«Εχασα την καλύτερή μου φίλη στο φεστιβάλ Supernova»: Από το Λιτόχωρο στο αιματοκύλισμα της Χαμάς
Η Eντεν Μπεν Ρούμπι που δολοφονήθηκε από τη Χαμάς και η Σταβ Νουριέλη ήταν 13 ετών όταν πρωτοπήγαν στην ισραηλιτική κατασκήνωση στο Λιτόχωρο.
Τα δυο κορίτσια που γνωρίστηκαν στην κατασκήνωση έγιναν αμέσως φίλες: «Hμασταν συνέχεια μαζί. Ζούσαμε στην ίδια πόλη στο Ισραήλ, τα σπίτια μας ήταν πολύ κοντά. Hταν η καλύτερή μου φίλη. Αυτή τη στιγμή που σας μιλάω είμαι στο σπίτι των γονιών της μαζί με φίλους, ανταλλάσσουμε αναμνήσεις για την Εντεν. Ηταν ένα κορίτσι γεμάτο αγάπη. Δεν είναι φυσιολογικό αυτό που έχει συμβεί» λέει η Σταβ στην Καθημερινή.
Η μητέρα της Σταβ, η Ερικα, θυμάται την Εντεν ως ένα ιδιαιτέρως χαρισματικό και κοινωνικό παιδί. «Το σπίτι της ήταν πάντα γεμάτο με φίλους, με κόσμο. Δεν το χωράει το μυαλό μου πως οι τελευταίες της ώρες της ήταν μέσα στον φόβο»», λέει. Η Ερικα έχει έναν επιπλέον λόγο να είναι σοκαρισμένη, καθώς η μεγάλη της κόρη, η Ανάτ, είχε κανονίσει με τον σύντροφό της να παρευρεθεί στο ίδιο φεστιβάλ. «Ζούμε στην πόλη Ρίσον Λε Τσίον, 80 χιλιόμετρα από το μέρος που έγινε το φεστιβάλ Supernova. Τελευταία στιγμή κάλεσαν την Ανάτ εκτάκτως στη δουλειά της και έτσι ακύρωσαν το ταξίδι τους. Η πραγματικότητα είναι πως στη θέση της Εντεν θα μπορούσε να είναι ένα από τα δικά μου παιδιά».
Η Σταβ δυσκολεύεται να αναφερθεί στην καλύτερη της φίλη σε παρελθοντικό χρόνο. Από τη στιγμή που έμαθε πως η Εντεν αγνοείται πέρασαν τέσσερις μαρτυρικές μέρες, μέχρι που επιβεβαιώθηκε ο θάνατός της. Οι πληροφορίες λένε πως μαχαιρώθηκε πισώπλατα από τη Χαμάς ενώ έτρεχε να σωθεί, αναφέρει η Καθημερινή.
«Αγαπούσε τη μουσική, τη ζωγραφική, τα τατουάζ. Ηταν αστεία και γεμάτη αγάπη για τον κόσμο. Οι πιο όμορφες αναμνήσεις που έχω μαζί της ήταν από την κατασκήνωση που πηγαίναμε μαζί για 10 χρόνια. Ημασταν ομαδάρχισσες, κοιμόμασταν μαζί… Αγάπη και ειρήνη, αυτό θα έλεγε σήμερα η Εντεν αν ήταν εδώ».
Εχασαν το «φως» τους
Η Ερικα μεταφέρει το κλίμα από την κηδεία της Εντεν λέγοντας πως από την πλευρά του κόσμου υπήρχε η απόλυτη σιγή. «Μίλησαν για αυτήν η γιαγιά της, οι γονείς της… Είπαν πως ήταν το φως στο σπίτι τους. Εγώ έβλεπα ένα παιδί γεμάτο όνειρα, που ήθελε να ζήσει τη ζωή του. Ενα παιδί της διπλανής πόρτας, στην κυριολεξία, που δεν είναι πλέον μαζί μας».
Η Σταβ πλέον φοβάται, δεν θέλει να μείνει στο Ισραήλ, θέλει να έρθει στην Αθήνα. Η μητέρα της συμφωνεί, θέλει να στείλει τις κόρες της στην Ελλάδα αλλά δυσκολεύεται να βρει πτήση. «Εγώ ακόμα δεν μπορώ να έρθω. Ας είναι τα παιδιά μου ήρεμα, θα είμαι και εγώ».