Δέσποινα Μακριδάκη: Η «τρόικα εσωτερικού» στον ΕΟΦ
Οι συνέπειες της απόφασης για επιβολή clawback στη νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη φάνηκαν με τον πιο δραματικό τρόπο για δεκάδες ασθενείς σοβαρών χρόνιων παθήσεων, τις πρώτες εβδομάδες του νέου έτους.
Πολλά δημόσια νοσοκομεία «στέγνωσαν» από φάρμακα, όπως ογκολογικά, αντιρετροϊκά, για ρευματικά νοσήματα κλπ. Σάλος δημιουργήθηκε, όταν δεκάδες καρκινοπαθείς έχασαν τις προγραμματισμένες χημειοθεραπείες τους, λόγω έλλειψης των συγκεκριμένων φαρμάκων, ενώ και η Ελληνική Εταιρεία Αντιρευματικού Αγώνα κατήγγειλε την απόφαση του υπουργείου Υγείας, να χορηγούνται πλέον τα φάρμακα νοσοκομειακής χρήσης αποκλειστικά από τα φαρμακεία των κρατικών νοσοκομείων και όχι από τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ, με την ένδειξη «στερείται» όπως συνέβαινε μέχρι πρότινος.
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας προσπαθεί με κάθε τρόπο να καταλαγιάσει τις αντιδράσεις, υποστηρίζοντας ότι οι σοβαρές ελλείψεις που παρουσιάστηκαν οφείλονται στη «μεταβατική περίοδο» μέχρι το σύστημα να προσαρμοστεί στην πρόσφατη νομοθετική ρύθμιση, που προβλέπει κλειστό προϋπολογισμό και επιβολή clawback στη νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, καθώς και ότι σήμερα η κατάσταση έχει ομαλοποιηθεί. Μάλιστα, τονίζει τον επιτακτικό χαρακτήρα της εφαρμογής του μέτρου, παρουσιάζοντάς το ως «μνημονιακή δέσμευση». Ωστόσο, η εισήγηση για το μέτρο δεν ήρθε από το εξωτερικό, όπως επιμένει το υπουργείο Υγείας, αντίθετα η ιδιοκτησία της ιδέας βρίσκεται εντός της χώρας και μάλιστα στη διοίκηση του ΕΟΦ.
Πατώντας στην εμμονή των δανειστών για ακόμα μεγαλύτερη συρρίκνωση των δημοσίων δαπανών υγείας και δη για το φάρμακο, η Α΄ αντιπρόεδρος του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΟΦ) και πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοποιών των Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων (ΠΕΦΝΙ), Δέσποινα Μακριδάκη, φέρεται να πρότεινε κατά τη διάρκεια της «διαπραγμάτευσης» των προαπαιτούμενων, που ακολούθησε την υπογραφή του τρίτου μνημονίου, την εφαρμογή κλειστού προϋπολογισμού και επιβολή clawback στη νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη. Ταυτόχρονα, η χορήγηση των ακριβών φαρμάκων νοσοκομειακής χρήσης θα επέστρεφε αποκλειστικά στα φαρμακεία των νοσοκομείων από τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ.
Η κ. Μακριδάκη, θέλοντας πιθανώς να εξυπηρετήσει συντεχνιακά ή άλλα συμφέροντα, αδιαφόρησε πλήρως για τις συνέπειες μίας τέτοιας απόφασης. Το πρώτο κύμα προβλημάτων έκανε ήδη την εμφάνισή του, τα σημαντικότερα όμως θα ακολουθήσουν και έχουν να κάνουν με την επάρκεια των νοσηλευτικών ιδρυμάτων στα εν λόγω ακριβά φάρμακα. Και αυτό, γιατί μειώνονται δραματικά οι προϋπολογισμοί των νοσοκομείων για τις προμήθειες φαρμάκων, καθώς χάνουν 450 εκατ. ευρώ για την επόμενη τριετία. Επειδή δε είναι δεδομένο ότι αυτή η δαπάνη δεν θα επαρκεί για τις ανάγκες των νοσηλευτικών ιδρυμάτων, το υπερβάλλον ποσό θα κληθούν να πληρώσουν οι φαρμακευτικές εταιρείες, τη στιγμή που οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του δημοσίου συστήματος, αυτή τη στιγμή ανέρχονται σε 1,32 δισ. ευρώ. Εκπρόσωποι της φαρμακοβιομηχανίας έχουν χαρακτηρίσει μη υλοποιήσιμο το μέτρο, ενώ έχουν αφήσει να εννοηθεί ότι δεν είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν την υπέρβαση.
Η κ. Μακριδάκη, πάντως, εμφανίζεται το τελευταίο διάστημα αποστασιοποιημένη από τα διοικητικά πράγματα του ΕΟΦ, πιθανώς γιατί «οσμίζεται» δυσαρέσκεια προς το πρόσωπό της, καθώς έφερε την ηγεσία του υπουργείου Υγείας προ τετελεσμένων, με την πρωτοβουλία της στο συγκεκριμένο θέμα. Άλλωστε, η επιλογή του συγκεκριμένου προσώπου για τη θέση της Α’ αντιπροέδρου του ΕΟΦ, ανήκει στην προηγούμενη ηγεσία του υπουργείου και η εμπιστοσύνη φαίνεται πλέον να έχει χαθεί.