν αιφνιδίως από τον ιό της αδιαφορίας, ούτε είδαν στον ύπνο τους «το φως το αληθινό». Επομένως η απώλεια αντανακλά ευθέως τη δυσαρέσκεια μιας μεγάλης μερίδας πολιτών για την ακολουθούμενη κυβερνητική πολιτική, όπως επίσης και την αμφισβήτηση του κυβερνητικού αφηγήματος περί λαμπρής προοπτικής. (Σ' αυτό θα επανέλθουμε). Έκτοτε η ΝΔ δημοσκοπικά παραμένει λίγο πολύ καθηλωμένη στο ίδιο ισχνό ποσοστό -γεγονός που ενεργοποίησε τα αντανακλαστικά της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κόμματος: αλλεπάληλες κοινοβουλευτικές ερωτήσεις για τα θέματα της καθημερινότητας, δηλαδή ακρίβεια, ενεργειακό κόστος, κόκκινα δάνεια. Και την ίδια περίοδο ηχηρή παρουσία των δύο πρώην πρωθυπουργών και αρχηγών της παράταξης που ανέβασαν τους τόνους της κριτικής. Ιδιαίτερα, μάλιστα, η αναφορά του Αντώνη Σαμαρά σε «μαγειρέματα», στο Αιγαίο και την Κύπρο και η προτροπή του για αποπομπή Γεραπετρίτη είχαν ως αποτέλεσμα τη διαγραφή του.
Είναι χαρακτηριστικό άλλωστε, ότι ο πρωθυπουργός αναλώθηκε σε μεγάλο βαθμό το δεύτερο εξάμηνο του περασμένου χρόνου, στη διαχείριση των εσωτερικών αντιδράσεων με στοχευμένες και πολυεπίπεδες προσπάθειες κατευνασμού της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας με παράλληλα αυστηρές συστάσεις στα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου, για λιγότερο κομπασμό και περισσότερη δουλειά, δεδομένου ότι εντοπίστηκαν φαινόμενα κόπωσης.
Ο πρώτος πολιτικός σταθμός του νέου χρόνου είναι αναμφίβολα η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Με εξαίρεση τη Νέα Αριστερά που πήρε την πρωτοβουλία να προτείνει τον Χρήστο Ράμμο, τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ κινούνται στη λογική ότι το ζήτημα αυτό είναι ζήτημα (εννοούν πρόβλημα) του «κυβερνητικού μπλοκ» υπό την έννοια ότι η επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη θα δείχνει σε ποια πολιτική ισορροπία καταλήγει ανάμεσα στο αίτημα για διαφύλαξη του δεξιού χαρακτήρα του κόμματός του και στην τόνωση του προσωπικού του φιλελεύθερου-κεντρώου στίγματος.
Στο ΠΑΣΟΚ, τώρα, έγινε το double: ολική αναφορά Ανδρουλάκη από τη σκληρή αμφισβήτηση, και ανάδειξη του κινήματος σε αξιωματική αντιπολίτευση όχι μόνο κοινοβουλευτικά (λόγω της νέας διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ) αλλά και με βάση τα στοιχεία των ερευνών κοινής γνώμης. Η εικόνα της στιγμής παραπέμπει σε στασιμότητα -αν όχι ελαφρά κάμψη της πρώτης (μετά τις εσωκομματικές εκλογές) δημοσιονομικής εκτόξευσης. Και εδώ είναι το στοίχημα. Προς το παρόν στη Χαριλάου Τρικούπη «ψάχνονται», καθόλου άσχημο, αλλά έχουν καταλήξει σε έναν «μπούσουλα» ο οποίος συνοψίζεται στο δόγμα «δημιουργική αντιπολίτευση». Όπερ εστί μεθερμηνευόμενο «σας τα λέμε» (πόσο χύμα και τσουβαλάτα, αναζητείται) και «σας τρελαίνουμε σε προτάσεις» που σχετίζονται με την καθημερινότητα. Βέβαια, η υπόθεση μπερδεύτηκε κάπως, με την περίφημη ρήση «στο τανγκό χρειάζονται δύο», που αυτοτελώς παραπέμπει στο αυτονόητο, αλλά λόγω της «κακούργας» συγκυρίας (δηλαδή