Τίτος Πατρίκιος: Η ποίηση μπορεί να είναι τα πάντα
Η ποίηση δεν είναι ποτέ αυτοβιογραφική, ο αναγνώστης ανακαλύπτει πάντοτε στους στίχους της τον εαυτό του.
«Γράφω για όσα με αφορούν και μας αφορούν» λέει στο αθηναϊκό πρακτορείο ο Τίτος Πατρίκιος, μιλώντας για την καινούργια ποιητική του συλλογή «Σε βρίσκει η ποίηση», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Κίχλη».
Ο ποιητής θυμάται τη νεανική του θητεία κοντά στον Γιάννη Ρίτσο και τον τρόπο με τον οποίο τον επηρέασαν οι Ρώσοι φορμαλιστές και ο υπερρεαλισμός, υπογραμμίζοντας ότι «η ποίηση μας επισκέπτεται όταν προσπαθούμε να συνειδητοποιήσουμε πράγματα, τα οποία δεν μας επέτρεψαν να συγκρατήσουμε και να κατανοήσουμε οι μέριμνες της καθημερινότητας».
Ερ: Πότε ακριβώς μας ξαναβρίσκει η ποίηση; Όταν, όπως γράφετε στο βιβλίο σας, αναρωτιόμαστε, συλλογιζόμαστε, σκεφτόμαστε, αναγνωρίζουμε, σκάβουμε μέσα μας, ξανασκεφτόμαστε, αναπολούμε ή στριμωχνόμαστε;
Απ: «Όλα αυτά μαζί. Όταν γενικότερα ξαναβλέπουμε τα πράγματα, όταν συνειδητοποιούμε καταστάσεις και μεταβολές που οι μέριμνες της καθημερινότητας δεν μας αφήνουν να καταγράψουμε και να εξηγήσουμε. Χρειάζεται να απομακρυνθεί κανείς από την άμεση εμπειρία για να καταλάβει τι ακριβώς έχει συμβεί τόσο στον ίδιο όσο και στους άλλους. Έλεγα από παλιά ότι η περίφημη μέθοδος της αποστασιοποίησης που εισηγήθηκε ο Μπρεχτ δεν είναι η απομάκρυνση από αυτό που συμβαίνει αλλά ένας τρόπος για να ξαναζούμε τα πράγματα. Η απόσταση μας προσφέρει την προοπτική για να τα εννοήσουμε καλύτερα».
Ερ: Το βιβλίο σας είναι ένα βιβλίο για την ποίηση αλλά δεν είναι ένα βιβλίο ποιητικής. Δεν μιλάτε για το πώς κάνει κάτι η ποίηση αλλά για το τι θέλει και για το τι επιζητεί. Δεν πρόκειται για το εργαστήριο του ποιητή αλλά για τη σχέση του με την καθημερινή ύπαρξη και τη ζωή.
Απ: «Η ποίηση μπορεί να είναι τα πάντα: φίλτρο ζωής, φόβος θανάτου, άσκηση εξουσίας, πηγή ματαιοδοξίας, κοινωνική στράτευση, καθαρή τέχνη, αντίδοτο για τη μοναξιά, τρόπος απομόνωσης από την κοινότητα. Γράφω όντως όχι για τα μέσα που χρησιμοποιεί η ποίηση αλλά για το πώς κινείται - για το τι είναι σε θέση να μας προσφέρει με τη λειτουργία της. Για να υπάρξει πάντως η ποίηση θα πρέπει να χειραφετηθεί κανείς από την κυριαρχία της. Κι ας πω συμπληρωματικά πως δεν μπορώ να καταλήξω σε καμιά βεβαιότητα και σε κανένα οριστικό συμπέρασμα. Χρειάστηκα πολύ καιρό για να δώσω στο βιβλίο τη μορφή την οποία έχει σήμερα και θα ήταν δυνατόν να το δουλεύω επ’ άπειρον. Η ποίηση βρίσκει τον καθένα μας σε συγκεκριμένη ώρα ή, για να το διατυπώσω διαφορετικά, η ποίηση μπορεί να βρει τον οποιονδήποτε σε κάποια κρίσιμη στιγμή και να τον επηρεάσει βαθιά».
