Εποχική γρίπη: Ποιοι παράγοντες σχετίζονται με την αυξημένη θνητότητα
Χρήσιμες συμβουλές ενόψει της χειμερινής περιόδου 2018 – 2019 για την προστασία από την εποχική γρίπη, δόθηκαν σε ειδική επιστημονική εκδήλωση που οργάνωσε το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ), σε συνεργασία με το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ), την Πέμπτη (04/10/2018).
Οι τρόποι ενίσχυσης της εμβολιαστικής κάλυψης στη χώρα μας βρέθηκαν στο επίκεντρο της συζήτησης, την οποία συντόνισε ο πρύτανης του ΕΚΠΑ, Καθηγητής της Ιατρικής Σχολής κ. Μελέτιος - Αθανάσιος Δημόπουλος. Χαιρετισμό στην εκδήλωση απηύθυνε ο πρόεδρος του ΚΕΕΛΠΝΟ, Αναπλ. Καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Θεόφιλος Ρόζενμπεργκ, καθώς και ο ιατρός και γενικός γραμματέας Δημόσιας Υγείας του υπουργείου Υγείας, Γιάννης Μπασκόζος. Ο κ. Μπασκόζος αναφέρθηκε στα θέματα δημόσιας υγείας κάνοντας μια ευρύτερη τοποθέτηση αυτών στον ευρωπαϊκό χάρτη, τονίζοντας τις δράσεις που αναλαμβάνει η Πολιτεία για την έγκαιρη πρόληψη. Επίσης, σημείωσε ότι και αυτή τη χρονιά θα συνεχισθούν οι ενέργειες για τον εμβολιασμό των επαγγελματιών υγείας.
Η εμβολιαστική κάλυψη στην Ελλάδα και τρόποι ενίσχυσής της
Το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα μας σε σχέση με την εμβολιαστική κάλυψη, αφορά στην καθυστέρηση χορήγησης των εμβολίων, σύμφωνα με την κ. Β. Παπαευαγγέλου (Καθηγήτρια Παιδιατρικής ― Λοιµωξιολογίας, Διευθύντρια της Γ’ Παιδιατρικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ στο Πανεπιστηµιακό Γενικό Νοσοκοµείο ΑΤΤΙΚΟΝ).
Τα περισσότερα στοιχεία αναφορικά με την εμβολιαστική κάλυψη στην Ελλάδα προκύπτουν από τις πανελλήνιες μελέτες εμβολιαστικής κάλυψης τις οποίες έχει διαχρονικά εκτελέσει η Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ), με τελευταία αυτή που διενεργήθηκε το 2012, καθώς και από πιο πρόσφατες μελέτες που διενεργήθηκαν είτε σε εξωτερικά ιατρεία μεγάλων Νοσοκομείων ή σε παιδικούς σταθμούς.
Με βάση τα στοιχεία της ΕΣΔΥ, περίπου 65-70% των εμβολιασμών γίνονται στον ιδιωτικό τομέα. Ενδιαφέρον έχει η καταγραφή ότι μόλις το 83% των παιδιών 6 ετών είχαν εμβολιαστεί με δύο δόσεις MMR ενώ μόλις 36% των παιδιών 12 μηνών είχαν κάνει 3 δόσεις HepΒ. Φαίνεται ότι παρόλο που στην Ελλάδα έχουμε ένα από τα πιο «πλούσια» εθνικά προγράμματα εμβολιασμών στην Ευρώπη, υπάρχει μεγάλη πολυφωνία στην εφαρμογή του προγράμματος και τη χρήση εμβολίων από παιδιάτρους, παρατηρούνται σημαντικές καθυστερήσεις στη χορήγηση ορισμένων εμβολίων (HepB, PCV) και έχουμε χαμηλή κάλυψη με 2η δόση MMR. Σημειώνεται ότι ο μη έγκαιρος εμβολιασμός μικρών βρεφών και νηπίων ενέχει σημαντικούς κινδύνους.
Επίσης, σημαντικό είναι το πρόσφατο πρόβλημα έλλειψης εμβολίων που έχει φέρει μεγάλη αναστάτωση και σύγχυση, προάγει τη δυσπιστία του κόσμου και συνεπώς το αντιεμβολιαστικό κίνημα, ενώ δυνητικά δημιουργεί «φωλιές» επίνοσου πληθυσμού, επισήμανε η κ. Παπαευαγγέλου.
