Γλυκά Νερά: Καταθέτει η σύμβουλος ψυχικής υγείας - Ολόκληρη η ανακριτική της κατάθεση
Γλυκά Νερά: Ήταν 19 Ιουλίου 2021 όταν η σύμβουλος ψυχικής υγείας Ελένη Μυλωνοπούλου πέρασε ξανά το κατώφλι του ανακριτή που χειρίζεται την υπόθεση δολοφονίας της 20χρονης Καρολάιν από τον 32χρονο σύζυγό της Μπάμπη Αναγνωστόπουλο.
Με την εξέταση των υπολοίπων μαρτύρων του κατηγορητηρίου συνεχίζεται σήμερα η δίκη του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου για τη δολοφονία της συζύγου του Καρολάιν Κράουτς τον Μάιο του 2021 στα Γλυκά Νερά.
Τη σκυτάλη των μαρτυρικών καταθέσεων παίρνει η μάρτυρας κλειδί στην υπόθεση, που δεν είναι άλλη από τη σύμβουλο ψυχικής υγείας Ελένη Μυλωνοπούλου, η οποία έζησε από κοντά το ζευγάρι για κάποιους μήνες και υπήρξε ο άνθρωπος στον οποίο η Καρολάιν είχε εκμυστηρευτεί φόβους και ανησυχίες.
Η κατάθεση της, την οποία είχε αποκαλύπτει το Newsbomb.gr, αποτέλεσε κεντρικό στοιχείο στην έρευνα των Αρχών σχετικά με το εάν ο 32χρονος πιλότος το είχε προσχεδιάσει.
Ήταν 19 Ιουλίου 2021 όταν η σύμβουλος ψυχικής υγείας Ελένη Μυλωνοπούλου πέρασε ξανά το κατώφλι του ανακριτή που χειρίζεται την υπόθεση δολοφονίας της 20χρονης Καρολάιν από τον 32χρονο σύζυγό της Μπάμπη Αναγνωστόπουλο.
Όπως είναι γνωστό, το ζευγάρι την βρήκε μέσω της πλατφόρμας «doctoranytime» και το πρώτο ραντεβού δόθηκε για τις 17 Νοεμβρίου 2020. «Όταν το ζευγάρι μπήκε στο γραφείο μου ο 32χρονος άρχισε να μου μιλάει πολύ ευγενικά και ήρεμα, να μου εξηγεί πόσο αγαπάει τη γυναίκα του και το παιδί του και μου εξήγησε ότι ο λόγος που είχαν έρθει, ήταν διότι οι ορμόνες της γυναίκας του της προκαλούσαν περίεργα συναισθήματα λείπεις και κατάθλιψη λοχείας. Όση ώρα μου μιλούσε ο κατηγορούμενος η Καρολάιν ήταν σιωπηλή. Εγώ του εξήγησα ότι αφού ήταν παρούσα η Καρολάιν, θα μου τα έλεγε η ίδια. Ακολούθως εκείνος με το παιδί βγήκαν από το γραφείο μου, περίμενε στο σαλόνι προκειμένου να λάβει χώρα συνεδρία μου με την Καρολάιν. Μιλώντας αποκλειστικά στα ελληνικά, είπα στην Καρολάιν ότι μπορούσε να μου πει ελεύθερα ποιό ήταν το πρόβλημα που την απασχολούσε και εκείνη αρχικά αναφέρθηκε στην αποβολή που είχε και ξέσπασε σε κλάματα. Της εξήγησα ότι η αποβολή ήταν κάτι που είχε περάσει και μάλιστα είχαν αποκτήσει ήδη παιδάκι, το οποιο ήταν πέντε μηνών, γεγονότα που κατά τη γνώμη μου δεν επιβεβαίωναν την εκδοχή της επιλόχειας κατάθλιψης».
Η αντίδραση της νεαρής Καρολάιν στα λόγια της συμβούλου ψυχικής υγείας ήταν άμεση. «Η Καρολάιν ξέσπασε σε κλάματα και μου είπε πως ήθελε να φύγει από το σπίτι, πως δεν έχουν σεξουαλικές σχέσεις με το σύζυγό της αλλά τον αγαπάει. Μου είπε επίσης ότι είναι ερωτευμένη με το σύζυγό της, αλλά τον σιχαίνεται. Αυτό κατά την επαγγελματική μου γνώμη σήμαινε ότι ουσιαστικά η Καρολάιν ήταν ερωτευμένη με το πρόσωπο του κατηγορουμένου αλλά σιχαινόταν το άτομό του» φέρεται να κατέθεσε η μάρτυρας.
