Μπασκόζος: Χρειάζεται άλλο μείγμα για την αδειοδότηση, κοστολόγηση και αποζημίωση των φαρμάκων
Η Ελλάδα δεν μπορεί να συνεχίσει να πορεύεται με τόσο χαμηλό ποσοστό δημόσιων δαπανών υγείας, αυτήν την πραγματικότητα πρέπει να αποδεχτούν η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι θεσμοί, τόνισε ο γενικός γραμματέας Δημόσιας Υγείας, Γιάννης Μπασκόζος, στην εκδήλωση «Restoring the Healthcare of Greece», στις Βρυξέλλες.
Παράλληλα, θα πρέπει να ενισχυθούν οι διαπραγματευτικές διαδικασίες των κρατών-μελών της ΕΕ με τη φαρμακοβιομηχανία, καθώς και η προσπάθεια για διαφάνεια, αποτελεσματικότητα και πάταξη της κατασπατάλησης του δημόσιου χρήματος, ανέφερε ο κ. Μπασκόζος κατά την ομιλία του.
Αναφερόμενος στη φαρμακευτική πολιτική γενικότερα, υποστήριξε ότι «χρειαζόμαστε μια διαφορετική συνάρθρωση μεταξύ της διαδικασίας αδειοδότησης, της κοστολόγησης και της αποζημίωσης των φαρμακευτικών προϊόντων σε ένα παγκόσμιο επίπεδο. Για διαφόρους λόγους η κοστολόγηση των φαρμάκων δεν είναι πάντα διαφανής. Επιπλέον οι αποφάσεις χρηματοδότησης σε μία συγκεκριμένη χώρα σαφώς έχουν αντίκτυπο σε άλλα κράτη προκαλώντας μερικές φορές αυτό που ονομάζουμε φαινόμενο ντόμινο. Επιπλέον, οι κλειστοί περιοριστικοί προϋπολογισμοί μπορεί να οδηγήσουν σε περαιτέρω στρέβλωση της αγοράς, σε ελλείψεις προϊόντων, σε επιπτώσεις στο επίπεδο της ποιότητας ή ακόμη και φαινόμενα μαύρης αγοράς».
Ελλείψεις φαρμάκων
Τέσσερις είναι, κατά τον γενικό γραμματέα Δημόσιας Υγείας, οι κρίσιμες πτυχές για τις ελλείψεις φαρμάκων:
1. Προβλήματα στην παραγωγική διαδικασία (κυρίως αφορούν εμβόλια) που απαιτούν κοινή ευρωπαϊκή διαχείριση ανάλογα με τις ανάγκες των χωρών.
2. Προβλήματα επάρκειας εισαγωγών (αφορούν κυρίως παλαιά φάρμακα και φάρμακα περιορισμένης χρήσης που δεν έχουν «εμπορικό ενδιαφέρον», αλλά και «ορφανά» φάρμακα), τα οποία εμφανίζονται σε χώρες που βρίσκονται σε οικονομική κρίση και εφαρμόζουν προγράμματα λιτότητας, έχοντας περιορισμένη αγοραστική δύναμη και αδυναμία μαζικών εισαγωγών. Στην Ελλάδα ο κρατικός φορέας που παρεμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις είναι το ΙΦΕΤ αλλά λόγω προβλημάτων ρευστότητας δυσκολεύεται στην έγκαιρη, επαρκή και οικονομικά προσιτή προμήθεια των αναγκαίων φαρμάκων από άλλες χώρες. Μια λύση είναι να ενθαρρυνθεί η παραγωγή αυτών των φαρμάκων από την εγχώρια φαρμακοβιομηχανία και η διασφάλιση βιώσιμων τιμών αποζημίωσης. Το αποτέλεσμα σε κάθε περίπτωση θα είναι πολύ πιο συμφέρον από την εισαγωγή τους.
3. Προβλήματα επάρκειας λόγω παράλληλου εμπορίου ή λόγω απόσυρσης προϊόντων εξαιτίας εξαιρετικά χαμηλών τιμών. Είναι πανευρωπαϊκό ζήτημα με αιχμή χώρες όπως η Ελλάδα που η τιμολογιακή πολιτική στοχεύει κυρίως σε συνεχείς μειώσεις τιμών φθηνών και αποτελεσματικών φαρμάκων (κυρίως γενοσήμων αλλά και off-patent), οδηγώντας είτε σε παράλληλες εξαγωγές είτε σε υποκατάσταση από πολύ ακριβότερα φάρμακα χωρίς τεκμηριωμένη διαφορά στην κλινική αποτελεσματικότητα. Οι λύσεις εδώ πρέπει να αναζητηθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο (ανταλλαγή πληροφοριών και δεδομένων ανάμεσα στα κράτη-μέλη με ευθύνη του ΕΜΑ, κοινός ορισμός των κριτηρίων της «έλλειψης» και των «κρίσιμων-αναντικατάστατων» φαρμάκων), αλλά και σε εθνικό επίπεδο (θέσπιση καταλόγου των «κρίσιμων» φαρμάκων από τις Εθνικές Αρχές κάθε χώρας, σύστημα επιτήρησης και καταγραφής αναγκών, σταθερή συνεργασία όλων των εμπλεκομένων φορέων, πρόβλεψη αυστηρότερων κυρώσεων σε περιπτώσεις κερδοσκοπικής συμπεριφοράς από παράγοντες της φαρμακευτικής αγοράς, αλλαγή τιμολογιακής πολιτικής).