Ερ: Μια και μιλάτε για μορφή, η καινούργια σας συλλογή μοιάζει αρκετά διαφορετική από τις παλαιότερες. Έχετε γράψει κατ’ ουσίαν ένα ενιαίο ποίημα χωρισμένο σε εννέα μέρη.
Απ: «Μορφολογικά έχω περάσει από πολλές φάσεις. Ξεκίνησα από το μέτρο και την ομοιοκαταληξία. Μετά επηρεάστηκα από τη στιχουργική ελευθερία του ρωσικού φορμαλισμού και τις ανατροπές των υπερρεαλιστών. Την εποχή που έγραφα με πολιτική σκοπιμότητα (η τέχνη στην υπηρεσία της επανάστασης) επινοούσα, όπως με έμαθε ο Ρίτσος, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη νιότη μου, μεγάλες συνθέσεις. Ύστερα ο Άρης Αλεξάνδρου με μύησε στις πρώτες ποιητικές συλλογές του Έζρα Πάουντ κι εκεί ανακάλυψα τη σημασία της μικρής φόρμας. Ο Ρίτσος έσπευσε να με αποθαρρύνει: η επανάσταση είναι συμφωνική σύνθεση, όχι μουσική δωματίου. Λίγο αργότερα, ήταν ακόμη η δεκαετία του 1950, ο Ρίτσος μάς έφερε να δημοσιεύσουμε στην «Επιθεώρηση Τέχνης» (ένα αριστερό περιοδικό που προσπαθούσε να απαλλαγεί από τον κομματικό δογματισμό) μια σειρά από μικρά ποιήματα. Αναγκάστηκα να κλείσω για χρόνια τα δικά μου μικρά στο συρτάρι για να μην πουν ότι ο Ρίτσος με επηρεάζει ό,τι κι αν διαλέγει να είναι κάθε φορά: επαναστατημένος ποιητής ή πρωτοποριακός καλλιτέχνης. Τα τελευταία χρόνια έχω επανέλθει στις μεγάλες συνθέσεις αλλά με όρους εντελώς διαφορετικούς από εκείνους του Ρίτσου. Όπως κι αν έχει, το περιεχόμενο είναι εκείνο που καθορίζει τη μορφή. Η μορφή υποτάσσεται στην ανάγκη έκφρασης των πραγμάτων που θέλω κάθε φορά να πω».
Ερ: Χρησιμοποιείτε σταθερά το δεύτερο ενικό πρόσωπο, σαν να απευθύνεστε ταυτοχρόνως στον εαυτό σας και τον άλλο, ενώ ο τόνος του στίχου σας είναι συχνά αποφθεγματικός.
Απ: «Αποφθεγματική είναι η κατάληξη της κάθε ενότητας. Γραφτό χωρίς τέλος είναι σαν να μην υπάρχει. Η τελευταία παρόλα αυτά ενότητα αναιρεί όλα τα αποφθέγματα στα οποία έχουν οδηγηθεί οι προηγούμενες. Η τέχνη είναι πάντοτε απρόβλεπτη και μας ξεπερνά συνεχώς. Από την άλλη χρησιμοποιώ το δεύτερο ενικό πρόσωπο γιατί το εγώ είναι κάπως βαρύ. Το δεύτερο ενικό πράγματι συναιρεί τον εαυτό και τον άλλο και ο άλλος είναι έτσι σαν να βρίσκεται απέναντί σου κι έχει αρχίσει ήδη τη συνομιλία μαζί σου. Ακόμα όμως κι γράφει κανείς με το εγώ του, η ποίηση δεν είναι ποτέ αυτοβιογραφική – ο αναγνώστης ανακαλύπτει τον εαυτό του στους στίχους της. Ο ίδιος γράφω για όσα με αφορούν και μας αφορούν».