Οι κύριοι τρόποι ενίσχυσης της εμβολιαστικής κάλυψης περιλαμβάνουν δράσεις όλων των εμπλεκόμενων φορέων. Οι παιδίατροι της κοινότητας θα πρέπει να βελτιώσουν τις ικανότητες επικοινωνίας τους με τους γονείς αφιερώνοντας χρόνο στην ουσιαστική ενημέρωση τους για τα οφέλη των εμβολίων αλλά και στην απάντηση τυχόν ερωτήσεων. Ακόμα οι ασκούντες παιδίατροι θα πρέπει να δείξουν εμπιστοσύνη στην Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, να υιοθετήσουν το πρόγραμμα της ΕΠΕ έτσι ώστε να μειωθεί η πολυφωνία που δημιουργεί ανασφάλεια στους γονείς. Η κ. Παπαευαγγέλου πρόσθεσε ότι υπάρχει άμεση ανταπόκριση και τροποποίηση του Εθνικού Προγράμματος Εμβολιασμών ανάλογα με ενδημικά κύματα αλλά πάντα μόνο με βάση τεκμηριωμένα επιδημιολογικά δεδομένα (αποφυγή σύγχυσης) ενώ έχουν ξεκινήσει οι προσπάθειες εφαρμογής εθνικής καταγραφής της εμβολιαστικής κάλυψης (registry) που θα συμβάλλει σημαντικά στην αναγνώριση των προβλημάτων και το σχεδιασμό αντιμετώπισης του προβλήματος.
Αντιγριπικός εμβολιασμός και έκβαση ασθενών ΜΕΘ
Η εποχική γρίπη σχετίζεται με σοβαρές επιπλοκές και αυξημένη θνητότητα σε παγκόσμιο επίπεδο, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που επιβάλλεται η εισαγωγή στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ), τόνισε ο Καθηγητής Εντατικολογίας και Πνευμονολογίας του ΕΚΠΑ, Παύλος Μυριανθέας.
Με βάση στοιχεία της Ελληνικής Εταιρείας Εντατικής θεραπείας (ΕΕΕΘ), η θνητότητα της γρίπης στις ΜΕΘ είναι η αναμενόμενη με βάση τη βαρύτητα της νόσου και τη σοβαρότητα των επιπλοκών της όπως η πολυοργανική δυσλειτουργία. Επίσης, σημαντικοί παράγοντες που σχετίζονται με την αυξημένη θνητότητα είναι ο μη-εμβολιασμός, η καθυστερημένη αναζήτηση ιατρικής βοήθειας (περίπου 4-5 ημέρες) που οδηγεί σε καθυστερημένη διάγνωση και καθυστερημένη έναρξη ειδικής αντιικής θεραπείας ιδιαίτερα σε άτομα με σοβαρά συνυπάρχοντα νοσήματα όπως υπέρταση, ΧΑΠ – άσθμα, Σακχαρώδη Διαβήτη, καρδιολογικά και ψυχιατρικά νοσήματα και κακοήθειες. Η αντιμετώπιση της αυξημένης θνητότητας της γρίπης περιλαμβάνει την πρόληψη με την ανάπτυξη εμβολιαστικής κουλτούρας και νοοτροπίας, ιδιαίτερα σε ομάδες ατόμων αυξημένου κινδύνου, ώστε να νοσήσουν όσο το δυνατό λιγότεροι. Επίσης, χρειάζεται άμεση, εντός 48ώρου αναζήτηση ιατρικής βοήθειας σε κλινική υποψία γρίπης για έγκαιρη διάγνωση και άμεση θεραπεία. Παράλληλα επιβάλλεται η συνεχιζόμενη εκπαίδευση και ενημέρωση του επιστημονικού κοινού και του γενικού πληθυσμού σε θέματα δημόσιας υγείας.
Τέλος, στη σημασία που έχει ο εμβολιασμός των επαγγελματιών υγείας αναφέρθηκε ο κ. Ε. Θηραίος (Γενικός Ιατρός, Δ/ντής του ΕΣΥ στο Κέντρο Υγείας Βάρης και Γενικός Γραμματέας της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών). Το υγειονομικό προσωπικό είναι πολύ πιο πιθανό να μολυνθεί από τον ιό της γρίπης σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Οι εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας θα πρέπει να εμβολιάζονται, γιατί κάτι τέτοιο μειώνει, στο πλαίσιο της κλινικής φροντίδας, τον κίνδυνο μετάδοσης της γρίπης στους ασθενείς, ιδιαίτερα σε εκείνους που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για σοβαρές επιπλοκές της γρίπης (ασθενείς με χρόνια νοσήματα, έγκυες γυναίκες, παιδιά, ηλικιωμένοι), μειώνοντας παράλληλα και τις χαμένες ημέρες εργασίας του προσωπικού.