Πώς ο ρυθμός μείωσης των «κόκκινων» δανείων επηρεάζει το Σχέδιο Ανάκαμψης Ελλάδα 2.0
Στην επισήμανση πως η αποφασιστική και συστηματική μείωση των «κόκκινων» δανείων είναι κομβικής σημασίας για την πιστοδοτική ικανότητα των τραπεζών που θα χρειαστεί για την υλοποίηση του Σχεδίου Ανάκαμψης Ελλάδα 2.0 προχωρούν οι αναλυτές του ΙΟΒΕ στην τριμηνιαία έκθεσή τους για την ελληνική οικονομία.
Στην έκθεση του ΙΟΒΕ σημειώνεται πως τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια κατέγραψαν οριακή άνοδο το πρώτο τρίμηνο του 2021 κατά 0,2% ή 0,1 δισ. ευρώ, μεταβολή που ανακόπτει την τάση συστηματικής μείωσής τους για πέντε συναπτά έτη.
Το ίδρυμα αναφέρει πως η στασιμότητα οφείλεται κατά κύριο λόγο στην απουσία μεγάλων συναλλαγών μη οργανικής μείωσης, αλλά και σε πιέσεις στο οργανικό σκέλος μεταβολής των «κόκκινων» δανείων ένεκα της οικονομικής κρίσης.
Το συνολικό επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων δανείων τον Μάρτιο του 2021 ήταν 47,3 δισ. ευρώ ή 30,3% των συνολικών δανείων, περίπου 59,9 δισ. ευρώ ή 55,9% χαμηλότερα από το μέγιστο επίπεδο του Μαρτίου 2016. Ωστόσο, παραμένει σημαντικά υψηλότερο από τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες, όπου κινείται σε χαμηλά μονοψήφια ποσοστά.
Στην επιχειρηματική πίστη, τα ποσοστά των μη εξυπηρετούμενων δανείων κατέγραψαν οριακή άνοδο στο πρώτο τρίμηνο του 2021, στο 27,9% των δανείων, από 27,7% το προηγούμενο τρίμηνο, όπως και στα στεγαστικά χαρτοφυλάκια, από 31,0% σε 31,1%. Μεγαλύτερη άνοδος, από 46,0% σε 47,3%, καταγράφηκε στα καταναλωτικά δάνεια.
Ως συνέπεια της οικονομικής κρίσης εξαιτίας της πανδημίας, οι τράπεζες βρίσκονται σε διαδικασία αναθεώρησης των επιχειρησιακών πλάνων με στρατηγικό στόχο την μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε μονοψήφιο ποσοστό έως τα τέλη του 2022.
Κατά το ΙΟΒΕ, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να επιταχυνθεί η εφαρμογή του Σχεδίου «Ηρακλής», όπως και άλλων λύσεων μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς ορισμένα εργαλεία για τον περιορισμό τους εξακολουθούν να υπό-αξιοποιούνται, όπως οι εισπράξεις από πλειστηριασμούς και οι ρευστοποιήσεις εξασφαλίσεων.
Ενδεικτικά, στο σύνολο του 2020, η μείωση των καταγεγραμμένων μη εξυπηρετούμενων δανείων κατά 21,1 δισ. ευρώ οφείλεται κατά κύριο λόγο (περί το 80-90%) σε πωλήσεις και στην εφαρμογή του προγράμματος παροχής εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου σε τιτλοποιημένα χαρτοφυλάκια ΜΕΔ (Σχέδιο «Ηρακλής», νόμος 4649/2019), κατά περίπου 10% σε διαγραφές, ενώ μονοψήφιο μόνο ποσοστό προήλθε από ενεργητική διαχείριση και ρευστοποιήσεις.
Το ΙΟΒΕ αναγνωρίζει πως στην περίοδο λειτουργίας του «Ηρακλή Ι», τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των τεσσάρων συστημικών τραπεζών απομειώθηκαν κατά περίπου 31 δισ., ενώ υπάρχει η δυνατότητα για περαιτέρω τιτλοποιήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων ύψους έως και 32 δισ. ευρώ μέσω του «Ηρακλή ΙΙ».
Ως προς τη δυναμική των μη εξυπηρετούμενων δανείων βραχυπρόθεσμα,το ΙΟΒΕ αναφέρει πως η σταδιακή επαναφορά αυστηρότερων εποπτικών κανόνων από την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή, καθώς και η απόσυρση των μέτρων στήριξης των πληττόμενων δανειοληπτών, θα επηρεάσουν αυξητικά το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, αντανακλώντας τις δυσκολίες αποπληρωμής των δανείων.
Οι σχετικές εκτιμήσεις των τραπεζών και της Τράπεζας της Ελλάδος καταλήγουν σε αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων έκτασης μεταξύ 5 δισ. και 10 δισ. αντίστοιχα, η οποία βεβαίως σε μεγάλο βαθμό θα αντισταθμιστεί από την πρόοδο σε συναλλαγές μη οργανικής μείωσής τους.
«Μεσοπρόθεσμα, αναμένεται μια συνέχιση μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ειδικά μέσα από την εφαρμογή του προγράμματος «Ηρακλής ΙΙ». Συνολικά, η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων το προσεχές χρονικό διάστημα μάλλον δεν θα έχει γραμμικό ρυθμό, εξαιτίας των επιπτώσεων της υγειονομικής κρίσης και της παύσης των προσωρινών μέτρων ενίσχυσης των δανειοληπτών», αναφέρει το ΙΟΒΕ.
Ως προς τις νέες πιστώσεις, το Ίδρυμα αναμένει να συνεχιστεί η πιστωτική συρρίκνωση στα νοικοκυριά, ενώ τα μέτρα πολιτικής με πρωταγωνιστή πλέον τις εισροές από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και τη σχετική μόχλευση ιδιωτικών επενδύσεων αναμένεται να ενισχύσουν σημαντικά την πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις.
Όπως σημειώνει, «με βάση το ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης Ελλάδα 2.0, που έχει εγκριθεί από τις Ευρωπαϊκές Αρχές, το Ταμείο Ανάκαμψης δύναται να χρηματοδοτήσει δάνεια ύψους 12,7 δισ. την περίοδο 2021-2026, τα οποία προβλέπεται να μοχλευθούν με περίπου αντίστοιχα ποσά πιστώσεων προερχόμενα από τις ελληνικές τράπεζες και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, για τη στήριξη επενδύσεων οι οποίες θα υπαχθούν στο σχέδιο. Στο πλαίσιο αυτό, η αποφασιστική και συστηματική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι κομβικής σημασίας για την πιστοδοτική ικανότητα των τραπεζών που θα χρειαστεί για την υλοποίηση του Σχεδίου Ανάκαμψης».