Σύμφωνα με όσα εξιστόρησε η Καρολάιν στην μάρτυρα κατά την πρώτη συνέδρια τους, είχε γνωρίσει το 2016 σε εκδηλώσεις για το Πάσχα στην Αλόννησο τον πιλότο και είχε γοητευθεί. «Η Καρολάιν είχε γοητευτεί από το επάγγελμα του κατηγορουμένου, από τότε ήταν πολύ καλός μαζί της, πολύ τρυφερός, εκδηλώνουν την αγάπη του με κάθε τρόπο, με αποτέλεσμα η ίδια να μη σκέφτεται καθόλου την διαφορά ηλικίας που είχαν. Οι γονείς της γνώριζαν τον κατηγορούμενο ως άτομο, αλλά δεν ήξεραν τις σχέσεις που είχε μαζί του η κόρη τους, γεγονός το οποίο αποδεικνύεται και από το ταξίδι στην Πορτογαλία, αφού η Καρολαιν τους είχε πει ότι θα πήγαινε διακοπές στην Πορτογαλία και όχι τον πραγματικό λόγο που θα πήγαιναν. Το ζευγάρι είχε επιλέξει να κρατήσει έξω από την σχέση τους άτομα από το συγγενικό του περιβάλλον. Αυτό γινόταν γιατί ο κατηγορούμενος ήθελε να δημιουργήσει στην Καρολάιν την εικόνα του παραμυθιού και να την έχει σε ένα ροζ συννεφάκι, απομονωμένη από όλους προκειμένου να μπορεί να την χειραγωγεί».
Ο κατηγορούμενος είχε τον «απόλυτο έλεγχο» στη ζωή της Καρολάιν
«Ο καθένας από το ζευγάρι περιέγραφε την ζωή τους εντελώς διαφορετικά. Ο Χαράλαμπος χαρακτήριζε το γάμο του τέλειο και αναφερόταν απλώς στα νεύρα που είχε η Καρολάιν. Η Καρολάιν από την πλευρά της όμως, μου έλεγε πως ένιωθε εγκλωβισμένη σε αυτή τη σχέση, ότι ασχολούνταν συνεχώς με το παιδί χωρίς να έχει κάποια βοήθεια από κάποιον, ότι δεν μπορούσε να πάει κάπου μόνη της αφού ακόμα και αν έβγαινε με κάποια φίλη της, μετά από λίγο πήγαινε και ο κατηγορούμενος, ότι οι μετακινήσεις της γινόταν με συγκεκριμένο ταξιτζή, φίλο του κατηγορουμένου και ότι δεν είχε καθόλου χρήματα επάνω της, αφού την οικονομική διαχείριση την είχε αναλάβει αποκλειστικά ο κατηγορούμενος. Ακόμα δε και τα χρήματα που συνεισέφεραν κάθε μήνα οι γονείς της, δεν τα διαχειριζόταν η ίδια, αλλά ο κατηγορούμενος. Η Καρολάιν ήταν ένα κοινωνικό και δραστήριο άτομο που ήθελε να ασχολείται συνεχώς με διάφορα πράγματα, αλλά τα οποία είχε στερηθεί με τον τρόπο που ζούσε» εξηγεί η σύμβουλος ψυχικής υγείας.
«Δεν ήθελε την επιστροφή της στο πανεπιστήμιο ο πιλότος»
Ο 32χρονος πιλότος αν και εμφανιζόταν θετικός στην επιστροφή της Καρολαιν στο πανεπιστήμιο, κατά την μάρτυρα, οι πράξεις του έδειχναν ότι δεν το επιθυμούσε. «Το θέμα με την συνέχιση των σπουδών της Καρολάιν, ο κατηγορούμενος επιφανειακά το αντιμετώπιζε θετικά, αλλά οι πράξεις του όπως για παράδειγμα το ότι επέλεξε να μείνουν στα Γλυκά Νερά, δεν συνηγορούν στην θετική αντιμετώπιση του ζητήματος».
