Ο Φρέντι Μπελέρης, το rebranding του Στέφανου Κασσελάκη και η επίθεση σοβαρότητας του Ν. Ανδρουλάκη
Μπορεί μια υποψηφιότητα να αλλάξει το πολιτικό σκηνικό;
Κατά τη γνώμη μου όχι ιδιαιτέρως, από τη στιγμή μάλιστα που σε μεγάλη μερίδα της κοινωνίας υπάρχουν παγιωμένες απόψεις για ζητήματα που σχετίζονται με το κράτος δικαίου, αλλά και τη σκληρή καθημερινότητα. Γνωρίζουμε, για παράδειγμα, από τις δημοσκοπήσεις ότι οι πολίτες θεωρούν πως στο θέμα των Τεμπών επιχειρείται συγκάλυψη, σε ποσοστά μάλιστα που κινούνται στη ζώνη του 70%. Όπως γνωρίζουμε επίσης ότι οι ερωτώμενοι συνδέουν ευθέως το πάρτι της ακρίβειας με την προστασία συμφερόντων.
Αναφέρομαι κατά βάση στην ένταξη του εκλεγμένου Δημάρχου Χειμάρρας Φρέντη Μπελέρη στο ευρωψηφοδέλτιο της ΝΔ. Έγινε κυρίως για να ανακοπεί η διαρροή ψήφων της κυβερνώσας παράταξης προς τα δεξιά της. Το ομολόγησε άλλωστε δημόσια η Εύη Χριστοφιλοπούλου. Η αλήθεια είναι ότι αμέσως μετά την απόφαση αυτή, η Νέα Δημοκρατία είδε τα δημοσκοπικά της οφέλη να βελτιώνονται κάπως, αλλά έως τις 9 Ιουνίου είναι μακρύς ο δρόμος. Άλλωστε η Μακεδονία που είναι η αχίλλειος πτέρνα της κυβέρνησης, έχει στραμμένο το ενδιαφέρον της στη γειτονική χώρα όπου μετά τις εκλογές της 10ης Μαΐου, το Μακεδονία σκέτο (χωρίς το Βόρεια) θα γίνει ψωμοτύρι από την πλευρά της αναμενόμενης νέας κυβέρνησης.
Όλα τα ξέρουν απ’ έξω κι ανακατωτά οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ, ανεξαρτήτως της πολιτικής τους στέγης, γι’ αυτό και κάνουν και άλλα κουμάντα. Ξεκινώντας από το Μέγαρο Μαξίμου, παραμένει στην ατζέντα η ρητορική της εθνικής κάλπης και η συνακόλουθη επισήμανση ότι «δεν υπάρχει αξιόπιστη εναλλακτική λύση». Κόντρα στο γεγονός ότι παραδοσιακά και ιστορικά οι ευρωεκλογές συνιστούν πεδίο αποστολής μηνυμάτων προς την εκάστοτε κυβέρνηση –όπως θα έλεγε και ο Μποστ «είμαι δικός σου αλλά πρόσεχε». Προφανής στόχος, λοιπόν, η μέγιστη κομματική συσπείρωση, για την οποία επιστρατεύονται και άλλα εργαλεία: Η παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη στη λαχαναγορά του Ρέντη υπηρετεί έναν συμβολισμό, στην προσπάθεια να «σπάσει» η πλειοψηφική άποψη στο εκλογικό ακροατήριο ότι η κυβέρνηση δεν φροντίζει επαρκώς τα νοικοκυριά γιατί χαρίζεται στην αισχροκέρδεια.
Ένα άλλο εργαλείο στο οποίο επενδύει το Μέγαρο Μαξίμου είναι η σάρωση των 13 Περιφερειών της χώρας –σχέδιο που είχε αποδώσει τα μάλα στις πρόσφατες εθνικές εκλογές. Οι υπουργοί έχουν πάρει ήδη «φύλλο πορείας», άλλοι σε δύσκολες αποστολές σε νομούς του Βορρά και στη Θεσσαλία, άλλοι σε προνομιακά πεδία της ΝΔ και φυσικά στις περιοχές όπου δίνεται η «μάχη των εντυπώσεων», εν ολίγοις στις συνοικίες της Αττικής και της Θεσσαλονίκης.
Ας πάμε στην Κουμουνδούρου, όπου είναι σε πλήρη εξέλιξη το σχέδιο «rebranding ΣΥΡΙΖΑ». Ο πρόεδρος του κόμματος έχει καταστήσει σαφές ότι θέλει να «σπάσει» όλα τα στερεότυπα που κατά την άποψή του κρατούσαν το κόμμα σε χαμηλές πτήσεις γιατί το απέκοπταν από ευρύτερα ακροατήρια. Το κάνει με τον δικό του τρόπο και προφανώς χωρίς ιδιαίτερο συντονισμό με τα εναπομείναντα στελέχη της παράταξης. Οι τοποθετήσεις του για το κεφάλαιο, τη σημασία του ΝΑΤΟ ή το τρίπτυχο πατρίς-θρησκεία-οικογένεια, είναι σίγουρα τολμηρές για το χώρο, ενδέχεται να είναι και στοχευμένες. Ανέλαβε στην πλάτη του το βάρος της προεκλογικής εκστρατείας, έθεσε αρχικά ως στόχο το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εθνικές εκλογές και εν συνεχεία μίλησε για «την αρχή της μεγάλης ανατροπής». Δεν κρύβει καθόλου ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα βίντεο και οι αναρτήσεις είναι… η μεγάλη του αγάπη. Είναι, επίσης, εμφανές ότι ποντάρει στην ψηφιακή πλατφόρμα μέσω της οποίας αναδείχθηκαν οι περισσότεροι υποψήφιοι για την Ευρωβουλή –για να αναζωπυρώσει ένα κόμμα που στο τελευταίο του συνέδριο αναζητούσε τους συνέδρους με το φανάρι του Διογένους. Θα δούμε αν θα τα καταφέρει, προς το παρόν φαίνεται ότι κερδίζει τη μάχη στο μικρό γήπεδο της αριστεράς-κεντροαριστεράς.
Το ΠΑΣΟΚ από την πλευρά του, ανέκαμψε δημοσκοπικά μετά την πρωτοβουλία του Νίκου Ανδρουλάκη να καταθέσει πρόταση δυσπιστίας για τη «μονταζιέρα των Τεμπών». Ξεκινάει με τη σιγουριά ότι η Χαριλάου Τρικούπη «ξέρει να κάνει εκλογές» και τη πεποίθηση ότι «είναι δυνατή στο finish». Εξ ου και η αισιοδοξία ότι η μάχη για τη δεύτερη θέση δεν πρέπει να θεωρείται χαμένη. Ενδέχεται, αλλά το Σοσιαλιστικό Κίνημα εξακολουθεί να έχει κενά… στα στοιχεία ταυτότητας. Και αυτά δεν καλύπτονται εύκολα με την κατά τα άλλα ορθή επικοινωνιακή επιλογή να προβάλλεται ως σοβαρή, συγκροτημένη, ψύχραιμη πολιτική δύναμη, σε αντίστιξη με την αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να πείσει ότι δεν εκλέγεται από το λαϊκισμό.
Συμπέρασμα. Τα πράγματα είναι ρευστά και θα χρειαστούν διαδοχικές σταθμίσεις –αρχής γενομένης λίγο μετά το Πάσχα- μέχρι να φτάσουμε στον τελικό στόχο.