Εκλογικός Νόμος: Γιατί «καίγεται» ο Τσίπρας για την απλή αναλογική
Πέρασε τελικά χθες, Κυριακή (26/06/2016) και από την «κρησάρα» της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ η πρόταση της κυβέρνησης για την αλλαγή του εκλογικού νόμου και την καθιέρωση της απλής αναλογικής. Με βάση τις έως τώρα πληροφορίες, το νομοσχέδιο προβλέπει, μεταξύ άλλων, την κατάργηση του μπόνους των 50 εδρών για το πρώτο κόμμα, καθιέρωση δικαιώματος ψήφου στα 17 έτη και διατήρηση του ορίου 2,5% ή 3% για την είσοδο στη Βουλή.
Η Κ.Ε. ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΥΠΕΡΨΗΦΙΣΕ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ – ΠΩΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΝΟΝΤΑΙ ΠΛΕΟΝ ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΙ - ΠΟΤΕ ΑΛΛΑΞΕ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΦΟΡΑ Ο ΕΚΛΟΓΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ
Ενδεικτικά, η Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ ενέκρινε με συντριπτική πλειοψηφία την πολιτική απόφαση καθώς δεν καταψηφίστηκε από κανένα μέλος του οργάνου, ενώ βρέθηκαν έξι λευκά.
Παιχνίδια μετεκλογικής χειραγώγησης
Ωστόσο, φαίνεται πως η δήθεν άδολη αναλογική, για την οποία τόσο πολύ επιχαίρει ο κ. Τσίπρας, μόνο ως τέτοια δεν θα πρέπει να εκλαμβάνεται, ιδίως αν αναλογιστεί κανείς πως στην παρούσα φάση η κυβέρνηση επιχειρεί να χειραγωγήσει το πολιτικό τοπίο με τέτοιο τρόπο, ώστε μετεκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ, έστω κι αν έρθει δεύτερο κόμμα, να μπορεί να ελέγχει απόλυτα το πολιτικό παιχνίδι.
Σίγουρα, το αφήγημα της απλής και άδολης αναλογικής παρουσιάζεται ως το πλέον δίκαιο σύστημα και υπό διαφορετικές πολιτικές συνθήκες θα είχε νόημα.
Εντούτοις, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή εγείρει πολλά ερωτήματα η σκοπιμότητα της εφαρμογής του, αφού όπως εκτιμούν οι περισσότεροι πολιτικοί αναλυτές:
1ον. Θα ενισχύσει την αδυναμία σχηματισμού αυτοδύναμων κυβερνήσεων και άρα την πολιτική αστάθεια
2ον. Θα προωθήσει τη δημιουργία μικρών «κομματαρχών» οι οποίοι θα αποκτήσουν λόγο και ρόλο στο σχηματισμό κυβέρνησης βάζοντας ο καθένας τους δικούς του όρους. Με τον τρόπο αυτό, όπως είναι φυσικό θα ενισχυθούν κάθε λογής «παζάρια», πάνω και κάτω από το τραπέζι.
3ον. Η πολιτική αστάθεια που θα προκύψει θα λειτουργήσει ως τροχοπέδη για τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις και τις αλλαγές που χρειάζεται ο τόπος για να αλλάξει σελίδα η Ελλάδα.
Ο πρωθυπουργός, ωστόσο, φαίνεται πως έχει άλλα στο μυαλό του: Για τον ίδιο ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να παραμείνει πάση θυσία στο παιχνίδι της διακυβέρνησης, ακόμα κι αν δεν είναι πρώτο κόμμα, για να μπορεί άνετα να μπλοκάρει όποια αλλαγή επιθυμεί, όπως το έκανε πολλές φορές στο παρελθόν με τη διαδικασία της περίφημης δημιουργικής ασάφειας.
