ΠΑΣΟΚ: Η αμφισβήτηση Ανδρουλάκη, η επανεκλογή και η ανάδειξη σε δεύτερο κόμμα
Το ΠΑΣΟΚ αξιωματική αντιπολίτευση - Η αμφισβήτηση Ανδρουλάκη, η επανεκλογή και η ανάδειξη σε δεύτερο κόμμα
Μέσα στο πολιτικό χάος που επικρατεί στον κατακερματισμένο χώρο της κεντροαριστεράς, υπάρχει και η ιστορία του μεγαλύτερου πολιτικού «comeback» που έχουμε δει τις τελευταίες δεκαετίες.
Ένα κόμμα που θεωρούνταν ότι βρισκόταν στη «δύση» της ιστορίας του, πλέον κατέχει τον τίτλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης της χώρας. Ωστόσο είναι μια από τις σπάνιες φορές που αυτός ο τίτλος δεν του αποδόθηκε από τους ίδιους τους πολίτες, αλλά λόγω των πολιτικών συγκυριών ενός αντίπαλου κόμματος.
Με αφορμή λοιπόν το τέλος μιας από τις πιο «επεισοδιακές» χρονιές σε πολιτικό επίπεδο, κάνουμε μια ανασκόπηση στο πώς ο Νίκος Ανδρουλάκης αμφισβητήθηκε, επικράτησε και τελικά έγινε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ξεκινώντας φυσικά από μια σύντομη ιστορική αναδρομή στην πιο πρόσφατη ιστορία του ΠΑΣΟΚ.
Το μεγάλο comeback
Το κόμμα που το 2015 είχε λάβει στις εθνικές εκλογές μόλις 4,6% και όλοι θεωρούσαν πολιτικά «νεκρό», κατόρθωσε να το διατηρήσει στη «ζωή» η αείμνηστη Φώφη Γεννηματά, η οποία το πήρε στην πιο δύσκολη στιγμή της πολυκύμαντης ιστορίας του και το παρέδωσε ανανεωμένο σε στελεχιακό δυναμικό και με διπλάσια ποσοστά από αυτά που παρέλαβε από τον προηγούμενο πρόεδρο, Ευάγγελο Βενιζέλο.
Η νέα περίοδος του ΠΑΣΟΚ, που πλέον είχε εδραιωθεί στην τρίτη θέση ξεκινά με την προεδρία του, τότε ευρωβουλευτή, Νίκου Ανδρουλάκη, ο οποίος εξελέγη το 2021, λίγο μετά τον αδόκητο θάνατο της Φώφης Γεννηματά, επικρατώντας στον πρώτο γύρο έναντι των Γιώργου Παπανδρέου, Ανδρέα Λοβέρδου, Παύλου Γερουλάνου, και Χάρη Καστανίδη και στον δεύτερο γύρο έναντι του Γιώργου Παπανδρέου.
Εκλογές και αμφισβήτηση
Το 2023, στις πρώτες εκλογές με τον Νίκο Ανδρουλάκη στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, το κόμμα λαμβάνει το 11,46%, ενώ παραμένει σχεδόν σταθερό και στις δεύτερες εκλογές που έγιναν έναν μήνα αργότερα.
Χρειάστηκε να περάσει μόλις ένας μήνας μέχρι να προκληθεί το πρώτο μεγάλο εσωκομματικό ρήγμα.
Ο Ανδρέας Λοβέρδος, ο οποίος είχε στηρίξει τον Ανδρουλάκη στις εσωκομματικές εκλογές, είχε ήδη από την προεκλογική περίοδο αμφισβητήσει τη στρατηγική του νέου προέδρου του κόμματος. Ο ίδιος, εκφράζοντας θέσεις που σε πολλές περιπτώσεις έμοιαζαν περισσότερο με αυτές βουλευτών της κυβέρνησης και όχι της αντιπολίτευσης, τελικά δεν εξελέγη βουλευτής με το ΠΑΣΟΚ ούτε στις πρώτες, ούτε στις δεύτερες εκλογές του 2023 και θα ανακοινώσει την αποχώρησή του από το ΠΑΣΟΚ.
Το κόψιμο των γεφυρών πάντως με το συγκεκριμένο πρόσωπο, ενδεχομένως να ενίσχυσε το ηγετικό προφίλ του Νίκου Ανδρουλάκη, που έδειξε ότι μπορεί να σταθεί με επιτυχία απέναντι σε ένα από τα ισχυρότερα στελέχη του κόμματός του και να βγει νικητής.
Έναν χρόνο αργότερα, ο Νίκος Ανδρουλάκης θα βρεθεί απέναντι σε μια ακόμη αμφισβήτηση, αυτή τη φορά πολύ μαζικότερη. Το ποσοστό του 12,7% και η τρίτη θέση που έλαβε το ΠΑΣΟΚ στις ευρωεκλογές του Ιουνίου του 2024, θεωρήθηκε από πολλούς ως αποτυχία, ειδικά με δεδομένη τη γενικευμένη και πρωτοφανούς μεγέθους εσωκομματική κρίση στον ΣΥΡΙΖΑ, του οποίου πρόεδρος ήταν ακόμη ο Στέφανος Κασσελάκης.
Εσωκομματικές εκλογές
Ήδη από το βράδυ των ευρωεκλογών η Νάντια Γιαννακοπούλου έθεσε θέμα ηγεσίας προκαλώντας τον Νίκο Ανδρουλάκη να προκηρύξει εκλογές.
