Τα κέρδη από την επιδότηση δόσεων δανείων για τους μικρομεσαίους - Το «πέναλτι» υπερημερίας
Αντιλαμβανόμενη τα πολυπληθή προβλήματα με τα οποία είναι αντιμέτωπες οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και οι ελεύθεροι επαγγελματίες η κυβέρνηση δρομολογεί ένα νέο πρόγραμμα επιδότησης δόσεων δανείων διάρκειας οκτώ μηνών.
Επιλέξιμες θα είναι μεσαίες, μικρές, πολύ μικρές και ατομικές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων και των ελεύθερων επιχειρηματιών, που έχουν αποδεδειγμένα πληγεί από την πανδημία και πληρούν συγκεκριμένα οικονομικά και περιουσιακά κριτήρια.
Όπως και στο πρόγραμμα ΓΕΦΥΡΑ για την πρώτη κατοικία, έτσι και στο νέο πρόγραμμα για τους μικρομεσαίους, θα παρέχεται επιβράβευση των συνεπών δανειοληπτών, με υψηλά ποσοστά επιδότησης, που θα φτάνουν στο 90% της δόσης. Στους μικρομεσαίους με «κόκκινα» δάνεια, θα παρέχεται επιδότηση έως 80% της δόσης, προκειμένου να τα ρυθμίσουν και να αποφύγουν κατασχέσεις και πλειστηριασμούς.
Το νέο πρόγραμμα για τους μικρομεσαίους θα καλύπτει τόσο το κεφάλαιο όσο και τους τόκους των δανείων. Η δε διαδικασία υπαγωγής σε αυτό θα είναι απλή, γρήγορη και πλήρως ηλεκτρονική, χωρίς να απαιτούνται δικαιολογητικά.
Όπως στο πρόγραμμα ΓΕΦΥΡΑ για την πρώτη κατοικία έτσι και στο νέο πρόγραμμα για τις επιχειρήσεις, σε περίπτωση καθυστέρησης ή μη καταβολής των δόσεων, οι δανειολήπτες θα χάνουν το κρατικό «δώρο». Στην περίπτωση των ενυπόθηκων δανείων καλούνται να επιστρέψουν έως 5.400 ευρώ. Αυτό το «πέναλτι» αναμένεται να είναι μεγαλύτερο στην περίπτωση των δόσεων των επιχειρηματικών δανείων.
Πάντως, η κατάσταση των επιχειρήσεων δείχνει πως το νέο πρόγραμμα επιδότησης δόσεων δανείων έρχεται την κατάλληλη στιγμή.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία από τις μετρήσεις που διενεργεί η ΓΣΕΒΕΕ, το 80% των ελληνικών επιχειρήσεων κατέγραψαν μείωση του τζίρου τους το 2020. Για αυτές τις επιχειρήσεις ο μέσος όρος μείωσης του τζίρου ήταν 48,8%.
Κατά τα ίδια στοιχεία, μια στις δύο πολύ μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχει κάποιου είδους ληξιπρόθεσμη οφειλή (εφορία, ασφαλιστικά ταμεία, προμηθευτές, τράπεζες). Αντίστοιχα μια στις δύο επιχειρήσεις εκφράζει τον φόβο ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της το επόμενο διάστημα.
Οι μισές επιχειρήσεις έχουν ρευστότητα (ταμειακά διαθέσιμα) για όχι παραπάνω από έναν μήνα. Μάλιστα, μια στις τέσσερεις επιχειρήσεις δεν έχει καθόλου ταμειακά διαθέσιμα (ρευστότητα), ενώ σχεδόν έξι στις δέκα πολύ μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις φοβούνται ότι θα κλείσουν το επόμενο διάστημα. Τέσσερεις δε, στις δέκα, φοβούνται ότι δεν θα μπορέσουν να επιβιώσουν το επόμενο εξάμηνο.
Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Newsbomb.gr.