Νέες αυξήσεις επιτοκίων από ΕΚΤ προαναγγέλλει η Λαγκάρντ
Το κόστος του δανεισμού θα αυξηθεί και πάλι στην Ευρωζώνη, καθώς πρέπει να είναι υψηλό ώστε να ανακόψει την άνοδο των τιμών, διότι όλα θα είναι χειρότερα αν ο πληθωρισμός παγιωθεί σε μόνιμο στοιχείο της οικονομίας.
Τη θέση αυτή της ΕΚΤ επανέλαβε για μια ακόμη φορά η πρόεδρος της τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, ενώ εξέφρασε την ανησυχία της για τις αυξήσεις των αποδοχών των εργαζομένων και το ενδεχόμενο να οδηγήσουν σε περαιτέρω επιτάχυνση του πληθωρισμού.
Μιλώντας στην κροατική εφημερίδα Jutarnji με αφορμή την προσχώρηση της Κροατίας στην Ευρωζώνη από 1ης Ιανουαρίου, η κ. Λαγκάρντ προειδοποίησε πως τα επιτόκια του ευρώ θα αυξηθούν και πάλι, καθώς «σε αυτήν την περίσταση πρέπει να είναι σε υψηλά επίπεδα προκειμένου να κάμψουν τον πληθωρισμό και να τον επαναφέρουν σε επίπεδα κοντά στον στόχο του 2%». Αναφέρθηκε άλλωστε στις λεγόμενες δευτερογενείς πληθωριστικές πιέσεις, στις αυξήσεις των μισθών και τόνισε πως είναι μεγαλύτερες και ταχύτερες από όσο είχε αρχικά εκτιμηθεί. Πρόσθεσε πως η ΕΚΤ έχει χρέος να αποτρέψει τη μετατροπή των αυξήσεων αυτών σε περαιτέρω πληθωρισμό. Η κ. Λαγκάρντ απάντησε επίσης σε όσους εκφράζουν επίμονα φόβους για το ενδεχόμενο οι αλλεπάλληλες αυξήσεις των επιτοκίων, συνολικά κατά 250 μονάδες βάσης μέσα στο 2022, να προκαλέσουν ύφεση στην Ευρωζώνη. Επικαλούμενη τις πλέον πρόσφατες εκτιμήσεις οικονομολόγων και αναλυτών, η κ. Λαγκάρντ προέβλεψε πως «η ύφεση που φοβόμαστε μάλλον θα είναι βραχύβια και ρηχή», ενώ τόνισε πως όλα θα είναι χειρότερα αν επιτραπεί η παγίωση του πληθωρισμού.
Σε ανάλογες προειδοποιήσεις προέβη εξάλλου χθες ο διοικητής της Bundesbank και μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ, Γιοακίμ Νάγκελ, που επισήμανε πως χρειάζονται πρόσθετα μέτρα ώστε να καμφθούν οι προσδοκίες για περαιτέρω αυξήσεις των τιμών και να επανέλθει ο πληθωρισμός σε επίπεδα κοντά στον στόχο του 2%. Σε συνέντευξη που παραχώρησε χθες σε γερμανική εφημερίδα, ο κ. Νάγκελ τόνισε πως «οι μηνιαίες έρευνες και δημοσκοπήσεις μεταξύ επιχειρήσεων και νοικοκυριών προδίδουν γενικευμένη πεποίθηση ότι επίκεινται περαιτέρω αυξήσεις του πληθωρισμού». Επαναλαμβάνοντας τις προειδοποιήσεις της κ. Λαγκάρντ πως θα είναι πολύ χειρότερα τα πράγματα αν επιτραπεί παγίωση του πληθωρισμού, ο πρόεδρος της Bundesbank σημείωσε πως θα ήταν λάθος σε αυτήν την περίσταση να διστάσει η ΕΚΤ φοβούμενη ότι το υψηλό κόστος του δανεισμού θα πλήξει την ανάπτυξη. Οπως υπογράμμισε, «στην περίπτωση αυτή θα αναγκαζόμασταν να στραφούμε πολύ πιο απότομα σε περιοριστική νομισματική πολιτική, θέτοντας ακόμη μεγαλύτερα εμπόδια στην οικονομία».
Ο διοικητής της Bundesbank δεν παρέλειψε ακόμη να αναφερθεί στη Γερμανία, για την οποία προέβλεψε πως «θα αποφύγει τον κίνδυνο της βαθιάς ύφεσης και θα μπορέσει να βγει από την παρούσα συγκυρία με μια ήπια επιβράδυνση». Δήλωσε επίσης εξίσου αισιόδοξος πως η χώρα του θα κατορθώσει μεσοπρόθεσμα «να δαμάσει τον υψηλό πληθωρισμό». Απηχώντας πάντως για μια ακόμη φορά τα λόγια της κ. Λαγκάρντ, ο Γερμανός κεντρικός τραπεζίτης σημείωσε πως «υπάρχει σαφώς ο κίνδυνος των ισχυρότατων δευτερογενών επιπτώσεων του πληθωρισμού, καθώς οι αυξήσεις των μισθών ενδέχεται να παρατείνουν την περίοδο των υψηλών επιτοκίων».
Σε ανάλογες επισημάνσεις έχουν άλλωστε προβεί τις τελευταίες ημέρες του περασμένου έτους πολλά από τα στελέχη της ΕΚΤ, όπως η Γερμανίδα Ιζαμπέλ Σνάμπελ, η οποία υπογράμμισε την ανάγκη να τιθασευτεί ο πληθωρισμός με επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων, αλλά και ο διοικητής της Τράπεζας της Ισπανίας και αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Λούις ντε Γκίντος. Σημειωτέον ότι ο Ισπανός κεντρικός τραπεζίτης προειδοποίησε επίσης ότι η Ευρωζώνη αντιμετωπίζει «ιδιαιτέρως δύσκολη κατάσταση».