Στη συνέχεια προστέθηκαν κι άλλες φωνές με αποτέλεσμα ο Νίκος Ανδρουλάκης να δρομολογήσει τις εξελίξεις χωρίς να χρειαστεί να γίνει μομφή εναντίον του. Ακολούθησε δηλαδή την ακριβώς αντίστροφη τακτική από αυτήν που ακολούθησε τότε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανος Κασσελάκης που προκάλεσε την ΚΕ του επιτροπή να στραφεί ευθέως με μομφή εναντίον του.
Στις εσωκομματικές εκλογές του ΠΑΣΟΚ, έθεσαν υποψηφιότητα εκτός από τον Νίκο Ανδρουλάκη, και οι: Χάρης Δούκας, Παύλος Γερουλάνος, Μιχάλης Κατρίνης, Νάντια Γιαννακοπούλου και Άννα Διαμαντοπούλου.
Ο δήμαρχος Αθηναίων Χάρης Δούκας, πήγε στον δεύτερο γύρο καθώς πέρασε τον Παύλο Γερουλάνο για ελάχιστες ψήφους όμως τελικά ηττήθηκε από τον Νίκο Ανδρουλάκη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 2024 ήταν για το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ μια παράλληλη πορεία, όμως με πολύ διαφορετική εξέλιξη.
Η αμφισβήτηση των προέδρων έγινε σχεδόν ταυτόχρονα, ενώ και οι εσωκομματικές εκλογές και το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ σχεδόν ταυτίστηκαν ως προς τις χρονικές περιόδους.
Η διαφορές όμως ήταν πολύ περισσότερες από αυτές τις κοινές συγκυρίες. Τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ σπαρασσόταν από ακραίες εσωκομματικές διαμάχες, εχθρικές συμπεριφορές μεταξύ στελεχών και του προέδρου και άλλες πρωτοφανείς καταστάσεις, το ΠΑΣΟΚ επεδείκνυε έναν πολιτικό πολιτισμό που το έκανε να διατηρήσει μια καλή εικόνα ακόμη και κατά τη διάρκεια των εσωκομματικών εκλογών που συνήθως και ευλόγως ενισχύουν την εσωστρέφεια.
Κορυφαίο παράδειγμα είναι το debate των υποψηφίων του ΠΑΣΟΚ, όπου παρά τις διαφωνίες οι υποψήφιοι πρόεδροι επέδειξαν έναν πολιτικό πολιτισμό που κέρδιζε πόντους, όχι τόσο από μόνος του, αλλά μέσα από τη σύγκριση που γινόταν με το τι συνέβαινε «απέναντι».
Το «ώριμο φρούτο» της αξιωματικής αντιπολίτευσης
Αμέσως μετά το επεισοδιακό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ που επικύρωσε και τον αποκλεισμό του Στέφανου Κασσελάκη από την προεδρική κούρσα και οδήγησε στην αποχώρησή του από τον ΣΥΡΙΖΑ, άρχισαν να τον ακολουθούν και οι βουλευτές του περιβάλλοντός του. Συνολικά λόγω αυτού αποχώρησαν 9 βουλευτές. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε επίσης χάσει 9 βουλευτές από τη διάσπαση που είχε γίνει το 2023 με τη δημιουργία της Νέας Αριστεράς.
Η δραματική μείωση των μελών της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, είχε σαν αποτέλεσμα τελικά το δεύτερο εκλεγμένο κόμμα να αριθμεί λιγότερους βουλευτές από το τρίτο και έτσι το ΠΑΣΟΚ να αναγορευτεί αυτομάτως σε αξιωματική αντιπολίτευση της χώρας.
Η μάχη των «δύο δεύτερων»
Πλέον η Ελλάδα έχει δύο κόμματα που δηλώνουν ότι κατέχουν τη δεύτερη θέση. Το ένα, το ΠΑΣΟΚ, την κατέχει τυπικά, ενώ το άλλο, ο ΣΥΡΙΖΑ, επιμένει ότι το κατέχει ουσιαστικά αφού έτσι ήταν η κατάταξη των κομμάτων από τις εκλογές του 2023.
Πλέον στο πολιτικό σκηνικό οι πολίτες παρακολουθούν τα δύο μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης να επιδίδονται σε έναν αγώνα δρόμου κατάθεσης προτάσεων νόμου και τροπολογιών που στόχο έχουν αφενός να υποβαθμίσουν τις κυβερνητικές πολιτικές, αλλά ταυτόχρονα το κάθε κόμμα να περιθωριοποιήσει το άλλο στην προσπάθεια να μονοπωλήσει την αντιπολίτευση.
Ταυτόχρονα, το ΠΑΣΟΚ δίνει τη δική του μάχη παρασκηνίου προκειμένου να προσελκύσει στην Κοινοβουλευτική του Ομάδα τους ανεξαρτητοποιημένους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να ενισχύσει ακόμη περισσότερο τη θέση του. Άλλωστε, ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Αριστερά θα μπορούσαν θεωρητικά ανά πάσα στιγμή να έρθουν σε συμφωνία και να σχηματίσουν κοινή ΚΟ, κάτι που αν συμβεί θα μπορούσε να εκτοπίσει το ΠΑΣΟΚ από την αξιωματική αντιπολίτευση.