Η «ιταλοποίηση» του κοινοβουλευτικού συστήματος, δηλαδή ο κομματικός πολυκερματισμός, με τις μεθόδους που ήδη φαίνεται πως επιδιώκει να κινηθεί στο εξής ο κ. Τσίπρας, θα καθιστά τα μικρά κόμματα έρμαια των διαφόρων συντεχνιών και συμφερόντων που θα τα στηρίξουν στον προεκλογικό τους αγώνα.
Επί της ουσίας, ο πρωθυπουργός θέλει να κάνει δύσκολα τα πράγματα για τη Νέα Δημοκρατία, η οποία, ήδη διά στόματος Κυριάκου Μητσοτάκη, έχει καταστήσει σαφές πως δεν πρόκειται να ψηφίσει το νέο εκλογικό νόμο.
Ταυτόχρονα, ο κ. Τσίπρας επιδιώκει να αυξήσει τις πιέσεις και προς τα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης, επιδιώκοντας να προσεταιριστεί το ΠΑΣΟΚ και την Ένωση Κεντρώων σε πρώτο χρόνο και εν συνεχεία να «πρεσάρει» το ΚΚΕ, το οποίο καλείται πλέον να αποφασίσει εάν θα υπερψηφίσει την πρόταση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Πότε έγινε η τελευταία αλλαγή του εκλογικού νόμου
Για την Ιστορία, καλό θα ήταν στο σημείο αυτό να θυμίσουμε πως η τελευταία φορά που άλλαξε ο εκλογικός νόμος ήταν πριν από οκτώ χρόνια.
Το 2008, επί διακυβέρνησης Κώστα Καραμανλή, τέθηκε σε ισχύ ο νόμος 3636/2008, μετά από νομοθετική πρωτοβουλία του Υπουργού Εσωτερικών Προκόπη Παυλόπουλου, ο οποίος τροποποίησε τον 3231/2004, παραχωρώντας στο πρώτο κόμμα 50 επιπλέον έδρες, δηλαδή 10 περισσότερες σε σχέση με τον νόμο του 2004.
Έτσι, οι έδρες που κατανέμονται με βάση το ποσοστό των κομμάτων είναι 250 αντί για 260, και άρα το θεωρητικό ελάχιστο ποσοστό για να πετύχει κάποιο κόμμα βέβαιη αυτοδυναμία από 42.7% (111/260) των εγκύρων μετατρέπεται σε 40.4% (101/250).
Το ελάχιστο ποσοστό αυτοδυναμίας 40.4% επί των εγκύρων αλλάζει και δεν είναι σταθερό (γίνεται μικρότερο) ανάλογα με το ποσοστό που θα πάρουν τα κόμματα που τελικά μένουν εκτός Βουλής.
Επίσης ο νόμος 3636/2008 δυσχέρανε ιδιαίτερα τις προεκλογικές συνεργασίες κομμάτων, καθότι η επιπλέον παραχώρηση των 50 εδρών σε συνασπισμό συνεργαζόμενων κομμάτων προς διευκόλυνση σχηματισμού αυτοδύναμης κυβέρνησης λαμβάνει χώρα μόνο αν ο μέσος όρος της δύναμης των κομμάτων που τον απαρτίζουν είναι μεγαλύτερος από τη δύναμη του αυτοτελούς κόμματος που συγκέντρωσε το μεγαλύτερο αριθμό έγκυρων ψήφων. Μέσος όρος θεωρείται το πηλίκο του ποσοστού που έλαβε ο ανωτέρω συνασπισμός προς τον αριθμό των κομμάτων που τον αποτελούν.
Αν για παράδειγμα ο συνασπισμός των κομμάτων Χ και Ψ έχει συνολική δύναμη 43% (μέσος όρος καθενός κόμματος 21,5%) και το αυτοτελές κόμμα Ω 30%, στο τελευταίο θα δοθούν οι επιπλέον 50 έδρες. Οι τροποποιήσεις του νόμου αυτού εφαρμόστηκαν για πρώτη φορά στις βουλευτικές εκλογές της 6ης Μαΐου 2012.