Όπως εξήγησε η μάρτυρας, ο 32χρονος πιλότος απαιτούσε να μάθει τι συζητούσε η Καρολάιν μαζί της κατά τη διάρκεια των συνεδριών της, κάτι που η ίδια δεν του αποκάλυψε ποτέ. «Έχοντας αντιληφθεί τις σχέσεις αλληλεξάρτησης που είχε η Καρολάιν με τον κατηγορούμενο, προσπαθούσα να ηρεμήσω την κατάσταση και του έλεγα πως είναι μεγαλύτερος ηλικιακά και θα έπρεπε στους τσακωμούς να κάνει ένα βήμα πίσω. Από την άλλη πλευρά, την Καρολάιν προσπαθούσα να την ηρεμήσω και της έλεγα πως αν όντως ήθελε να φύγει από το σπίτι, θα έπρεπε να το οργανώσει και να ενημερώσει τους δικούς της, αλλά αυτή δεν ήθελε να το ακούσει, λέγοντας μου ότι είναι ερωτευμένη με τον κατηγορούμενο. Επίσης της τόνισα ότι δεν ήταν σωστό και μάλιστα ήταν και επικίνδυνο να απειλεί σε τσακωμούς τον κατηγορούμενο ότι θα πάρει το παιδί και θα φύγει».
«Όλα ήταν υπό τον έλεγχο του πιλότου»
Η σύμβουλος ψυχικής υγείας περιγράφει την 20χρονη Καρολάιν, ως έναν άνθρωπο «κλειστό», ο οποίος όμως όταν ήταν αρνητικός με κάτι, το έλεγε ξεκάθαρα, ενώ όταν δεν αποκρινόταν στην ερώτηση, αυτό σήμαινε ότι η απάντηση ήταν καταφατική. «Για αυτό το συμπέρασμα έχω να σας δώσω παραδείγματα. Για παράδειγμα (…) το Δεκέμβριο του 2020, το ζευγάρι ακύρωσε δύο φορές το ραντεβού του μαζί μου, καθώς ο κατηγορούμενος είπε ότι είχε προηγηθεί έντονο τσακωμός μεταξύ τους και δεν θα μπορούσε να λάβει χώρα η συνεδρία. Όταν σε επόμενο ραντεβού εγώ έβλεπα την Καρολάιν την ρώταγα αν υπήρξε σωματική βία και τι συνέβη με τον συζύγό της κι εκείνη δεν απαντούσε. Γενικά ήταν πολύ φοβισμένη στο τι θα μου έλεγε και πολλές φορές κατά τη διάρκεια των συνεδριών μας, με ρωτούσε αν οι πόρτες είναι κλειστές οι αν ακουγόμασταν στο σαλόνι που καθόταν ο σύζυγός της με το παιδί».
Η «αρρωστημένη κατάσταση»
Η σύμβουλος ψυχικής υγείας κάνει λόγο στην κατάθεση της για «συνεξαρτητική σχέση» του ζευγαριού, το οποίο ζούσε σε μια -όπως χαρακτήρισε- αρρωστημένη κατάσταση. «Από το ζευγάρι μόνο κατηγορούμενος επικοινωνούσε μαζί μου τηλεφωνικά και όταν ρώτησα την Καρολάιν γιατί συνέβαινε αυτό και δε με έπαιρνε ποτέ εκείνη τηλέφωνο που ήταν και οι ασθενείς μου, μου είχε πει ότι τα πάντα πέρναγα από τον έλεγχο του κατηγορουμένου» αναφέρει η μάρτυρας.
Περιγράφοντας την ανακοίνωση της αγοράς οικοπέδου αλλά και της υιοθεσίας σκύλου που της έκανε το ζευγάρι, η μάρτυρας ανέφερε πως ξεκαθάρισε στην Καρολάιν, μόλις ο πιλότος βγήκε από το γραφείο της «πως ένα οικόπεδο και ένα σπίτι δε φτιάχνουν μια αρρωστημένη κατάσταση αλλά είναι πιθανότερο να την επιδεινώσουν. Εκείνη όμως μου είπε πως θέλει να το δοκιμάσει».