4. Προβλήματα «τεχνητών ελλείψεων» με ευθύνη φαρμακευτικών εταιρειών προς χώρες με οικονομικά προβλήματα και δημοσιονομικούς περιορισμούς. Αυτή η πρακτική που θέτει σε κίνδυνο την πρόσβαση των ασθενών σε ζωτικής σημασίας φάρμακα (αντικαρκινικά, αντιρετροϊκά, αντιαιμορροφιλικά, βιολογικοί παράγοντες κλπ.) είναι επιστημονικά, ηθικά, κοινωνικά και πολιτικά απαράδεκτη. Η ΕΕ οφείλει να αναζητήσει τρόπους αποτελεσματικής παρέμβασης σε τέτοιες περιπτώσεις, λειτουργώντας ως «μηχανισμός ύστατης καταφυγής» για την εγγυημένη κάλυψη μειζόνων φαρμακευτικών αναγκών των κρατών-μελών και την προστασία της Υγείας των ευρωπαίων πολιτών. Οι πρωτοβουλίες διακρατικής συνεργασίας και από κοινού διαπραγμάτευσης κοινωνικά αποδεκτών τιμών στα ακριβά και πραγματικά καινοτόμα φάρμακα, μπορούν επίσης να συμβάλουν θετικά στην αποτροπή ελλείψεων αυτής της φύσης.
Για την αντιμετώπιση των ελλείψεων φαρμάκων, η Ελλάδα έχει νομοθετήσει την τρίμηνη εμπεριστατωμένη προειδοποίηση και την υποχρέωση τρίμηνου stock, προβαίνοντας σε προσωρινή απαγόρευση παράλληλων εξαγωγών ή σε εισαγωγή μέσω ΙΦΕΤ όποτε κρίνεται απαραίτητο. Ωστόσο, το πρόβλημα παραμένει, καθώς υπάρχουν περίπου 70 κωδικοί φαρμάκων που παρουσιάζουν κατά διαστήματα ελλείψεις, διευκρίνισε ο κ. Μπασκόζος.
Αλλαγή στα κίνητρα: από την τιμολόγηση στις διαδικασίες
Ο γενικός γραμματέας Δημόσιας Υγείας χαρακτήρισε βήμα προς την τιμολόγηση με βάση την αξία των προϊόντων, την αξιοποίηση συμφωνιών διαχείρισης της εισόδου στην αγορά του φαρμάκου. Ωστόσο, «χρειάζεται να γίνουν περισσότερα προς αυτήν την κατεύθυνση», πρόσθεσε ο κ. Μπασκόζος και πρότεινε αλλαγή στα παρεχόμενα κίνητρα, αυτά που σχετίζονται με την τιμολόγηση σε εκείνα που σχετίζονται με τις διαδικασίες (όπως π.χ. η είσοδος στην αγορά, η στελέχωση, φορολογικές ελαφρύνσεις, η διαθεσιμότητα των κλινικών δεδομένων κ.α.).
Τέλος, ο Γιάννης Μπασκόζος ανέφερε τις κινήσεις της κυβέρνησης για τη «βελτίωση της κατάστασης» στον τομέα του φαρμάκου:
• ενισχύει το κλίμα υπέρ της απόλυτης αντίθεσης στη διαφθορά, τη διαπλοκή και την κατασπατάληση δημόσιου χρήματος
• έχουν δημιουργηθεί τουλάχιστον 20 νέα θεραπευτικά πρωτόκολλα, ώστε να μην μπορεί κανείς να συνταγογραφεί όποιο φάρμακο θέλει για όποια θεραπεία, ή να προσπερνάει τα φτηνά φάρμακα για τα ακριβά
• ενεργοποιήθηκε η διαδικασία της ελεγχόμενης εισόδου, ώστε κάθε νέο καινοτόμο φάρμακο που εισάγεται στην ελληνική αγορά να το αποκτούμε με σημαντική έκπτωση
• αλλάζει από τον ΕΟΦ το καθεστώς με το οποίο εγκρίνονται και πραγματοποιούνται τα συνέδρια
• ενισχύεται το εργαλείο της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης
• σε πολιτικό επίπεδο στόχος είναι οι δαπάνες του προϋπολογισμού να πηγαίνουν στα φάρμακα που είναι αναγκαία, όχι στη διαφθορά και την κακοδιαχείριση.