Η Inge Lehmann, ανατρέποντας τα σεισμικά δεδομένα, διατύπωσε μια πρόταση το 1936 σχετικά με το γεγονός ότι ο πυρήνας της γης δεν είναι μόνο μια ενιαία σφαίρα, αλλά έχει και εσωτερικό μέρος, το οποίο έχει διαφορετικές φυσικές ιδιότητες από το εξωτερικό. Το συμπέρασμα της έγινε γρήγορα αποδεκτό από γνωστούς σεισμολόγους, όπως ο Charles Richter και ο Beno Gutenberg, οι οποίοι, μέχρι εκείνη την στιγμή, δεν είχαν προβεί σε κάποια εμπεριστατωμένη έρευνα για την διάδοση των σεισμικών κυμάτων στο εσωτερικό της γης.
Η Inge Lehmann βίωσε έναν σεισμό, σε ηλικία μόλις 15 ετών. «Καθώς βρισκόμουν ένα πρωί Κυριακής, στο σπίτι με την μητέρα και την αδελφή μου, ένιωσα το πάτωμα να κινείται κάτω από τα πόδια μας» έγραψε. «Ήταν πολύ παράξενο, καθώς η λάμπα άρχισε να κουνιέται. Εκείνη την στιγμή ήρθε ο πατέρας μου μέσα στο δωμάτιο και φώναζε ότι γινόταν σεισμός».
Μετά από σπουδές στα πανεπιστήμια Κολούμπια και Κοπεγχάγης, η Inge Lehmann μετακόμισε το 1953 στις ΗΠΑ, όπου είχε την ευκαιρία να συνεργαστεί με τον Maurice Ewing και τον Frank Press σχετικά με τον φλοιό και τον μανδύα της Γης. Κατά τη διάρκεια των ερευνών της, ανακάλυψε ένα νέο δεδομένο, που στην επιστήμη της σεισμολογίας αναφέρεται, πλέον, ως «ασυνέχεια Lehmann».
Παράλληλα, το 1997 η Αμερικανική Ένωση Γεωφυσικής καθιέρωσε το μετάλλιο «Inge Lehmann», προκειμένου να επιβραβεύει όσους σεισμολόγους συμβάλλουν με την έρευνα τους στην «δομή και τη σύνθεση του μανδύα και του πυρήνα της Γης».
Κατά τη διάρκεια της καριέρας της, η Inge Lehmann έλαβε αρκετές διακρίσεις, μεταξύ των οποίων, το Χρυσό Μετάλλιο της Βασιλικής Κοινότητας Γραμμάτων και Τεχνών της Δανίας και το βραβείο «Harry Oscar Wood». Παράλληλα, ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια το 1964 και της Κοπεγχάγης το 1968.
Η Inge Lehmann πέθανε πλήρης ημερών, στις 21 Φεβρουαρίου 1993, σε ηλικία 104 ετών.