«Τα χρήματα ήταν σημείο τριβής μεταξύ του ζευγαριού»
Από τις συνεδρίες που έκανε η σύμβουλος ψυχικής υγείας με την Καρολάιν οδηγήθηκε στο συμπέρασμα, ότι η νεαρή κοπέλα είχε αρνητικά συναισθήματα για τους γονείς του τριανταδυάχρονου συζύγου της. «Σε μία επόμενη συνεδρία μας αντιλήφθηκα την εναντίωση που ένιωθε η Καρολάιν προς τους γονείς του κατηγορουμένου. Μου τόνισε ότι δεν καταλαβαίνει για ποιο λόγο οι δικοί της γονείς θα πρέπει να δίνουν πάντα περισσότερα από τους γονείς του συζύγου της και ειδικότερα για ποιο λόγο η δική της γονείς θα έδιναν 55.000 € για το οικόπεδο και το σπίτι, ενώ οι γονείς του συζύγου της θα έδιναν μόνο 30.000 €, επιλέγοντας πολλά χρήματα τα οποία πέρασαν από τα χέρια τους να τα ξοδέψουν σε ταξίδια. Εγώ της τόνισα πως τα χρήματα που θα δώσουν οι γονείς του συζύγου της δεν είχε να κάνει με αυτή και δεν έπρεπε να την επηρεάζει, όμως είχα αντιληφθεί ότι τα χρήματα ήταν σημείο τριβής μεταξύ του ζευγαριού. (…) Γενικότερα είχε πλήρη άγνοια για τα οικονομικά του σπιτιού. Επίσης την ενοχλούσε που το σπίτι θα ανήκε στο σύζυγό της αφού στο δικό του όνομα θα έβγαινε το δάνειο (…)».
Η 20χρονη φέρεται σύμφωνα με την κατάθεση της ψυχολόγου, να μην ήθελε να βλέπουν το παιδί, οι γονείς του πιλότου. «Η Καρολάιν δεν ήθελε γονείς του κατηγορουμένου να βλέπουν το παιδί και μάλιστα η μοναδική στιγμή που ήταν το παιδί, ήταν όταν αυτό βγήκε από την εντατική του μαιευτηρίου και προτού το πάρουν στο σπίτι, που τους έδωσε την ευκαιρία να δουν το εγγόνι τους για 5 λεπτά σε μία πρασιά έξω από το μαιευτήριο» είπε η μάρτυρας, η οποία όταν ρώτησε την 20χρονη σχετικά με το εάν ο σύζυγός της συμφωνούσε με τη στάση της εκείνη απάντησε «Ότι ο κατηγορούμενος κάνει ότι του λέει και ότι είναι ανεξάρτητος από τους γονείς του».
Αυτό συμπέρανε και η ίδια η μάρτυρας από συνομιλία με τον πιλότο, ο οποίος φαίνεται πως γνώριζε την άποψη της 20χρονης για τα πεθερικά της και είχε επιλέξει να μην έχει ιδιαίτερες σχέσεις με εκείνους, ούτε ο ίδιος.
Η «ζήλεια» για τη δουλειά
Η νεαρή Καρολάιν είχε εκφράσει τη δυσαρέσκεια της για τη δουλειά του 32χρονου πιλότου, τόσο επειδή έλειπε κάποιες Κυριακές, όσο και εξαιτίας της παρουσίας άλλων γυναικών με τις οποίες διατηρούσε σχέσεις στο παρελθόν ο κατηγορούμενος. «Ο κατηγορούμενος μου επιβεβαίωσε πως πράγματι μία Κυριακή πήγαινε κάπου κάποιους πελάτες και η Καρολάιν τον έφερε σε δύσκολη θέση γιατί τον έπαιρνε διαρκώς στο τηλέφωνο».
«Η Καρολάιν φοβόταν»
Η μάρτυρας περιέγραψε την Καρολάιν ως ένα πλάσμα με αγνά συναισθήματα, ευαισθησίες, ένα κορίτσι που λάτρευε το παιδί της και τα ζώα, αλλά ένιωθε εγκλωβισμένη. «Από το Νοέμβριο του 2020 μέχρι αρχές Φεβρουαρίου 2021 που έλαβαν χώρα οι συνεδρίες, έβλεπα την όψη την αλλοιώνεται και να φεύγει λάμψη από τα μάτια της. Στην πορεία των συνεδριών η Καρολάιν είχε αρχίσει να ανοίγεται περισσότερο προς εμένα και μου έλεγε πως φοβάται, χωρίς να μου λέει σε τι συνίσταται ο φόβος της. Όταν την ρώτησα αν φοβάται στο σπίτι της δεν μου απάντησε. Όταν την ρώτησα αν φοβάται τη δουλειά του συζύγου της, μου είπε ότι φοβάται γιατί πηγαίνει παντού. Όταν την ρώτησα αν φοβάται για το ότι έχει μπει στη σχέση τους κάποιο τρίτο άτομο δεν μου απάντησε» εξήγησε η μάρτυρας.