Ανδρουλάκη μετά τη συνάντηση με Μητσοτάκη) προσφέθηκε και για διαφορετικές ερμηνείες. Σε μικροκλίμακα η τακτική μέχρι στιγμής έχει αποδώσει, όπως για παράδειγμα στις χρεώσεις των τραπεζών (παραμένουν σε εκκρεμότητα τα μεγάλα spread επιτοκίων δανεισμού-αποταμίευσης, κόκκινα δάνεια), χρηματοδότηση Σπαρτιατών. Στη μεγάλη κλίμακα, όμως, το ΠΑΣΟΚ καλείται κυρίως να δώσει τη μάχη στην ικανότητα διαχείρισης των προβλημάτων που οι πολίτες αναδεικνύουν στον αφρό των προτεραιοτήτων τους. Από την τελευταία έρευνα-τάσης της MRB προκύπτει ότι η κυβέρνηση προπορεύεται σε όλα τα πεδία και ο βασικός της αντίπαλος στα οκτώ που ηττάται (της ακρίβειας περιαλαμβανομένης) είναι ο ΚΑΝΕΝΑΣ. Προκύπτει, επίσης, ότι οι ερωτώμενοι πιστεύουν ότι είναι μικρότερη η απόσταση (υπέρ Κινήματος) μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ ως προς την ικανότητα επίλυσης των προβλημάτων σε σχέση με τα δημοσκοπικά τους ποσοστά. Και το τελευταίο που αξιολογείται από το εκλογικό σώμα: ο βαθμός πρωθυπουργισιμότητας του Νίκου Ανδρουλάκη έναντι του Κυριάκου Μητσοτάκη. Εν ολίγοις «δουλειές με φούντες» στα καρέ της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, τέλος, αποδεικνύεται πρώτα απ' όλα σε διαχρονική... μπάμπουσκα. Την τελευταία περίπου πενταετία μετρά στο παθητικό του αθροιστικά πέντε διασπάσεις: Παναγιώτης Λαφαζάνης, Γιάνης Βαρουφάκης, Ζωή Κωνσταντοπούλου, Ομπρέλα-ομάδα Αξιόγλου, Στέφανος Κασσελάκης. Ασφαλώς δεν είναι τυχαίο, υπάρχουν λάθη και παραλείψεις, αλλά η συζήτηση δεν είναι της παρούσης. Μ' αυτά και μ' αυτά η Κουμουνδούρου σήμερα δίνει μάχη πολιτικής επιβίωσης, κινούμενη πλέον σε μονοψήφια ποσοστά. Ο Σωκράτης Φάμελλος συμβόλιζε μια ενωτική επιλογή (των εναπομεινάντων).
Είναι, όμως, ταυτόχρονα και «σκληρό καρύδι». Τα πρώτα δημοσκοπικά μηνύματα ως προς την προσωπική του αξιολόγηση είναι θετικά και θεωρητικά έχει δρόμο μπροστά του. Η νηνεμία που επικρατεί προς το παρόν στο εσωτερικό του κόμματός του, του επιτρέπει να κινείται προς την κατεύθυνση της πολιτικής και οργανωτικής ανασυγκρότησης. Επειδή, όμως, στην πραγματικότητα πρόκειται για μάχη επιβίωσης, η διαπίστωση αυτή τον (τους) οδηγεί στη μικρή εικόνα: να τα βρούμε με τη Νέα Αριστερά, «μπας και πάρουμε, όλοι, τα πάνω μας».
Συμπέρασμα: Η οικονομία παραμένει ο υπέρτατος κριτής των εξελίξεων. Είναι αλήθεια ότι οι εθνικοί ρυθμοί ανάπτυξης βρίσκονται πάνω από το μέσο όρο της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι όμως αλήθεια, επίσης, ότι το βιοτικό μας επίπεδο κείται μακράν, συγκρινόμενο πλέον μόνο με τους βαλκανικούς μας ευρωπαϊκούς εταίρους μεταξύ των οποίων μάλιστα είμαστε ουραγοί. Για να αλλάξει το τοπίο χρειάζεται μια... Σαπφώ Νοταρά («Μπουρλώτο»). Αποφάσεις στρατηγικού χαρακτήρα που θα αυξήσουν τη δυναμική της οικονομίας και θα επιταχύνουν τη σύγκλιση με την Κεντρική Ευρώπη. Αντί για «σοφιστείες» επικοινωνιακού χαρακτήρα και επίσης την ανόητη σύγκριση ανάμεσα στο σήμερα και το 2019, δηλαδή στην αυλή της μεγάλης κρίσης χρέους, καλύτερα έργα και ημέρες.