Πίσω από τις κλειστές πόρτες: Ο Τσίπρας, ο ΣΕΒ και τα σενάρια του «Μεγάλου Συνασπισμού»
Είναι δεδομένο πως η τελευταία τριετία δεν έχει κυλήσει ιδιαίτερα αρμονικά.
Η πανδημία, οι τεταμένες σχέσεις με τη Τουρκία, οι περσινές πυρκαγιές, η ρωσική επιχείρηση στην Ουκρανία και η ακρίβεια, έχουν δημιουργήσει μία κατάσταση αβεβαιότητας, η οποία διαπερνά κάθε τομέα της δημόσιας -και όχι μόνο- ζωής στη χώρα μας.
Αν και όλα τα παραπάνω δεν αφορούν αποκλειστικά και μόνο την Ελλάδα, από τον ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζουν ότι εδώ έχουν «γιγαντωθεί» εξαιτίας των πολιτικών της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη. Και καθημερινά δίνουν μία σειρά από παραδείγματα, εστιάζοντας το τελευταίο διάστημα, αναγκαστικά, στην ακρίβεια.
Από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης σημειώνουν ότι για να έχουμε την πλήρη εικόνα που επικρατεί στη χώρα, θα πρέπει να προσθέσουμε, επίσης, μία σειρά από πολιτικές επιλογές του Μαξίμου, που έκαναν την κατάσταση για την κοινωνία ακόμα πιο ζοφερή.
Την αστυνομική βία των περασμένων ετών, τον τεχνητό διαχωρισμό των πολιτών σε εμβολιασμένους και «ψεκασμένους» που επιχείρησε να στήσει το Μαξίμου, τα «αντικοινωνικά» -όπως τα χαρακτηρίζει- νομοσχέδια για τα εργασιακά, την Παιδεία, την Υγεία και το περιβάλλον, αλλά και την «μονοφωνία» που επικρατεί σε μεγάλο κομμάτι του Τύπου.
Η ανησυχία της «ελίτ»
Όπως συμβαίνει πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις, τις μεγαλύτερες δυσκολίες από τις συνεχόμενες κρίσεις -μην ξεχνάμε τα μνημόνια και ότι αυτά δημιούργησαν- τις πληρώνουν τα λαϊκά στρώματα και η λεγόμενη «μεσαία τάξη».
Αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι αφήνουν αδιάφορες τις ισχυρές παραγωγικές δυνάμεις της χώρας, οι οποίες αν κάτι επιζητούν για να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα και την παραγωγικότητα τους, αυτό είναι η σταθερότητα. Και η κοινωνική ένταση δεν βοηθάει σε καμία περίπτωση αυτές τις επιδιώξεις.
Είναι αλήθεια ότι στην παρούσα φάση δεν υπάρχει κάποια ένδειξη κοινωνικής αναταραχής. Όμως, όσοι έχουν επαφή με τους πολίτες, αντιλαμβάνονται ότι τα πράγματα είναι οριακά, καθώς όλο και περισσότεροι δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα με την καθημερινότητα τους.
Αυτή η «βουβαμάρα» προκαλεί ακόμα μεγαλύτερη ανησυχία στην πολιτική και επιχειρηματική «ελίτ». Διότι μία πιθανή «έκρηξη» της κοινωνίας μπορεί να δημιουργήσει ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα στην δοκιμαζόμενη οικονομία. Όσο, όμως, συνεχίζεται αυτή η κατάσταση, ουδείς μπορεί να την αποκλείσει.
Εκλογές «αποσυμπίεσης»…
Με βάση το παραπάνω σκεπτικό, οι εκλογές το φθινόπωρο θεωρούνται από πολλούς -προφανώς και από τον ΣΥΡΙΖΑ- ως μονόδρομος.
Αρχικά, γιατί θα δώσει στους πολίτες τη δυνατότητα να εκφραστούν και να επιδοκιμάσουν ή να αποδοκιμάσουν την κυβερνητική πολιτική. Δευτερευόντως, γιατί θα επιτρέψει στην κυβέρνηση που θα προκύψει από τις φθινοπωρινές κάλπες να δουλέψει με «λυμένα χέρια» για να αντιμετωπίσει τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα, αλλά και τις προκλήσεις από τη γειτονική Τουρκία.
Αποτελεί, άλλωστε, κοινό μυστικό ότι αρκετοί υπουργοί έχουν αφήσει στην άκρη τις εργασίες τους και ασχολούνται αποκλειστικά και μόνο με την επανεκλογή τους ή την πρώτη τους εκλογική αναμέτρηση με σταυρό.
… και το σενάριο του «Μεγάλου Συνασπισμού
Ένα ακόμα στοιχείο που οδηγεί στη σκέψη ότι οι εκλογές στην παρούσα φάση θα λύσουν περισσότερα προβλήματα από όσα θα δημιουργήσουν, είναι το ότι θα προσπεραστεί ο «σκόπελος» της απλής αναλογικής.
