Δεύτερη αξιολόγηση: Ντρίμπλες και... εκβιασμοί!
Όπως εξάλλου τόνισε χθες βράδυ ο Πρόεδρος της ΤτΕ, αν δεν έχει ρυθμιστεί το χρέος το 2018, όταν θα τελειώσει το πρόγραμμα δεν θα μπορεί η χώρα να βγει στις αγορές...και για να γίνει αυτό τότε πρέπει οι συνομιλίες να ξεκινήσουν άμεσα.
Την Πέμπτη αναμένεται η έναρξη των συνομιλιών με τους εκπροσώπους των θεσμών, οι οποίες, σε πρώτη φάση, θα διαρκέσουν περίπου 10 ημέρες, καθώς, στις αρχές Νοεμβρίου είναι η εβδομάδα των φθινοπωρινών διακοπών στην Ευρώπη.
Η κυβέρνηση επιδιώκει να ολοκληρωθεί η β' αξιολόγηση έως το τέλος του Νοεμβρίου, προκειμένου στις 5 Δεκεμβρίου και στο τελευταίο προγραμματισμένο φέτος Eurogroup να υπάρξουν αποφάσεις και για το ζήτημα της διευθέτησης του χρέους.
Ώστε, στη συνέχεια η χώρα να ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της ΕΚΤ και να αρχίσουν να δημιουργούνται οι συνθήκες για έξοδο στις αγορές.
Η μάχη για το χρέος έχει ήδη ξεκινήσει με... πρώτο πεδίο διαφωνιών μεταξύ γερμανικής και ελληνικής πλευράς το χρόνο έναρξης των συζητήσεων.
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε σε κάθε ευκαιρία δηλώνει ότι καμία συζήτηση για το χρέος δεν πρόκειται να γίνει μέχρι το τέλος του 2018 καθώς αυτό θα συνεπάγεται με αποδυνάμωση της διάθεσης για μεταρρυθμίσεις και τόνισε ότι σε κάθε περίπτωση το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι το χρέος αλλά η διοίκησή της.
Κι αυτό γιατί ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών πιστεύει ότι η ελληνική πλευρά θέλει να ρυθμίσει το χρέος για να μπορέσει να αποφύγει να κάνει περισσότερες μεταρρυθμίσεις. «Οπως είπε οι 'Ελληνες κάνουν πρόοδο, δεν θα πρέπει όμως να πιστέψουν ότι μπορούν να σταματήσουν τις συμφωνηθείσες μεταρρυθμίσεις...Θα διεκπεραιώσουμε το τρίτo πρόγραμμα έως το τέλος του 2018 και τότε θα αποφασίσουμε τι είναι ενδεχομένως ακόμα αναγκαίο. Εάν μιλάμε τώρα για ελαφρύνσεις του χρέους αποδυναμώνεται η διάθεση για μεταρρυθμίσεις. Το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι τα χρέος, αλλά η αδυναμία της διοίκησης και η ανεπαρκής ανταγωνιστικότητά της. Αυτά πρέπει να αντιμετωπιστούν» τόνισε.
Από την άλλη ο Eλληνας πρωθυπουργός διαμηνύει σε ολους τους τόνους ότι το τέλος της β’ αξιολόγησης πρέπει να σηματοδοτήσει και την ένατξη των συζητήσεων.
Στη μέση, προσπάθειες να γεφυρώσει το χάσμα πραγματοποιεί ο διοικητής της ΕΚΤ, Mario Draghi ο οποίος επιδιώκει για μια κοινά αποδεκτή λύση όσον αφορά το ζήτημα του ελληνικού χρέους. Γι αυτό και όπως αναφέρεται επικρατεί πυρετός διαβουλεύσεων, στο ευρωπαϊκό στρατόπεδο, με πρωτοβουλία, κυρίως της ΕΚΤ, προκειμένου να βρεθεί κοινά αποδεκτή λύση στο θέμα του χρέους».
Και μια μέση λύση σημαίνει ένα κλείσιμο της β΄αξιολόγησης με τέτοιο τρόπο ώστε να καλύπτει τις απαιτήσεις του ΔΝΤ και δεν εξασφαλίζει την συμμετοχή του ΔΝΤ στο Ελληνικό πρόγραμμα.
Στουρνάρας: Οι συνομιλίες να αρχίσουν τώρα
Την άμεση ανάγκη οι συνομιλίες για το χρέος να αρχίσουν τώρα και να ολοκληρωθούν όσο το δυνατόν συντομότερα, τόνισε ο Πρόεδρος της ΤτΕ κ. Γ. Στουρνάρας κατά τη χθεσινή ομιλία του στο Συνέδριο του ΣΕΤΕ.
«Η ελάφρυνση του χρέους είναι εξαιρετικής σημασίας όχι μόνο μακροπρόθεσμα, αλλά και βραχυπρόθεσμα. Διότι, εάν το ελληνικό χρέος δεν κριθεί βιώσιμο, η προβλεπόμενη έξοδος στις αγορές το 2018 δεν είναι εφικτή», σημείωσε, ενώ πρόσθεσε ότι «η συζήτηση για το χρέος συνιστά δέσμευση των εταίρων από το 2012, η οποία επαναλήφθηκε τον περασμένο Μάιο, αλλά δεν έχει ακόμα υλοποιηθεί».
Επίσης ο κ. Στουρνάρας αναφέρθηκε σε θετικές εξελίξεις όπως η επαναφορά του waiver, η σταθεροποίηση των καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα και η μείωση του ανώτατου ορίου παροχής έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα (ELA) προς τις ελληνικές τράπεζες από τις αρχές Ιουνίου 2016 έως σήμερα κατά 16,3 δισ. ευρώ συνολικά, με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί σε 51,8 δισ. ευρώ.
«Οι προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος δείχνουν ανάκαµψη της οικονοµικής δραστηριότητας που ξεκινά από το β’ εξάµηνο του 2016 και συνεχίζεται τα έτη 2017 και 2018», τόνισε ο Γ. Στουρνάρας.
«Συγκεκριμένα, το 2016 αναµένεται µικρή µείωση του ΑΕΠ, της τάξεως του 0,3%, και ανάπτυξη 2,5% και 3% για το 2017 και 2018 αντίστοιχα. Οι προβλέψεις βασίζονται στην υπόθεση ότι οι μεταρρυθμίσεις και οι ιδιωτικοποιήσεις, που έχει συμφωνήσει η ελληνική κυβέρνηση με τους θεσμούς, θα υλοποιηθούν και θα ολοκληρωθεί εγκαίρως η εκταμίευση των σχετικών δόσεων, προκειμένου να ενισχυθεί η ρευστότητα της ελληνικής οικονομίας, καθώς και στο ότι θα συνεχιστεί η διευκολυντική νοµισµατική πολιτική από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ)».