Το φάντασμα της ακροδεξιάς στην Ευρώπη, ο αντισυστημισμός και η ανάγκη τολμηρών αποφάσεων
Ας ξεκινήσουμε από το προφανές. Ο Εμανουέλ Μακρόν είναι ο νικητής των γαλλικών προεδρικών εκλογών γιατί κατάφερε να αναχαιτίσει την δυναμική που ανέπτυξε η Μαρίν Λεπέν. Όλα όμως είναι σχετικά.
Αν συγκρίνουμε το ποσοστό που συγκέντρωσε τώρα (58%) με εκείνο που είχε καταγράψει στην κάλπη προ πενταετίας (66%) η κάμψη είναι σαφής, 8 μονάδες.
Την ίδια στιγμή τα κόμματα του Σαρλ ντε Γκολ και του Φρανσουά Μιτεράν φυλλορρόησαν απελπιστικά καθώς βρέθηκαν κοντά στο όριο της εξαφάνισης. Κακά τα ψέματα, η ακροδεξιά (42%) πέτυχε ιστορικό υψηλό, παρά το γεγονός ότι εν όψει του δεύτερου γύρου υπήρξε πρωτοφανής συσπείρωση των παραδοσιακών πολιτικών δυνάμεων και του μιντιακού συστήματος υπέρ του Γάλλου Προέδρου.
Είναι απλό και εύκολο να ρίξει κάποιος «ανάθεμα» στην ηγέτιδα του «Λαϊκού Συναγερμού» κατατάσσοντας την ανεπιφύλακτα στο ακραίο δεξιό σημείο του ιδεολογικού φάσματος.
Με τους ψηφοφόρους του κόμματός της όμως τι γίνεται;
Είναι στ’ αλήθεια το 42% των Γάλλων ακροδεξιοί; Αστεία πράγματα! Ένα αρκετά μεγάλο μέρος των υποστηρικτών της Μαρίν Λεπέν προέρχεται από την δεξαμενή του ακραιφνούς αριστερού Ζαν Λικ Μελανσόν. Μήπως λοιπόν εκείνοι τουλάχιστον – και όχι μόνον, θα πρόσθετα – έριξαν δαγκωτό στον Λαϊκό Συναγερμό θεωρώντας ότι τα παραδοσιακά συστημικά κόμματα αγνοούν τα προβλήματα μεγάλης μερίδας των πολιτών;
Άλλωστε, πρόκειται για φαινόμενο που είναι μεν ηχηρό στη Γαλλία αλλά παρουσιάζεται με ηπιότερο τρόπο και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες (της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης).
Για την ώρα η Ευρώπη αισθάνθηκε ανακούφιση με την νίκη Μακρόν αλλά αντιλαμβάνεται ότι τα δύσκολα έρχονται λίαν συντόμως: Βουλευτικές εκλογές 12 και 19 Ιουνίου οι οποίες θα κρίνουν την σύνθεση της Βουλής και της Γερουσίας, άρα και το εύρος των πρωτοβουλιών του Γάλλου Προέδρου. Χαρακτηρίστηκαν άλλωστε τρίτος γύρος και εξαιτίας του γεγονότος ότι θα μπορούσαν να ανοίξουν τον δρόμο σε σενάριο συγκατοίκησης.
Οι Γάλλοι το έχουν βιώσει αυτό στο παρελθόν όταν επί προεδρίας Μιτεράν εξελέγη πρωθυπουργός ο Ζακ Σιράκ και δεν επρόκειτο για τραυματική εμπειρία. Άλλο ωστόσο συγκατοίκηση σοσιαλιστών – δεξιών και άλλο συγκατοίκηση κεντροδεξιών – ακροδεξιών γιατί στην δεύτερη περίπτωση υπάρχει άβυσσος μεταξύ προγραμμάτων, θέσεων και απόψεων. Τα μέχρι στιγμής ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων δεν λύνουν τον γρίφο. Ξέρουμε ότι η Μαρίν Λεπέν είναι δυνατή στις ηλικίες 25-34 ενώ ο Γάλλος Πρόεδρος έχει απήχηση στους νέους (18-24) και στους συνταξιούχους. Επομένως, θεωρητικά τουλάχιστον, όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά.
Ας επανέλθουμε όμως στην άποψη ότι το αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως καθαρή ακροδεξιά στροφή και ότι πρόκειται περισσότερο για αντισυστημική επιλογή. Και εδώ τίθεται το εξής πρόσθετο ερώτημα: είναι ο αντισυστημισμός λαϊκισμός; Και τι σημαίνει λαϊκισμός με βάση τα σημερινά δεδομένα;
Γιατί σύμφωνα με τις εγχώριες μετρήσεις που έχουμε στην διάθεσή μας τα χαρακτηριστικά του λαϊκισμού είναι η απαισιοδοξία για τις οικονομικές προοπτικές, η επιφυλακτικότητα απέναντι στους μετανάστες, ο σκεπτικισμός ως προς τον εμβολιασμό, η προτεραιότητα στο εθνικό συμφέρον (με σκλήρυνση της στάσης απέναντι στην Τουρκία σε ό,τι αφορά τα δικά μας) και η επιθυμία για επαναφορά της θανατικής ποινής!
Μόνο που οι φορείς τέτοιου είδους απόψεων (εν όλω ή εν μέρει) κατοικοεδρεύουν σε όλα τα κόμματα, κατά συνέπεια το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα σύνθετο.
Ανεξάρτητα από το δίπολο που θα μπορούσε κάποιος να επιλέξει, συστημικός - αντισυστημικός, εκσυγχρονιστής – λαϊκιστής, σημασία έχει κυρίως να ανατρέξει στους παράγοντες εκείνους που ενίσχυσαν την συγκεκριμένη στάση απέναντι στα παραδοσιακά κόμματα: Πανδημία, ενεργειακή κρίση, ακρίβεια, πόλεμος. Εκεί, σε τελευταία ανάλυση, βρίσκεται και το «κουμπί» για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Μόνον που χρειάζεται περισσότερη τόλμη και λιγότερη έπαρση!