Οι Έλληνες εμπιστεύονται τα ελληνικά γενόσημα
Εμπιστοσύνη στα ελληνικά επώνυμα φάρμακα δηλώνει η ελληνική κοινωνία, εκφράζοντας παράλληλα την πρόθεση να τα χρησιμοποιήσει περισσότερο.
Στο εύρημα αυτό καταλήγει έρευνα της Focus-Bari για τα ελληνικά φάρμακα, τα γενόσηµα και τη χρήση τους, που έγινε τον περασμένο Απρίλιο σε 800 άτομα ηλικίας 35-70 ετών από το νομό Αττικής, και από όλες τις κοινωνικοοικονομικές τάξεις.
Σύμφωνα με την έρευνα, ένας στους δύο Έλληνες εμφανίζεται πολύ ή αρκετά θετικός στη χρήση γενοσήμων, με τα ελληνικά επώνυμα γενόσηµα να αξιολογούνται θετικότερα –και με σημαντική διαφορά– στην πρόθεση χρήσης, την αξιοπιστία και την αποτελεσματικότητα, τόσο από τα επώνυμα γενόσηµα που προέρχονται από το εξωτερικό, όσο και από τα «ανώνυμα» γενόσηµα.
Όπως έδειξε η έρευνα, 7 στους 10 γνωρίζουν καλά ή σχετικά καλά τι σημαίνει ο όρος γενόσημα και αποδίδει στον όρο θετικό πρόσημο (ισοδύναμη θεραπευτική αξία, αλλά οικονομικότερα), αν και υπάρχουν και –λιγότερες- αρνητικές αναφορές (ποιοτικά και υποδεέστερα των πρωτότυπων).
Εντούτοις, μόνο ένας στους 10 από όσους χρησιμοποιούν συστηματικά τουλάχιστον ένα φάρμακο, γνωρίζει ότι καταναλώνει κάποιο γενόσηµο.
Η έρευνα επίσης αποκάλυψε, ότι η μεγάλη και γνωστή επωνυμία της παρασκευάστριας εταιρίας, αποτελεί δικλείδα ασφαλείας και απόδειξη εγγύησης του φαρμάκου για την συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών.
Παράλληλα, οι μεγάλες επώνυμες ελληνικές εταιρίες έχουν κερδίσει την εμπιστοσύνη του Έλληνα ασθενή, σε μεγάλο βαθμό, μεγαλύτερο ακόμα και από τις παγκόσμιες γνωστές φαρμακοβιομηχανίες.
Οι συμμετέχοντες στην έρευνα, έδειξαν επίσης, σχεδόν καθολική προτίμηση στην ενημέρωσή τους για φάρμακα από εξειδικευμένους γιατρούς, ενώ ακολουθούν άλλες ειδικότητες, όπως οι φαρμακοποιοί και οι γιατροί γενικής ιατρικής.
Τέλος, σύμφωνα με την έρευνα, τα «παραδοσιακά» μέσα ενημέρωσης αποτελούν την κύρια πηγή ενημέρωσης του κοινού για τα γενόσηµα, ενώ το internet, παρότι αποτελεί δευτερεύουσα πηγή, χαίρει σε μεγάλο βαθμό της εμπιστοσύνης του κοινού.
Σε συνέντευξη Τύπου για την παρουσίαση της έρευνας, ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας, κ. Δημήτρης Δέμος, επεσήμανε ότι «πρόκειται για μια σαφή αναγνώριση τόσο των ποιοτικών προδιαγραφών που έχει το ελληνικό επώνυμο φάρμακο, όσο και της διάθεσης της ελληνικής κοινωνίας να υποστηρίξει την εγχώρια παραγωγή. Η αναγνώριση αυτή, αποτελεί επιβράβευση της επιλογής των επενδύσεων που έχουν γίνει σε παραγωγικές μονάδες, σε επιστημονικό δυναμικό, σε διαδικασίες, σε ποιοτικούς ελέγχους υψηλότατων προδιαγραφών και σε τεχνογνωσία. Όλα τα παραπάνω μας επιτρέπουν να εγγυόμαστε την παραγωγή ασφαλούς και ποιοτικού ελληνικού φαρμάκου με την υπογραφή μας. Αυτή η υπογραφή που αναγνωρίζεται σε 60 χώρες στον κόσμο, χάρη στην εξαγωγική δραστηριότητα της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας, είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαίο να αναγνωριστεί εμπράκτως και όπως της αξίζει, από όσους παίρνουν αποφάσεις. Εμείς, την εμπιστοσύνη του ελληνικού κοινού θα την τιμήσουμε…».
Οι μεταρρυθμίσεις
Ο κ. Δέμος σημείωσε όμως ότι στο πλαίσιο των μεταρρυθμίσεων στη φαρμακευτική πολιτική, θα πρέπει να προσδιορίζονται τα γενόσημα από τον τόπο προέλευσης, και να υπάρχει προβάδισμα στη χρήση των ελληνικών προϊόντων με τη δυνατότητα ο ασθενής να μπορεί να επιλέγει το ελληνικό φάρμακο, έστω και με λίγο αυξημένη συμμετοχή του. Διαφορετικά, οι ελληνικές επιχειρήσεις δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τις τιμές τρίτων χωρών, οι οποίες δεν πληρούν τα απαιτούμενα για την Ε.Ε. ποιοτικά χαρακτηριστικά, ούτε είναι δυνατός ο άμεσος έλεγχός τους.
Στο σημείο αυτό, ο αντιπρόεδρο της ΠΕΦ κ. Θεόδωρος Τρύφων επισήμανε ότι «στις τρίτες χώρες, υπάρχει διαφοροποίηση στην ποιότητα της πρώτης ύλης, καθώς και στην τιμή των προϊόντων, ανάλογα με τη χώρα προορισμού.
Στην περίπτωση λοιπόν που η χώρα μας προτιμήσει την εισαγωγή γενοσήμων από τρίτες χώρες με μοναδικό κριτήριο την τιμή, δεν θα γνωρίζει κανείς ποιας ποιοτικής κατηγορίας προϊόν εισάγεται...
Επίσης θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα για την διατήρηση των γενοσήμων στην αγορά, αντί της αντικατάστασής τους με νέα, πρωτότυπα, τα οποία είναι σαφώς ακριβότερα».
Η διοίκηση της ΠΕΦ κατέληξε, λέγοντας ότι η Ένωση έχει καταθέσει προτάσεις μείωσης της φαρμακευτικής δαπάνης, οι οποίες παραμένουν σταθερές από τις αρχές της δεκαετίας του ΄90, τονίζοντας ότι θα πρέπει να διασφαλιστεί μέσω των επικείμενων μεταρρυθμίσεων η διατήρηση των παραγωγικών μονάδων στη χώρα, άρα και η διατήρηση των θέσεων εργασίας που υπάρχουν.