Χράουε:Ζουν σε επιστημονική φαντασία αυτοί που σκέφτηκαν το bail-in
Στην έντυπη έκδοση της εφημερίδας Le Soir δημοσιεύεται άρθρο του Βέλγου οικονομολόγου Πάουλ ντε Χράουε με τίτλο «Το τέλος της κυπριακής κρίσης αποδυναμώνει το ευρώ» στο οποίο επισημαίνεται ότι «η πιο σημαντική επίπτωση της κυπριακής κρίσης είναι ότι οι κανόνες που διέπουν την επίλυση των μελλοντικών τραπεζικών κρίσεων ξαναγράφτηκαν».
«Σύμφωνα με το νέο δόγμα, το λεγόμενο «bail-in» που επιβλήθηκε από τη Γερμανία και το ΔΝΤ, οι κάτοχοι τραπεζικών καταθέσεων άνω των 100 χιλιάδων ευρώ γνωρίζουν τώρα ότι αν η χώρα τους έρθει αντιμέτωπη με οικονομικές δυσκολίες και πρέπει να ζητήσει βοήθεια από τις άλλες χώρες της ευρωζώνης, θα χάσουν μέρος ή το σύνολο των καταθέσεών τους» σημειώνει, επισημαίνοντας ότι ο Ολλανδός Υπουργός Οικονομικών και πρόεδρος του Eurogroup Ντάϊζελμπλουμ ήταν «ειλικρινής» όταν παραδεχόταν ότι αυτό θα αποτελέσει το νέο μοντέλο τραπεζικής εξυγίανσης στο μέλλον.
«Η ξαφνική μετέπειτα ανάκληση των λεγομένων του δεν αλλάζει αυτό το συμπέρασμα», σχολιάζει. Σύμφωνα με τον Paul De Grauwe, το νέο μοντέλο που θα αποτελέσει τον οδηγό για τη μελλοντική επίλυση τραπεζικών κρίσεων θα έχει καταστροφικές επιπτώσεις για δύο λόγους:
-Πρώτον, αυξάνει το συστημικό κίνδυνο στην ευρωζώνη και καθιστά πιο πιθανές μελλοντικές τραπεζικές κρίσεις. Κάθε φορά που μια χώρα θα εμπλέκεται σε ένα σχέδιο διάσωσης, θα υπάρχει τραπεζικός πανικός γιατί οι καταθέτες, φοβούμενοι την απώλεια των καταθέσεών τους, θα θέλουν να προστατεύσουν την περιουσία τους αποσύροντας τις καταθέσεις τους από τις τράπεζες.
-Δεύτερον, το νέο μοντέλο θα επιβάλει τεράστιο οικονομικό κόστος στις χώρες αυτές. Όταν μια τράπεζα ορισμένου μεγέθους χρεοκοπεί, οδηγεί στη χρεοκοπία και άλλες τράπεζες παρασύροντας στη συνέχεια μια σειρά επιχειρήσεων των οποίων η λειτουργία εξαρτάται από το τραπεζικό σύστημα. Το αποτέλεσμα θα είναι οικονομική ύφεση. «Αυτό συνέβη τη δεκαετία του τριάντα και υπήρξε τόσο έντονη ύφεση», τονίζει.
«Αυτοί που σκέφτηκαν το νέο μοντέλο επίλυσης τραπεζικών κρίσεων αγνοούν τις επιπτώσεις του μοντέλου αυτού όταν εφαρμόζεται στις τράπεζες. Ζουν σε ένα κόσμο επιστημονικής φαντασίας όπου οι καταθέσεις αντιμετωπίζονται σαν οποιαδήποτε άλλη επένδυση. Σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση των πραγμάτων, οι καταθέτες θα πρέπει να πληρώνουν με τον ίδιο τρόπο που πληρώνουν οι ομολογιούχοι και οι μέτοχοι. Στην ουσία, οι τραπεζικές καταθέσεις βρίσκονται στο κέντρο του συστήματος πληρωμών και πιστώσεων. Όταν θα μειωθεί η αξία των καταθέσεων από την κατάσχεση, τόσο ο μηχανισμός πληρωμών και πιστώσεων όσο και η οικονομία στο σύνολό της θα αποσταθεροποιηθούν».
«Γιατί όμως επιβλήθηκε αυτό το νέο μοντέλο;», διερωτάται ο Ντε Χράουε. Ο κύριος λόγος είναι ότι οι χώρες-πιστωτές της ευρωζώνης δεν θέλουν να πληρώσουν για τη διάσωση των τραπεζών των χωρών-οφειλετών. Η κυρίαρχη και δημοφιλέστερη άποψη μεταξύ των χωρών-πιστωτών είναι ότι οι χώρες-οφειλέτες είναι πλήρως υπεύθυνες για την κρίση, και κατά συνέπεια, δεν είναι πρέπον να πληρώσουν οι φορολογούμενοι του Βορρά για να τις στηρίξουν. Η χρησιμοποίηση των χρημάτων των φορολογούμενων των κρατών-πιστωτών θα ενθαρρύνει απλά την απερισκεψία (των χωρών-οφειλετών).
Η αλήθεια είναι ότι η ευθύνη για την κρίση του ευρώ είναι μοιρασμένη, σχολιάζει. «Για κάθε οφειλέτη που ανέλαβε πολλά ρίσκα υπάρχει ένας απρόσεκτος πιστωτής. Οι χώρες του Βορρά ήταν πάντα έτοιμες να δανείσουν χρήματα στις νότιες χώρες της ευρωζώνης. Με αυτό τον τρόπο συσσώρευαν εμπορικά πλεονάσματα που κρατούσαν τις οικονομίες τους ζωντανές».
Αν παραδεχτούν ότι οι ευθύνες γι' αυτή την κρίση είναι μοιρασμένες μεταξύ χωρών-οφειλετών και χωρών-πιστωτών, θα γίνει αποδεκτή και η ιδέα επιμερισμού του κόστους προσαρμογής μεταξύ φορολογουμένων Βορρά και Νότου της ευρωζώνης. Το γεγονός ότι δεν αναγνωρίζεται ότι όλοι είναι υπεύθυνοι οδήγησε στην επιβολή αυτού του μοντέλου «bail-in» που θα αυξήσει τον κίνδυνο δημιουργίας τραπεζικών κρίσεων και οικονομικής ύφεσης στην ευρωζώνη, καταλήγει.