Γιατί καλώς ή κακώς, στις εγχώριες «ελίτ» υπάρχουν πολλοί που θεωρούν το συγκεκριμένο εκλογικό σύστημα ως «παράγοντα αστάθειας». Την ίδια, όμως, στιγμή, άλλα τμήματα τους βλέπουν ως «ευλογία» την απλή αναλογική - στην παρούσα φάση.
Όπως εξηγούν στο Newsbomb.gr πρόσωπα που έχουν γνώση αυτών των συζητήσεων, είναι γεγονός πως αρκετοί παράγοντες στο εσωτερικό και το εξωτερικό, προωθούν την ιδέα της κυβέρνησης «Μεγάλου Συνασπισμού», ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Δημοκρατία, έστω και για ένα διάστημα λίγων μηνών, ως ότου δηλαδή ομαλοποιηθεί η κατάσταση.
«Όχι» από Τσίπρα
Το θέμα τέθηκε προς τον Αλέξη Τσίπρα, έστω και στα πλαίσια της συζήτησης στο «πόδι», κατά την ετήσια γενική συνέλευση του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών, στα μέσα της περασμένης εβδομάδας.
Σύμφωνα με πηγές από την Κουμουνδούρου, ακόμα και ο επιχειρηματικός κόσμος διαβλέπει πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα είναι πάλι πρωθυπουργός. Μάλιστα, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που εξέφρασαν την αγωνία τους για το ενδεχόμενο πολιτικής αστάθειας, προκρίνοντας σενάρια μεγάλου συνασπισμού.
Το εν λόγω σενάριο το απέκλεισε κατηγορηματικά ο Αλέξης Τσίπρας, σημειώνοντας πως οι δύο πόλοι που υπάρχουν στο πολιτικό μας σύστημα μπορούν και πρέπει να κάνουν κυβερνήσεις συνεργασίας, αλλά σε καμία περίπτωση μεταξύ τους.
Η «αντιπροσφορά» Τσίπρα
Η λογική της μη συνεργασίας των μεγάλων πόλων του πολιτικού συστήματος, έχει και πολλούς οπαδούς. «Φαντάζεσαι να είχε ψηφίσει ο Σαμαράς το πρώτο μνημόνιο; Μαζί με το ΠΑΣΟΚ θα κατέρρεε και η ΝΔ και μαζί της ολόκληρο το πολιτικό σύστημα», τόνισε στο Newsbomb.gr πρόσωπο που ακούει κατά καιρούς τις σκέψεις πολιτικών και επιχειρηματιών.
Προφανώς αυτή η σκέψη παίζει κάποιο ρόλο στην άρνηση Τσίπρα να συναινέσει στα σχέδια του «Μεγάλου Συνασπισμού» - εκτός από τις μεγάλες πολιτικές διαφωνίες ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, που ενδεχομένως και να καθιστούσαν αδύνατη τη συνύπαρξη τους στην εξουσία.
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι ο πρώην πρωθυπουργός δεν έχει να «προσφέρει» εναλλακτική πρόταση σταθερότητας. Ακόμα και με την απλή αναλογική. Σε αντίθεση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη που ζητάει και μιλάει για αυτοδυναμία και τίποτα άλλο, ο Αλέξης Τσίπρας υπογραμμίζει ανοιχτά την ανάγκη και τη δυνατότητα να υπάρξει μία προοδευτική κυβέρνηση, από την πρώτη κιόλας Κυριακή, έτσι ώστε να αποφευχθούν οι δεύτερες εκλογές που θα δημιουργήσουν ακόμα 40 ημέρες αστάθειας.
Παράλληλα, αυτή η νέα κυβέρνηση υπόσχεται να προσφέρει την πολυπόθητη «κοινωνική ειρήνη» που χρειάζονται οι παραγωγικές δυνάμεις του τόπου. Αν και θα χρειαστεί να βάλουν το χέρι στη τσέπη και να συμφωνήσουν με αυξήσεις σε μισθούς, συλλογικές συμβάσεις και αυστηρότερο εργασιακό πλαίσιο.
Ως αντιστάθμισμα, μία προοδευτική κυβέρνηση θα μπορούσε να συζητήσει ελαφρύνσεις μέσω της μείωσης του μη μισθολογικού κόστους, των τιμών της ενέργειας -μέσα από ένα συνολικό εθνικό σχέδιο- και άλλες μορφές στήριξης τους.
Και η αλήθεια είναι πως αρκετοί ζυγίζουν ήδη στο μυαλό τους το κόστος-όφελος μιας τέτοιας προοπτικής. Πάντως, ο τελευταίος λόγος ανήκει στους πολίτες. Και αυτούς θέλει να πείσει ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ για το σχέδιο του.