Προς αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% - Διαμορφώνεται στα 663 ευρώ

Την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2%, επέλεξε η κυβέρνηση για την τρέχουσα χρονιά, προκειμένου να σηματοδοτήσει αφενός τη θετική της διάθεση απέναντι στην αύξηση των αμοιβών των εργαζομένων και αφετέρου τις ιδιαίτερες συνθήκες που εξακολουθούν να ισχύουν στην αγορά εργασίας εξαιτίας της κρίσης που προκάλεσε η πανδημία.

Συμβολική αύξηση 2% στον κατώτατο μισθό
Συμβολική αύξηση 2% στον κατώτατο μισθό.Διαμορφώνεται στα 663 ευρώ και στα 29,62 ευρώ το κατώτατο ημερομίσθιο .
Pixabay
3'

Σύμφωνα με α πληροφορίες του «Βήματος της Κυριακής», ο υπουργός Εργασίας κ. Κωστής Χατζηδάκης θα εισηγηθεί στην αυριανή (Δευτέρα 26 Ιουλίου) συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου αυτό το «συγκρατημένο ποσοστό αύξησης των κατώτατων αμοιβών», παρά το γεγονός ότι το τελικό πόρισμα του ΚΕΠΕ «συνιστούσε σταθερότητα του κατώτατου μισθού εν αναμονή των εξελίξεων μέχρι το τέλος του έτους».

Με την αύξηση του 2% ο νέος κατώτατος μισθός διαμορφώνεται στα 663 ευρώ – από τα 650 ευρώ –, δηλαδή αύξηση 13 ευρώ, και το κατώτατο ημερομίσθιο φθάνει τα 29,62 ευρώ – από 29,04 ευρώ –, με αύξηση 0,58 ευρώ.
Για αποφυγή δυσμενών επιπτώσεων

Πάντως, η έκθεση του ΚΕΠΕ που έχει στα χέρια του ο υπουργός Εργασίας αναφερόταν και στο ενδεχόμενο «συμβολικής αύξησης του κατώτατου μισθού» σημειώνοντας ότι κάτι τέτοιο «ίσως να είχε θετικές επιπτώσεις στην εσωτερική ζήτηση οδηγώντας σε ταχύτερη ομαλοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας».

Καθοριστική σημασία στην τελική απόφαση της κυβέρνησης είχε η εκτίμηση της Τράπεζας της Ελλάδος, αλλά και άλλων οικονομικών φορέων ότι «η αύξηση του εργατικού κόστους μπορεί να λειτουργήσει καταλυτικά για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις», που ήδη αδυνατούν να σηκώσουν το βάρος της κρίσης που προκάλεσε η πανδημία.

Για τον λόγο αυτόν επελέγη η συγκρατημένη αύξηση, προς αποφυγή δυσμενών επιπτώσεων στις παραγωγικές επιχειρήσεις.

Πάντως το σύνολο των εργοδοτικών οργανώσεων προέκριναν το πάγωμα του μισθού και μόνο η ΓΣΕΕ ζητούσε την επαναφορά του στα 751 ευρώ.

Κυβερνητικά στελέχη προσδιορίζουν τα χρονικά περιθώρια για ουσιαστική βελτίωση των επιπέδων του κατώτατου μισθού γύρω στο φθινόπωρο του 2022 ή στις αρχές του 2023.

Τον Φεβρουάριο του 2022 και όταν θα έχουν φανεί τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης της οικονομίας, θα εκκινήσει – εκ νέου – η διαδικασία αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού, προκειμένου το καλοκαίρι του 2022 να ολοκληρωθεί και να συμφωνηθεί «μια ουσιαστική βελτίωση», η οποία θα ανταποκρίνεται στην «αυξημένη δυναμική της οικονομίας και στην ανάκαμψη της αγοράς».

Ο νέος αυτός μισθός θα ισχύσει είτε το δεύτερο εξάμηνο του 2022 είτε στις αρχές του 2023. «Του χρόνου θα υπάρχουν περισσότερες δυνατότητες και επιλογές» σημειώνουν χαρακτηριστικά στο υπουργείο Εργασίας.
Τι υποστηρίζουν οι κοινωνικοί εταίροι

Ιδιαίτερα αρνητικοί στη χορήγηση οποιασδήποτε αύξησης είναι οι κοινωνικοί εταίροι, οι οποίοι στην πλειονότητά τους επικαλούνται την αρνητική συγκυρία – λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας – και εκτιμούν πως δεν υπάρχουν περιθώρια αύξησης στον κατώτατο μισθό. Μάλιστα υπογραμμίζουν πως ανάλογο ενδεχόμενο θα επιδεινώσει περαιτέρω την – ήδη – αρνητική εικόνα της αγοράς, θα οδηγήσει σε αύξηση των απολύσεων, ενώ θα επιτείνει τα «λουκέτα» σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Στις προτάσεις του ο ΣΕΒ ζητά αντί αύξησης περαιτέρω μείωση των εισφορών (μείωση του μη μισθολογικού κόστους) ενώ ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος ζητά αντί αυξήσεων «φορολογικές ελαφρύνσεις των χαμηλόμισθων και άλλα μέτρα τα οποία θα βελτιώνουν το εισόδημά τους».

Η ΓΣΕΕ είναι η μόνη που ζητά αναπροσαρμογή του μισθού στα 751 ευρώ και αντικρούει την πρόταση για μείωση του μη μισθολογικού κόστους που οδηγεί σε απώλειες εσόδων σε φορείς κοινωνικής ασφάλισης οι οποίες θα πρέπει με κάποιον τρόπο να αναπληρωθούν.

Ροή Ειδήσεων Δημοφιλή