Μυστήριο με το θάνατο δημοσιογράφου
Ο δημοσιογράφος βρέθηκε τραυματισμένος από γείτονες και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο όπου υπέκυψε στα τραύματά του.
Ο Μαξίμ Μποροντίν, Ρώσος δημοσιογράφος που δημοσίευσε ρεπορτάζ για το θάνατο δεκάδων Ρώσων μισθοφόρων στη Συρία, πέθανε στο νοσοκομείο έπειτα από την πτώση του από το παράθυρο του πέμπτου ορόφου του διαμερίσματός του στο Γεκατερίνμπουργκ.
Τοπικοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι δεν βρέθηκε σημείωμα αυτοκτονίας, αλλά θεωρούν ότι «δεν είναι πιθανόν ο θάνατός του να οφείλεται σε εγκληματική ενέργεια».
Ωστόσο, φίλος του αποκάλυψε ότι το διαμέρισμά του ήταν περικυκλωμένο από άνδρες των ρωσικών υπηρεσιών ασφαλείας δύο ημέρες πριν από την πτώση του.
Ο Βιατσεσλάβ Μπασκόφ, που χαρακτηρίζει τον Μαξίμ Μποροντίν «ακέραιο και έντιμο» δημοσιογράφο, δήλωσε ότι ο Μποροντίν επικοινώνησε μαζί του στις 5 το πρωί της 11ης Απριλίου λέγοντας ότι «υπάρχει κάποιος με όπλο στο μπαλκόνι του και άνδρες με στολές καμουφλάζ και μάσκες στο κατώφλι της σκάλας» του κτηρίου.
Αρχικά, ο δημοσιογράφος αναζητούσε δικηγόρο. Στη συνέχεια όμως του ξανατηλεφώνησε για του να του πει ότι έκανε λάθος και ότι οι άνδρες των δυνάμεων ασφαλείας λάμβαναν μέρος σε κάποιο είδος άσκησης.
Αφού βρέθηκε βαριά τραυματισμένος στο έδαφος κάτω από το διαμέρισμά του την περασμένη Πέμπτη, οι τοπικές Αρχές ανέφεραν ότι η πόρτα του διαμερίσματός του ήταν κλειδωμένη από μέσα για να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι «κανείς δεν μπήκε ή βγήκε από το διαμέρισμα». Τουλάχιστον, όχι από την πόρτα.
Ο διευθυντής του Novyy Den, όπου εργαζόταν ο Μποροντίν, δεν πιστεύει ότι ο θάνατός του μπορεί να οφείλεται σε ατύχημα και επιμένει ότι ο δημοσιογράφος δεν είχε λόγο να αυτοκτονήσει, όπως μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Οι ανακριτές ξεκίνησαν τις έρευνες για το θάνατο του δημοσιογράφου. Στη σχετική ανακοίνωση που εξέδωσε η Ανακριτική Επιτροπή αρμόδια για την περιοχή του Γεκατερίνεμπουργκ αναφέρονται τα εξής: «Το ανακριτικό τμήμα στην συνοικία Κίροφσκι του Γεκατερίνεμπουργκ ξεκίνησε την διαδικασία της προανάκρισης. Δεν υπάρχουν λόγοι για την άσκηση δίωξης. Εξετάζονται μερικές εκδοχές, μεταξύ των οποίων αυτή του ατυχήματος, δεν υπάρχουν ενδείξεις για την διάπραξη εγκλήματος».