Προσφυγή της ΕΠΟ στο ΣτΕ, για την διακοπή του Κυπέλλου Ελλάδος
Όπως είναι γνωστό η επίμαχή υπουργική απόφαση εκδόθηκε μετά τα επεισόδια στις 2 Μαρτίου 2016, στο γήπεδο της Τούμπας στον αγώνα ΠΑΟΚ-Ολυμπιακός. Ειδικότερα, η ΕΠΟ, η οποία είναι μέλος της FIFA και της UEFA, αναφέρει στην προσφυγή της ότι για πρώτη φορά στα χρονικά του επαγγελματικού ποδοσφαίρου διακόπτεται οριστικά το Κύπελλο Ελλάδος, λίγο πριν την ολοκλήρωσή του, με μοναδικό λόγω την επίκληση του κινδύνου επανεμφάνισης φαινομένων βίας στους υπόλοιπους 4 ποδοσφαιρικούς αγώνες.
Η ΕΠΟ υποστηρίζει ότι η επίμαχη υπουργική απόφαση εκδόθηκε καθ΄ υπέρβαση της εξουσίας που παρέχει ο νόμος 4326/2015 για τα «επείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση της βίας στον αθλητισμό», καθώς δεν επικαλείται κανένα στοιχείο, από το οποίο να προκύπτει κίνδυνος επανεμφάνισης της βίας, αλλά ούτε συνδέει με κάποιο τρόπο τα γεγονότα αυτά με την ανάγκη λήψης του προληπτικού μέτρου της διακοπής του Κυπέλλου Ελλάδος.
Ακόμη, αναφέρει ότι η εν λόγω υπουργική απόφαση παραβιάζει την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, καθώς επιβάλλει το αυστηρότερο δυνατό μέτρο, χωρίς να προκύπτει ότι αυτό είναι αναγκαίο και πρόσφορο.
Παράλληλα, σημειώνει ότι ο νόμος 4326/2015 παραβιάζει τους δεσμευτικούς κανόνες του διεθνούς αθλητισμού οι οποίοι κατοχυρώνουν την αυτοδιοίκηση και την αυτονομία των εθνικών και διεθνών αθλητικών ομόσπονδων.
Υπογραμμίζει η ΕΠΟ ότι η απόφαση διακοπής του Κυπέλλου δεν είναι κύρωση για μια συγκεκριμένη ομάδα, κ.λπ., αλλά καταλαμβάνει ένα ευρύ κύκλο προσώπων, όπως είναι οι ποδοσφαιρικές Ενώσεις, οι ομάδες, οι αθλητές, φίλαθλοι, οι διαφημιζόμενοι, τα ΜΜΕ κάθε είδους, κ.λπ.
Επίσης, υπογραμμίζει ότι η επίμαχη απόφαση θα έχει ως αποτέλεσμα η ΕΠΟ να αποκλειστεί και να αποβληθεί από τις διεθνείς οργανώσεις της FIFA και της UEFA, αλλά και να αποκλειστούν οι Ελληνικές ομάδες από τις παγκόσμιες ποδοσφαιρικές διοργανώσεις
Τέλος, αναφέρει η ΕΠΟ ότι ο κ. Κοντονής πριν προβεί στο μέτρο της οριστικής διακοπής του Κυπέλλου, δεν συμβουλεύθηκε ούτε τον συνάδελφό του υπουργό Προστασίας του Πολίτη, αλλά ούτε και το αρμόδιο Ενιαίο Κέντρο Επιχειρήσεων και Διαχείρισης Κρίσεων της ΕΛΑΣ για να εκτιμήσουν την ύπαρξη ή μη απειλής της δημόσιας τάξης και να προτείνουν σχέδιο αντιμετώπισης της.