Κατώτατος μισθός: Αυξάνεται από την 1η Απριλίου - Στα 767 ευρώ
Την ερχόμενη εβδομάδα αναμένεται να ανακοινωθεί τελικά ο νέος κατώτατος μισθός, καθώς λόγω του τραγικού δυστυχήματος στα Τέμπη η διαδικασία «πάγωσε» για λίγες ημέρες.
Προκειμένου ο νέος αυξημένος κατώτατος μισθός να ισχύσει για σχεδόν στο ένα τέταρτο των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα, από την 1η Απριλίου, οι διαδικασίες πρέπει να τρέξουν.
Έτσι, ο αρμόδιος υπουργός Εργασίας Κωστής Χατζηδάκης αναμένεται να ενημερώσει τον πρωθυπουργό έως την Παρασκευή, ώστε στη συνέχεια, στη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου της ερχόμενης εβδομάδας, να εγκριθεί η τελική πρόταση και να υπογραφεί η προβλεπόμενη υπουργική απόφαση.
Οσο για τα σενάρια, το επικρατέστερο φαίνεται πως είναι αυτό μιας αύξησης της τάξης του 7,5%, το ανώτατο όριο που θέτει δηλαδή στην τελική του πρόταση - εισήγηση και το ΚΕΠΕ. Εφόσον αυτό προκριθεί, ο νέος κατώτατος μισθός θα προσεγγίσει τα 767 ευρώ.
Σύμφωνα με το ΚΕΠΕ οι μικρές επιχειρήσεις αποδεικνύονται πιο ευαίσθητες στις μεταβολές του κατώτατου μισθού, αφού μία αύξηση της τάξης του 1% θα αυξήσει τους μέσους μισθούς στις μικρές επιχειρήσεις κατά 0,53%, ενώ στις μεγάλες κατά 0,36%. Με άλλα λόγια, η πίεση από μία αύξηση του κατώτατου μισθού είναι αισθητά μεγαλύτερη προς τις μικρές επιχειρήσεις. Μάλιστα, καταγράφονται σημαντικές κλαδικές διαφορές αναφορικά με την επίδραση του κατώτατου στον μέσο μισθό.
Ειδικότερα, στις μικρές επιχειρήσεις σε έξι κλάδους η ελαστικότητα μέσων προς κατώτατους μισθούς εκτιμάται υψηλότερη από 0,5. Μεταξύ αυτών των κλάδων περιλαμβάνονται και οι πολυπληθείς κλάδοι που σχετίζονται με τον τουρισμό και το εμπόριο, καθώς και ο κλάδος της μεταποίησης. Οσον αφορά τις επιχειρήσεις που απασχολούν πάνω από 10 εργαζομένους, κατά κανόνα η ελαστικότητα μέσου προς κατώτατο μισθό είναι μικρότερη από τις αντίστοιχες μικρές επιχειρήσεις. Ο κλάδος των καταλυμάτων και της εστίασης συνεχίζει να είναι σχετικά πιο ευαίσθητος σε αλλαγές του κατώτατου μισθού, επισημαίνει το ΚΕΠΕ, με ελαστικότητα στο 0,43 και ακολουθούν η διαχείριση ακίνητης περιουσίας (0,40), η υγεία, το εμπόριο και η μεταποίηση, με ελαστικότητα στο 0,33.
Ενας ακόμη δείκτης που αναμένεται να αποδειχθεί καθοριστικός στην τελική απόφαση, ο δείκτης Kaitz, δηλαδή ο λόγος κατώτατου προς μέσο μισθό. Σύμφωνα με τους ειδικούς, όσο πιο κοντά είναι ο κατώτατος μισθός στον μέσο, τόσο πιο υψηλή είναι η τιμή του δείκτη, καταδεικνύοντας μεγαλύτερη αλληλοσυσχέτιση. Το 2022 ο δείκτης Kaitz για όλες τις επιχειρήσεις με προσωπικό άνω των δέκα ατόμων υπολογίζεται σε 0,51 (2021: 0,48) και κυμαίνεται από 0,28 για τον κλάδο της ενέργειας έως 0,67 για τις διοικητικές και υποστηρικτικές υπηρεσίες. Οι κλάδοι που σχετίζονται με τον τουρισμό καταγράφουν υψηλό δείκτη Kaitz (0,65) κυρίως λόγω των χαμηλών μισθών στην εστίαση, ενώ ακολουθούν η υγεία (0,61), οι λοιπές υπηρεσίες (0,58), η δημόσια διοίκηση (0,58), οι κατασκευές (0,56) και το εμπόριο (0,56). Η μικρή αύξηση του δείκτη Kaitz το 2022 οφείλεται στο γεγονός ότι ο μέσος μισθός για τις μεγάλες επιχειρήσεις αυξήθηκε λιγότερο σε σχέση με τον κατώτατο. Ειδικότερα, ο μέσος μισθός στις μεγάλες επιχειρήσεις αυξήθηκε κατά μέσο όρο περίπου 3% μεταξύ Οκτωβρίου 2021 και Οκτωβρίου 2022.
Στις επιχειρήσεις με λιγότερους από 10 εργαζομένους, για το σύνολο των κλάδων ο δείκτης Kaitz είναι σαφώς υψηλότερος από τον αντίστοιχο των μεγάλων επιχειρήσεων, δείχνοντας ότι σημαντική μερίδα των εργαζομένων εκεί αμείβεται με μισθούς πολύ κοντά στον κατώτατο. Ειδικότερα, ο δείκτης ήταν 0,72 το 2021 και το 2022 αυξήθηκε σε 0,74, ενώ κυμαίνεται από 0,55 για τη δημόσια διοίκηση έως 0,83 για την εκπαίδευση. Η εκπαίδευση (0,83), οι τέχνες (0,81), η υγεία (0,81), τα καταλύματα και η εστίαση (0,78) και το εμπόριο (0,78) διαχρονικά καταγράφουν από τους υψηλότερους δείκτες Kaitz και άρα από τους χαμηλότερους μισθούς.