ΣτΕ: Αντίστροφη μέτρηση για δώρα και επιδόματα συνταξιούχων
Η έκδοση της απόφασης, στη βάση της πιλοτικής δίκης που διεξήχθη στα μέσα του Ιανουαρίου, έχει έντονο κοινωνικό ενδιαφέρον, καθώς αφορά χιλιάδες συνταξιούχους που διεκδικούν επιστροφές περικοπών σε συντάξεις και σε δώρα και ως εκ τούτου το «διά ταύτα» της κρίσης του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου της χώρας δεν μπορεί παρά να έχει και δημοσιονομικές επιπτώσεις, υπό την αναγκαία προϋπόθεση βεβαίως της δικαίωσης όσων έχουν προσφύγει στη Δικαιοσύνη.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι ανώτατοι δικαστές έχουν ολοκληρώσει τον κύκλο των διασκέψεών τους υπό την τέως πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας Μαίρη Σαρπ, η οποία έχει αποχωρήσει λόγω συμπληρώσεως ορίου ηλικίας από το δικαστικό σώμα, και με εισηγήτρια την σύμβουλο Επικρατείας Αννα Καλογεροπούλου.
Υπενθυμίζεται ότι στο ΣτΕ έχουν προσφύγει συνδικαλιστικοί φορείς που διεκδικούν αναδρομικά τις περικοπές των συντάξεών τους για ένα 11μηνο (από 11.6.2015 και μέχρι τη δημοσίευση του νόμου Κατρούγκαλου), όπως και την επιστροφή των τριών δώρων-επιδομάτων στις κύριες και επικουρικές συντάξεις τους.
Ειδικότερα, οι συνταξιούχοι ζητούν την ακύρωση της υπ’ αρθμ. Φ.11321/35005/1528/14.10.2020 απόφασης του υπουργού Εργασίας, καθώς δεν προβλέπει την επιστροφή των σχετικών περικοπών των επικουρικών συντάξεων και των δώρων που επιβλήθηκαν κατά τη μνημονιακή περίοδο, παρά το γεγονός ότι οι επίμαχες περικοπές κρίθηκαν αντισυνταγματικές με αμετάκλητες αποφάσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ το έτος 2015.
Όλοι οι προσφεύγοντες έχουν υποστηρίξει, μεταξύ άλλων, ότι με τις επίμαχες περικοπές παραβιάζονται οι συνταγματικές επιταγές, το πρώτο πρόσθετο πρωτόκολλο της ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου) για την προστασία της ιδιοκτησίας και της περιουσίας και ο Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης. Επίσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των συνταξιούχων στη διάρκεια της συζήτησης είχαν αντικρούσει τους ισχυρισμούς του Δημοσίου περί ελλείψεως εννόμου συμφέροντος των προσφευγόντων και απαραδέκτου των αιτήσεων.
Διευκρινίζεται ότι το Δημόσιο και ο ΕΦΚΑ είχαν θέσει θέμα παραδεκτού των αιτήσεων ακυρώσεως των συνταξιούχων, με το επιχείρημα ότι οι υπουργικές αποφάσεις που προσβάλλουν οι προσφεύγοντες ρυθμίζουν μόνο τεχνικά-πρακτικά θέματα, δηλαδή τον τρόπο, τη διαδικασία και τις λεπτομέρειες της επιστροφής των αναδρομικών περικοπών των συντάξεων, ενώ τα ποσά της επιστροφής, το χρονικό διάστημα για το οποίο θα επιστραφούν κ.λπ. καθορίζονται αποκλειστικά από τους νόμους 4714/2020 και 4734/2020 και όχι από τις υπουργικές αποφάσεις.
Κατά την ακροαματική διαδικασία οι δικηγόροι που εκπροσώπησαν την πλευρά του Δημοσίου είχαν αναφερθεί σε ταμειακές δυσκολίες οι οποίες οφείλονται στην πανδημία, ενώ είχαν επικαλεστεί ότι λόγοι υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος επιβάλλουν την απόρριψη των αιτήσεων των συνταξιούχων.