Η ίδια αποκάλυψε ότι οι συνεδρίες του διεκόπησαν με ένα μήνυμα που έλαβε από την 20χρονη, στο οποίο της έγραφε ότι νιώθει καλύτερα και θα σταματήσει τις συνεδρίες. «Εγώ από διαίσθηση και διότι Καρολάιν δεν επικοινωνούσε ποτέ η ίδια μαζί μου, θεώρησα πως το μήνυμα το είχες στείλει ο σύζυγος της. Έστειλα μήνυμα στο κινητό του και του είπα πως ήταν λάθος η Καρολάιν να σταματήσει τις συνεδρίες και εκείνος μου είπε πως θα προσπαθούσε να την μεταπείσει, πράγμα φυσικά που δεν έγινε ποτέ» περιέγραψε η σύμβουλος ψυχικής υγείας, υποστηρίζοντας πως ίσως ο λόγος διακοπής των συνεδρίων ήταν κάποιος καβγάς μεταξύ του ζευγαριού, στον οποίο η 20χρονη ενδεχομένως του ανέφερε ότι είχε εκμυστηρευτεί τους φόβους της κατά τη διάρκεια των συνεδριών.
Τι συνέβη μετά τη δολοφονία
Μετά την αποτρόπαια δολοφονία της Καρολάιν, η μάρτυρας είχε κληθεί στις 13 Μαΐου να δώσει κατάθεση στην αστυνομία, Όπως εξιστορεί στην κατάθεση που έδωσε στις 20 Ιουλίου, δέχθηκε τηλεφώνημα από ένα πελάτη της και φίλο του 32χρονου πιλότου, που την ρωτούσε αν έχει καταθέσει. «Εγώ όπως είχα συνεννοηθεί από την αστυνομία, του είπα ότι δεν με είχαν καλέσει και αναρωτήθηκα προσποιητά για ποιο λόγο να με καλέσουν; Εκείνος τότε μου απάντησε ότι ο 32χρονος πιλότος είχε δώσει τα στοιχεία όλων μας στην αστυνομία και θα μας καλούσαν. Το ίδιο άτομο σε συνεδρία που είχα μαζί του στις 25 Μαΐου 2021, μου είπε ότι ήμουν το μόνο πρόσωπο που θα μπορούσε να υπερασπιστεί το Χαράλαμπο. Όταν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ανέφεραν το όνομά μου και με χαρακτήρισαν ως το άτομο κλειδί της υπόθεσης, ο κατηγορούμενος με πήρε τηλέφωνο και με ρώτησε αν με είχε καλέσει η αστυνομία για κατάθεση. Εγώ του είπα όχι και τον ρώτησα αν ήξερε οι πρόκειται να με καλέσουν. Εκείνος μου απάντησε πως τα παιδιά ήταν πολύ καλά και ότι δεν είχα κάποιο λόγο να φοβάμαι. Στις 22-23 Μαΐου Άρχισα να δέχομαι από απόρρητο νούμερο απειλητικές κλήσεις τις οποίες ο άντρας που με έπαιρνε μου έλεγε «θα σε σκοτώσω», «έχεις τελειώσει», «έχεις τελειώσει αν δεν κάνεις αυτό που πρέπει»» είπε η μάρτυρας ενώ επεσήμανε ότι απειλή δέχτηκε και συνεργάτιδα της, η οποία βρήκε ηχητικό μήνυμα στο κινητό της, στο οποίο η φωνή έλεγε «θα σε σκοτώσω».
Η συνέδρια μετά την κηδεία
Η σύμβουλος ψυχικής υγείας, όπως υποστήριξε την κατάθεση της, δέχτηκε τηλεφώνημα από τον κατηγορούμενο μετά την κηδεία της Καρολάιν, με τον τριανταδυάχρονο να της ζητά να κάνουν μία συνεδρία προκειμένου να μπορέσει να διαχειριστεί την θλίψη του. «Στην συνεδρία που είχαμε, μου έκανε εντύπωση ότι ο κατηγορούμενος δεν με κοιτούσε απευθείας στα μάτια όπως με κοιτούσε στο παρελθόν, αλλά είχε το βλέμμα του χαμηλωμένο και αφετέρου ότι δεν αναφερόταν στην Καρολάιν με το όνομα της και απλά μου είπε «ας την είχα εδω και τσακωνόμασταν». Θεωρώ δε πως η προσπάθειά του να συγκινηθεί όταν είπε την προαναφερόμενη φράση είναι και προ σπίτι. Έκτοτε δεν είχα άλλη επικοινωνία μαζί του, ούτε άλλη συνεδρία».
Διαβάστε επίσης:
Δίκη Γλυκά Νερά: «Στην απολογία του ο Μπάμπης θα εξηγήσει τα πάντα»