Οι δύσκολες προκλήσεις για την οικονομία την επόμενη ημέρα της κάλπης
Σημαντικές προκλήσεις στο μέτωπο της οικονομίας θα κληθεί να αντιμετωπίσει την επόμενη τετραετία η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
Οι αναλυτές των Moody’s και S&P, που εξ αρχής δεν ανέμεναν αλλαγή κυβέρνησης έχουν ήδη προειδοποιήσει.
Η S&P εστιάζει στις εξωτερικές ανισορροπίες της Ελλάδας, ένα θέμα για το οποίο προειδοποιεί εδώ και πολύ καιρό, τονίζοντας πως το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (χονδρικά οριζόμενο ως το ποσό των εισαγωγών που αγοράστηκαν πέραν των εξαγωγών που πωλήθηκαν) επιδεινώθηκε δραματικά στον απόηχο της ενεργειακής κρίσης του 2022 και ανήλθε στο 9,7% του ΑΕΠ το 2022, από 6,8% το 2021 (και μόλις 1,5% το 2019). Η αποτυχία ωστόσο να κλείσει το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών θα επεκτείνει την υπερβολική εξάρτηση της Ελλάδας από τις ροές ξένων κεφαλαίων και υποδηλώνει ότι η ανταγωνιστικότητα θα συνεχίσει να παραμένει μια τεράστια ανησυχία.
Ο οίκος αξιολόγησης Moody’s τονίζει πως αν και τα τελευταία χρόνια, και ειδικά από το 2019 και μετά, η βελτίωση στη μεταρρυθμιστική πορεία της Ελλάδας και στο δημοσιονομικό μέτωπο είναι εμφανής, μένουν πολλά και σημαντικά ακόμη να γίνουν. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει ορισμένες από τις διαρθρωτικές προκλήσεις της ελληνικής οικονομίας, ιδίως εκείνες που συνδέονται με τις χαμηλές επενδύσεις, μειώνοντας τους αυξημένους φορολογικούς συντελεστές στην Ελλάδα, χαλαρώνοντας τους επιχειρηματικούς κανονισμούς, βελτιώνοντας το πλαίσιο αδειοδότησης επενδύσεων και προωθώντας τις ιδιωτικοποιήσεις.
Ωστόσο, απομένουν ακόμη πολλές και σημαντικές προκλήσεις. Πρώτον, η Ελλάδα παραμένει ευάλωτη στους εξωτερικούς κινδύνους λόγω του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και η καθαρή διεθνής επενδυτική θέση της Ελλάδας συνεχίζει να παρουσιάζει μεγάλη και διευρυνόμενη καθαρή θέση παθητικού άνω του 170% του ΑΕΠ.
Το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα έχει βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία δέκα χρόνια, αλλά παραμένει ένα από τα υψηλότερα στην Ευρώπη, ιδίως για τους νέους και τις γυναίκες. Η εισοδηματική ανισότητα είναι πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ και παρά τις βελτιώσεις των τελευταίων ετών το ποσοστό των ατόμων που κινδυνεύουν από τη φτώχεια είναι συγκριτικά υψηλό. Τρίτον η Ελλάδα αντιμετωπίζει επίσης ένα εξαιρετικά δυσμενές δημογραφικό προφίλ, το οποίο επιδεινώθηκε από τη μετανάστευση μεγάλου ποσοστού νέων και καλά μορφωμένων κατά τα χρόνια της κρίσης. Το μερίδιο του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας στο σύνολο του πληθυσμού θα συρρικνωθεί κατά σχεδόν 9% έως το 2050.